Ο ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΣ ΔΙΑΣ [ΜΕΡΟΣ 1α]


Μελετώντας με μεγάλη προσοχή τα λεγόμενα του Πλάτωνα, του Πρόκλου, του Αριστοτέλη, του Παρμενίδη και του Πλωτίνου καταλαβαίνουμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα τρισυπόστατο ΟΝ. Με ένα τρισυπόστατο ΟΝ, το  Αυτοόν ή Ιδεατό ΟΝ που εκδηλώσεις και υποστάσεις του με σειρά καθόδου είναι : το Ένα ΟΝ, ο Αιών και το Αεί ΟΝ ή αλλιώς Ιδεατό ζωντανό ΟΝ [αυτόζωο - αυτοέν - Φάνης] ως ζωντανό υπόδειγμα και νοητός δημιουργός του Σύμπαντος.
Ποιο αναλυτικά θα πούμε ότι το ΟΝ δηλώνει την βαθμίδα του Ενός Όντος όσο και ολόκληρο τον αιώνιο νοητό κόσμο ή πλατωνικό νοητό πλάτος. Γιατί είναι φανερό ότι το ΟΝ που είναι πρωταρχικά ΟΝ αποτελεί την κορυφή του νοητού πλάτους και την μονάδα όλων των όντων. Έτσι λοιπόν το Ιδεατό ΟΝ [ = Αυτοόν], που είναι πρωταρχικά ΟΝ, είναι η κορυφή όλων των όντων και από αυτό προκύπτει κάθε νοητό, νοητικό και οποιοδήποτε άλλο φέρει την προσωνυμία του όντος. Δεν είναι όμως ίδιο το Ένα ΟΝ και το Αεί Ον  [το αιώνιο ζωντανό υπόδειγμα]. Γιατί το Ένα ΟΝ βρίσκεται υπεράνω του Αιώνος και γιατί ο Αιών μετέχει στο ΟΝ. Το Ένα ΟΝ είναι αυτό που πρωταρχικά είναι υπερβατικό από το Μη ΟΝ και από τη στέρηση του Όντος, επειδή είναι πρωταρχικά ΟΝ και έχει δώσει υπόσταση στα πάντα μέσα του με τρόπο απόκρυφο και αδιαίρετο. Το Αεί [πάντα] προέρχεται από τον Αιώνα = Αεί ΩΝ [αιωνιότητα]. Γιατί, όπως το Ένα ΟΝ είναι χορηγός της ουσίας, δηλαδή του Είναι, έτσι και ο Αιώνας [αιωνιότητα] είναι χορηγός του παντοτινού, της αϊδιότητας στα νοητά. Για παράδειγμα, όλα όσα μετέχουν στον Αιώνα, έχουν και κάποιο μερίδιο από το ΟΝ, όλα όσα όμως μετέχουν στο ΟΝ δεν συμμετέχουν και στον Αιώνα. Επίσης  όσα υπάρχουν μέσα στον χρόνο μετέχουν στο ΟΝ. Επομένως, το πρωταρχικό ΟΝ βρίσκεται υπεράνω της θέσης του Αιώνος. Το Αεί ΟΝ όμως είναι αιώνιο. Το Ένα ΟΝ είναι ανώτερο από το Αεί ΟΝ επειδή το Ένα Ον βρίσκεται μεταξύ το Ενός και του Αιώνος και αποκαλείται προαιώνιο Ένα ΟΝ.
Υπόδειγμα του ζωντανού Κόσμου είναι το καθαυτό ζωντανό ΟΝ [αυτόζωον]. Το καθαυτό ζωντανό ΟΝ είναι το σύνολο του πλήθους των νοητών ζωντανών Όντων και πάντα μένει ίδιο και απαράλλακτο. Αλλά ακόμα και αν πάρουμε το καθαυτό ζωντανό ΟΝ, στο βαθμό που περιέχει τα είδη των στοιχείων, είναι και αυτό υπόδειγμα των ιχνών των στοιχείων, ενώ στον βαθμό που είναι ζωντανό ΟΝ, είναι πλέον υπόδειγμα τούτου εδώ του ζωντανού Σύμπαντος. Επομένως δεν ταυτίζεται γενικά το καθαυτό ζωντανό ΟΝ και το νοητό επειδή και ο Αιών  [η αιωνιότητα] είναι ΟΝ, καθώς είναι νοητό υπόδειγμα του χρόνου, που δεν είναι ζωντανό ΟΝ. Γιατί δεν είναι κάθε νοητό υπόδειγμα ζωντανό ΟΝ. Αν όμως και το καθαυτό ζωντανό ΟΝ είναι αιώνιο, τότε ο Αιών [η αιωνιότητα] θα βρίσκεται πριν από αυτό, επειδή αυτή [η αιωνιότητα] δεν είναι ζωντανό ΟΝ. Γιατί πριν το καθαυτό ΟΝ [αυτόζωον] δεν υπάρχει άλλο ζωντανό ΟΝ. Γιατί πριν από κάποιο άλλο από εκείνα, στα οποία προσθέτουμε το «καθαυτό», δεν υπάρχει κάτι όμοιο του ως προς το είδος. Όπως, λοιπόν, ο Αιών [η αιωνιότητα] βρίσκεται πριν από το καθαυτό ζωντανό ΟΝ [αυτόζωον], επειδή αυτός δεν είναι ακόμα ζωντανό ΟΝ, έτσι και το ίδιο το ΟΝ βρίσκεται πριν από τον Αιώνα [η αιωνιότητα]. Για αυτό και ο Αιών [η αιωνιότητα] είναι ΟΝ και είναι ένα συγκεκριμένο Ον.
Ο Αιών επιδέχεται τη συμμετοχή του καθαυτό ζωντανού Όντος, αλλά δεν μετέχει σε αυτό. Το καθαυτό ζωντανό ΟΝ επιδέχεται τη συμμετοχή του αισθητού ζωντανού Όντος, δηλαδή του Σύμπαντος, και μετέχει στον Αιώνα. Άρα ο Αιών, επειδή επιδέχεται συμμετοχή και δεν μετέχει, είναι καθολικότερος από το καθαυτό ζωντανό ΟΝ, που και επιδέχεται συμμετοχή και μετέχει. Επειδή δηλαδή, το αισθητό Σύμπαν είναι ζωντανό ΟΝ, συμπεραίνουμε ότι αυτό στο οποίο το αισθητό Σύμπαν μετέχει, δηλαδή το νοητό ζωντανό ΟΝ, είναι ζωντανό ΟΝ. Δεν μπορούμε όμως να κάνουμε τον ίδιο συλλογισμό  για τα νοητά, ότι δηλαδή, επειδή το νοητό ζωντανό ΟΝ μετέχει στον Αιώνα, άρα και ο Αιώνας θα είναι ζωντανό ΟΝ.
Ξεκινώντας από την φύση του Ιδεατού ζωντανού Όντος [νοητό ζωντανό ΟΝ ή  αυτοέν ή αυτόζωο] – γιατί αυτό είναι το πρωταρχικά αιώνιο – καταλήγομε στους επιμέρους Νόες. Το Ιδεατό ή καθαυτό Ζωντανό ΟΝ χαρακτηρίζεται ως «το πιο κάλλιστο από τα νοητά», επειδή όσα είναι πάνω από αυτό είναι αδύνατον να νοηθούν, λόγω της υπερβολικής τους ενότητας, επίσης το Ιδεατό Ζωντανό ΟΝ χαρακτηρίζεται ως το πιο κάλλιστο ζωντανό ΟΝ από όλα τα νοητά για τον λόγο ότι πριν από το ζωντανό ΟΝ είναι νοητά και η αιωνιότητα και το Ένα ΟΝ, το Ένα ΟΝ ως αιτία του Αιώνος, η αιωνιότητα ως ουσία της και το αιώνιο ζωντανό ΟΝ ως πρώτο που συμμετέχει στην αιωνιότητα. Μέσα  στο Αεί ΟΝ εμπεριέχεται και ο Αιών και το Ιδεατό ζωντανό ΟΝ [αυτόζωο - αυτοέν] και ο δημιουργός και το ίδιο το Ένα ΟΝ το οποίο έχει την απόκρυφη αιτία της αιωνιότητας. Επομένως, είναι φανερό από αυτά ότι το ΟΝ Αεί έχει συμπεριλάβει ολόκληρη την φύση που υπάρχει πριν από τις ψυχές, τόσο την νοητή όσο και την νοητική, η οποία ξεκινά από το Ένα ΟΝ και καταλήγει στον επιμέρους ή εγκόσμιο Νου [μυθολογικός ο Διόνυσος]. Δεν συμπεριλαμβάνει μόνο το κορυφαίο όλων των όντων, το οποίο είναι το Ένα ΟΝ και εξαιτίας του οποίου όλα τα όντα λέγονται όντα και από το οποίο ανώτερο είναι μόνο το ίδιο το ΟΝ και οι αρχές του Όντος.
Ο φιλόσοφος Πλωτίνος αντιλαμβάνεται το καθαυτό ζωντανό ΟΝ με δυο τρόπους, άλλοτε ως ανώτερο του Νου όπως στην «Εξέταση διαφόρων θεμάτων», και άλλοτε υποδεέστερο, όπως στο «Περί αριθμών» έργο του, όταν λέει ότι πρώτο είναι το ΟΝ, έπειτα ο Νους και έπειτα το καθαυτό ζωντανό ΟΝ. Ο δε Θεόδωρος, λέγοντας ότι καθένας από τους δημιουργούς έχει τριπλή ύπαρξη, λέγει ότι πρέπει να ονομάζουμε το τρίτο σε καθέναν καθαυτό ζωντανό ΟΝ. Το ορθό όμως είναι ότι το Καθαυτό ζωντανό ΟΝ κατέχει την τρίτη θέση μέσα στα νοητά, είναι δε υποδεέστερο από κάποιον Νου και υπεράνω κάποιου άλλου Νου, και πρέπει να πούμε ότι, αφού φανερώθηκε στο πέρας των νοητών από την νοητή ζωή, γεννά ολόκληρο τον αριθμό των νοητικών, των υπερκόσμιων και των εγκόσμιων ζωντανών όντων από ψηλά μέχρι τα τελευταία, και συμπεριλαμβάνει τα πάντα, παραμένοντας υπερβατικό πάνω από αυτά και έχοντας συμπεριλάβει εκ των προτέρων ενιαία τις αιτίες τους. Θεολογικά – Μυθολογικά θα λέγαμε ότι αναφερόμαστε στον ορφικό θεό Φάνη. Τον προερχόμενο από το «πρωτογενές ωό», μέσα στο οποίο βρίσκεται σπερματικά το ζωντανό Ον, το αυτό βεβαίως γνωρίζει κι ο Πλάτωνας και αποκάλεσε τούτον τον θεό Ιδεατό ή καθαυτό ζωντανό ΟΝ. Δηλαδή το πλατωνικό ΟΝ είναι ένα και το αυτό με το ορφικό ωό. Γνωρίζοντας όμως μυθολογικά ότι από αυτό προέρχεται ο Φάνης θα πούμε ότι το καθαυτό ζωντανό ΟΝ [αυτόζωον] δεν είναι άλλο από τον Ορφικό Φάνη. Γιατί, αν ο Φάνης προέρχεται πρώτος και μόνος από το «κοσμικό» ωό, που στον Ορφέα δηλώνει τον πρωταρχικά νοητό Νου, και αν αυτό που προέρχεται πρώτο και μόνο από το ωό, δεν είναι αναγκαστικά κανένα άλλο παρά το ζωντανό ΟΝ, δηλαδή ο ορφικός θεός Φάνης δεν είναι κάτι άλλο παρά το πρωταρχικά [καθαυτό] ιδεατό ζωντανό ΟΝ και, όπως θα έλεγε ο Πλάτωνας, το καθαυτό ζωντανό ΟΝ !
Ο ορφικός θεός Φάνης, ήτοι το καθαυτό – ιδεατό ζωντανό ΟΝ αφού φανέρωσε τον εαυτό του από τους απόκρυφους θεούς, έχει συμπεριλάβει από πριν μέσα του τις αιτίες των κατώτερων τάξεων, των δημιουργικών, των συνεκτικών, των αρχικών, των τελειοποιητικών και των αμετάτρεπτων, και έχει συμπεριλάβει όλα τα νοητά ζωντανά όντα με βάση μια ενιαία αιτία, ανυψώνοντας τον εαυτό του στις καθολικές Ιδέες των πάντων – για αυτό και έχε ειπωθεί ότι πρώτος ανάμεσα στους θεούς έχει μορφή και είδος -, παράγοντας τα πάντα και φανερώνοντας τα νοητά και ενωμένα αίτια στους νοητικούς θεούς. Για αυτό και ο δημιουργός, γεμίζοντας από αυτά, δίνει υπόσταση σε τούτον εδώ τον ορατό Κόσμο και συμπεριλαμβάνει μέσα του όλα τα αισθητά ζωντανά όντα, τόσο τα θεϊκότερα όσο και τα θνητά, τα οποία και είναι κυριολεκτικά θρέμματα και βοσκήματα, επειδή σε κάθε περίπτωση μετέχουν στην θρεπτική ψυχή.
Ο νοητικός Νους ή ορθά ο δημιουργός και ταυτόχρονα πατέρας [Ζευς - Δίας], έχει συμπεριλάβει, με βάση την ομοιότητα με εκείνο το σύνολο, να είναι και τούτο το αισθητό σύμπαν τέλειο σύνολο αποτελούμενο από τα μέρη του. Είναι, λοιπόν, και τούτος ο Κόσμος ποικίλο ζωντανό ΟΝ, που βγάζει διαφορετική φωνή με κάθε μέρος του και μία φωνή από όλα τα μέρη του. Γιατί είναι ένας και ποικίλος. Πολύ πιο πριν, όμως ο νοητός Κόσμος είναι ένα ζωντανό ΟΝ και πλήθος, έχοντας συμπεριλάβει το πλήθος μέσα στο ένα, όπως ακριβώς, πάλι, αυτός επιδεικνύει το ένα μέσα στο πλήθος. Και ο ένας είναι σύνολο από τα μέρη – τούτος είναι ο αισθητός Κόσμος, ενώ ό άλλος είναι σύνολο πριν από τα μέρη – τούτος είναι ο νοητός Κόσμος, περιέχοντας τα νοητά ζωντανό Όντα με τρόπο υπερβατικό, αιτιώδη και ενιαίο. Γιατί από αυτόν έχουν προέλθει οι πηγές των θεϊκών όντων και όλα τα καθολικότατα γένη.
Για αυτό και ο θεολόγος Ορφέας πλάθει ένα καθολικότατο ζωντανό ΟΝ βάζοντας του κεφάλια Κριού, Ταύρου, Λιονταριού και Δράκοντος και αποδίδοντας σε αυτό για πρώτη φορά το θηλυκό και το αρσενικό, επειδή είναι το πρώτο ζωντανό ΟΝ : «θηλυκός και πατέρας, ισχυρός θεός Ηρικεπαίος» λέει ο Ορφέας. Και σε αυτόν αποδόθηκαν για πρώτη φορά οι φτερούγες. Γιατί, αν έλαβε την προέλευση του από το «πρωτογενές ωό», δηλώνει και τούτος εδώ ο μύθος ότι είναι το πρωταρχικό ζωντανό ΟΝ, αν πρέπει να διατηρούμε την αναλογία. Γιατί, όπως το ωό έχει συμπεριλάβει εκ των προτέρων την σπερματική αιτία του ζωντανού οργανισμού, έτσι και ο «απόκρυφος διάκοσμος» περιέχει ενιαία καθετί το νοητό, και όπως ο ζωντανός οργανισμός περιέχει διαιρεμένα πια όσα υπήρχαν σπερματικά μέσα στο ωό, έτσι και τούτος εδώ ο ορφικός θεός κάνει φανερή την απόρρητη και ασύλληπτη ιδιότητα των πρώτων αιτιών.
Επίσης θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο δημιουργός δίνει υπόσταση σε κάποια γένη θεών τα οποία μένουν μέσα του, και σε κάποια άλλα γένη των θεών που από αυτόν προχωρούν στις δεύτερες και στις τρίτες βαθμίδες. Και ο πατέρας που παράγει ως άλλα τα αίτια που είναι υποδείγματα της δημιουργίας και μένουν μέσα του, και άλλα τα ίδια τα δημιουργικά αίτια που είναι τοποθετημένα πάνω από το σύμπαν. Και ο προπάτορας του, ο Ουρανός, άλλους θεούς κρατάει μέσα του και σε άλλους επιτρέπει την απομάκρυνση από κοντά του. Και αυτά οι θεολόγοι τα δηλώνουν με μυστικές ονομασίες, κάνοντας λόγο αλλού για απόκρυψη, αλλού για κατάποση και αλλού για ανατροφή μέσα στον μηρό. Πολύ πριν όμως από αυτούς, ο νοητός Νους, ο πατέρας των πάντων, άλλες αιτίες γεννά και αποκαλύπτει μέσα του, και άλλες τις αποστέλλει από τον εαυτό του και τις τοποθετεί επικεφαλής στις επόμενες του βαθμίδες των θεών, κρατώντας μέσα στην συγκέντρωση του τα ενιαία, τα καθολικά και τα απολύτως τέλεια, και αποστέλλοντας σε άλλες βαθμίδες όσα λαμβάνουν πλήθος και διαιρούνται μέσω της διαφορετικότητας. Επειδή, λοιπόν, ολόκληρη η πατρική τάξη λαμβάνει υπόσταση κατά αυτόν τον τρόπο, δικαιολογημένα και τούτος εδώ ο Κόσμος, ο οποίος αποτελεί απομίμηση των νοητών τάξεων και είναι εξαρτημένος από εκείνες, έχει άλλη την πληρότητα που προηγείται των επιμέρους ζωντανών Όντων και άλλη τη πληρότητα που συμπληρώνεται από τα επιμέρους ζωντανά Όντα, και μαζί με την πρώτη υποδέχεται και τη δεύτερη, προκειμένου να είναι  ομοιότατος και προς τη δημιουργική και προς την υποδειγματική αιτία.
Σχετικά με το «κατ’ ουσίαν ζωντανό ΟΝ» ας ειπωθεί όμως ότι ένα μέρος του νοητού πλάτους είναι κορυφαίο, ενωμένο και απόκρυφο, ένα άλλο μέρος είναι δύναμη του προηγούμενου, η οποία προοδεύει και ταυτόχρονα μένει, και ένα άλλο μέρος είναι αυτό που φανέρωσε τον εαυτό του μέσω της ενέργειας και απέδειξε μέσα του το πλήθος το νοητό. Και από αυτά το ένα είναι νοητό ΟΝ, το άλλο νοητή ζωή και το τρίτο νοητός νους. Όμως το ίδιο το πρωταρχικό ΟΝ δεν μπορεί να είναι καθαυτό ζωντανό ΟΝ. Γιατί εκεί δεν υπάρχει πλήθος ούτε τετράδα Ιδεών, αλλά λόγω της απομόνωσης του και της απερίγραπτης ένωσης του έχει ονομαστεί Ένα ΟΝ από τον Πλάτωνα. Και γενικά το καθαυτό ζωντανό ΟΝ λέγεται ότι μετέχει στον Αιώνα, ενώ το πρωταρχικό ΟΝ δεν μετέχει σε τίποτα. Δεν μπορεί, λοιπόν, το καθαυτό ζωντανό ΟΝ να είναι το ίδιο το ΟΝ, για τους λόγους που έχουν προαναφερθεί. Δεν μπορεί όμως να είναι ούτε η ζωή η νοητή. Γιατί το ζωντανό ΟΝ είναι κατώτερο από τη ζωή και λέγεται ζωντανό λόγω της συμμετοχής του στη ζωή. Και γενικά, αν το καθαυτό ζωντανό ΟΝ ήταν το δεύτερο, ο Αιώνας θα ήταν το ΟΝ. Αλλά αυτό είναι αδύνατον. Γιατί άλλο είναι το Ένα ΟΝ και άλλο το ΟΝ Αεί [που υπάρχει πάντα]. Γιατί το Ένα ΟΝ είναι η μονάδα του Όντος, ενώ το ΟΝ Αεί είναι η δυάδα του Όντος, αφού έχει συνδυασμένο το ΟΝ με το Αεί. Και το Ένα ΟΝ είναι το αίτιο του Είναι [της  ουσίας και της ύπαρξης] των πάντων, ενώ το ΟΝ Αεί είναι το αίτιο της κατά το Είναι διατήρησης [διατήρησης της ουσίας και της ύπαρξης τους]. Αν, λοιπόν, το καθαυτό ζωντανό ΟΝ δεν είναι ούτε το Ένα ΟΝ ούτε το ΟΝ Αεί που βρίσκεται μετά το Ένα ΟΝ (γιατί αυτό είναι ο Αιώνας, η νοητή δύναμη, η άπειρη ζωή και η ίδια η ολότητα, με βάση την οποία κάθε θείο Ον είναι συγκεντρωτικά σύνολο), τότε είναι ανάγκη το καθαυτό ζωντανό ΟΝ να είναι το τρίτο. Γιατί είναι ανάγκη το καθαυτό ζωντανό ΟΝ να είναι από μια άποψη Νους, εφόσον και η εικόνα του υπάρχει οπωσδήποτε μαζί με την αίσθηση και η αίσθηση είναι εικόνα του Νοός. Επομένως μέσα σε εκείνο, που είναι πρωταρχικά ζωντανό ΟΝ, υπάρχει πρωταρχικά ο Νους. Επομένως, αν είναι κατώτερο από τη ζωή, αναγκαστικά έχει λάβει υπόσταση στη θέση του νοητού Νοός. Γιατί, καθώς είναι νοητό και ζωντανό ΟΝ και, όπως ο ίδιος ο Πλάτωνας είπε, «το ωραιότερο ανάμεσα στα νοητά» και μοναδικό, θα έχει αυτή τη σειρά. Γιατί όλα όσα υπάρχουν μετά από αυτό το είδος ύπαρξης παράγονται μαζί με άλλα και υπολείπονται από τη νοητή πληρότητα. Άρα, το καθαυτό ζωντανό ΟΝ είναι νοητός Νους, ο οποίος περιέχει μέσα του τις νοητικές τάξεις των θεών και τις συγκεντρώνει, τις ενοποιεί και τις τελειοποιεί, επειδή είναι το ωραιότερο πέρας των νοητών και αποκαλύπτει στα νοητικά την ενωμένη και άγνωστη αιτία των νοητών και παρακινεί τον εαυτό του στις κάθε λογής Ιδέες και στις κάθε λογής δυνάμεις και παράγει όλες τις κατώτερες τάξεις των θεών. Για αυτό, λοιπόν, και ο Ορφέας αποκάλεσε τούτον τον θεό Φάνη, επειδή φανερώνει της νοητές ενάδες, και του απέδωσε μορφές ζώων, επειδή μέσα σε αυτόν αποκαλύφθηκε η πρώτη αιτία των νοητών ζωντανών Όντων, και ποικίλα είδη, επειδή συμπεριλαμβάνει πρωτογενώς τις νοητές Ιδέες, και λέγοντας τον «Κλείδα του Νοός» τον αποκάλεσε κλειδί του Νοός, επειδή περατώνει τη νοητή ουσία και συνέχει τη νοητική ζωή. Από αυτόν, λοιπόν, το τόσο μεγάλο θεό έχει εξαρτηθεί ο δημιουργός του σύμπαντος, ο οποίος είναι και αυτός Νους, όπως είπαμε προηγουμένως, αλλά νοητικός Νους, υπό την έννοια ότι είναι ιδιαιτέρως αίτιος του Νοός. Για αυτό και λέγεται ότι κοιτάζει το καθαυτό ζωντανό ΟΝ. Γιατί το ορώ [κοίταγμα] είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των νοητικών θεών, αφού και ο θεολόγος χαρακτηρίζει «αόμματο» τον νοητό Νου. Πράγματι, λέει για αυτόν : «τρέφοντας στο μυαλό του αόμματο γοργό Έρωτα». Γιατί ο Έρωτας είναι το νοητό αποτέλεσμα της ενέργειας του νοητού Νοός. Και ο δημιουργός, παρόλο που είναι Νους, δεν είναι Νους που επιδέχεται συμμετοχή, προκειμένου να είναι δημιουργός του σύμπαντος και προκειμένου να μπορεί να κοιτάζει προς το καθαυτό ζωντανό ΟΝ. Και αφού δεν επιδέχεται συμμετοχή, είναι πραγματικά νοητικός Νους και μέσω της απλής νόησής του είναι ενωμένος με το νοητό, ενώ μέσω της ποικίλης νόησής του σπεύδει στη γέννηση των κατώτερων. Και ο Πλάτωνας είπε ότι αυτός κοιτάζει στο καθαυτό ζωντανό ΟΝ, ενώ ο Ορφέας είπε ότι «πηδάει πάνω» του και το «καταπίνει» κατόπιν υποδείξεως της Νύχτας. Γιατί από αυτήν, που είναι ταυτόχρονα νοητή και νοητική, ο νοητικό Νους συνδέεται με το νοητό. Και δεν μπορεί για τον λόγο αυτόν να πεις ότι ο δημιουργός κοιτάζει προς τα έξω (γιατί δεν του επιτρέπεται) αλλά, στραμμένος στον εαυτό του και στην πηγή των Ιδεών που έχει μέσα του συνδέεται με τη μονάδα των κάθε λογής διαμορφωτικών βαθμίδων. Γιατί σύμφωνα με τον Χρησμό : «δεν υπάρχει Νους χωρίς νοητό και δεν υπάρχει νοητό χωρίς Νου». Το καθαυτό ζωντανό ΟΝ υπάρχει και μέσα του, όχι όμως με ενιαίο τρόπο αλλά με βάση κάποιον θεϊκό αριθμό. Για αυτό λέγεται από τους θεολόγους ότι ο δημιουργός «καταπίνει» εκείνον τον νοητό θεό, τον ορφικό Φάνη όπως είπαμε, υπό την έννοια ότι ενώνεται μαζί του και είναι νοητικός θεός και ταυτόχρονα το σύνολο του νοητού και οι διαιρέσεις των Ιδεών και ο νοητός αριθμός. Αυτά υποδεικνύει και ο Πλάτωνας και αποκάλεσε «όσες και ότι λογής» τις Ιδέες του νοητού ζωντανού Όντος, δηλώνοντας με το δεύτερο τις ιδιότητες των αιτιών και με το πρώτο τη διάκριση τους με βάση τον αριθμό. Το θεϊκότερα, νοητά νοούνται από τα υποδεέστερα νοητά, υπό την έννοια ότι τα θεϊκότερα νοητά βρίσκονται μέσα στα υποδεέστερα. Έτσι λέγεται από τον Σωκράτη ότι και η ψυχή, όταν εισέρχεται στον εαυτό της, βρίσκει όλα τα όντα, «τον θεό και την φρόνηση», ως εκ τούτου καταλαβαίνουμε ότι και το καθαυτό ζωντανό ΟΝ θα βρίσκεται και πριν από τον δημιουργό και μέσα σε αυτόν, και πριν από αυτόν θα είναι τα πάντα με τρόπο καθολικό και νοητό, ενώ μέσα στον δημιουργό θα είναι τα πάντα με τρόπο νοητικό και διαιρεμένο. Γιατί μέσα στον δημιουργό έχουν λάβει εκ των προτέρων υπόσταση ξεχωριστά τα αίτια του ήλιου και της σελήνης και όχι μόνο η μια Ιδέα των ουράνιων θεών, η οποία δίνει υπόσταση σε όλα τα ουράνια γένη. Για αυτό και οι Χρησμοί λένε ότι οι δημιουργικές Ιδέες «Κινούνται μοιάζοντας με σμήνη και διασπώνται γύρω από τα σώματα του Κόσμου». Γιατί ο θεϊκός Νους την καθολική τους διάκριση μέσα στο νοητό την ανέπτυξε στο σύνολο του δημιουργικού πλήθους.
Όπως, όμως, τούτος ο Κόσμος – ο αισθητός – περιέχει όλα τα ορατά, έτσι και εκείνος – ο νοητός – περιέχει όλα τα νοητά. Είναι, όμως, διαφορετικός ο τρόπος της περίληψης σε καθένα από τους δύο, όμως στα εδώ κάτω υπάρχει το ορατό σε αναλογία με τα εκεί πάνω. Καθένας από τους εδώ, εντός του Σύμπαντος, ζωντανούς οργανισμούς, στον βαθμό που είναι ζωντανός οργανισμός, είναι όμοιος με το παντέλειο ζωντανό ΟΝ, ενώ το πιο όμοιο από όλα με εκείνο είναι το Σύμπαν το ίδιο, που είναι το πρωταρχικό ορατό ζωντανό ΟΝ, όπως εκείνο  – το παντέλειο ζωντανό ΟΝ – ήταν το πρωταρχικά νοητό ζωντανό ΟΝ. Το Σύμπαν προπάντων είναι όμοιο με το καθαυτό ζωντανό ΟΝ
Ο νοητικός Νους ή ορθά ο δημιουργός και ταυτόχρονα πατέρας [Ζευς - Δίας] ή αλλιώς το νοητικό Σύμπαν δημιουργεί κοιτάζοντας προς το Ιδεατό ή καθαυτό ζωντανό υπόδειγμα [Φάνης] ή νοητό Σύμπαν, προκειμένου νοώντας το υπόδειγμα να γίνει τα πάντα και έτσι να δώσει υπόσταση με την ουσία του και την ενέργεια του στον αισθητό Κόσμο. Μιας και το ιδεατό ζωντανό ΟΝ ή υπόδειγμα [Φάνης] είναι νοητά τα πάντα, ο δημιουργός και ταυτόχρονα πατέρας νοητικός Νους [Δίας - Ζευς] είναι νοητικά τα πάντα, και ο αισθητός Κόσμος είναι αισθητά τα πάντα. Δηλαδή το ιδεατό ζωντανό ΟΝ – υπόδειγμα [Φάνης] είναι όλα τα νοητά, ο νοητικός Νους [ Ζευς - Δίας] είναι όλα τα νοητικά και ο αισθητός γεννημένος Κόσμος – ουρανός είναι όλα τα αισθητά. Και αυτό μιας και το αιώνιο ιδεατό ζωντανό υπόδειγμα [Φάνης] είναι μέσα στα νοητά αυτό ακριβώς που είναι ο νοητικός Νους [Ζευς - Δίας] μέσα στα νοητικά. Το ιδεατό ζωντανό ΟΝ [Φάνης] είναι το πρώτο ανάμεσα στα υποδειγματικά αίτια και είναι το πρώτο αιώνιο ΟΝ, ο Πρόκλος «Είς Τίμαιον» [1. 331.17 -  19] περί αυτού γράφει χαρακτηριστικά ότι «τὸ παράδειγμα τοῦ παντὸς οὐ τῶν πολλῶν ἐστιν ἀιδίων͵ ἀλλὰ τὸ πάντων ἀιδιώτατον καὶ τὸ πρώτως αἰώνιον», βρίσκεται δε εδραιωμένο στο τέλος των πρώτων νοητών, ο δε νοητικός Νους [Ζευς - Δίας] είναι η πρώτη μονάδα των δημιουργικών αιτιών που ενώνεται μέσω της Νύκτας – μυθολογικά πηδά πάνω στον Φάνη δηλαδή στο νοητό καθαυτό ζωντανό ΟΝ και το καταπίνει – με το ζωντανό ΟΝ που εμπεριέχει τις τέσσερις μονάδες των Ιδεών – τα ιδεατά πρότυπα των 4ωνΦάνης] είναι διπλό, το ένα νοητό και το άλλο νοητικό, και όπως το ένα βρίσκεται πριν από τον δημιουργό και ταυτόχρονα πατέρα ή αλλιώς νοητικό Νου [Δίας - Ζευς], καθώς είναι πρωταρχικά αιώνιο και ενωμένο και συμπεριλαμβάνει όλα τα νοητά ζωντανά όντα, ενώ το άλλο βρίσκεται μέσα στον δημιουργό, καθώς περιέχει ενιαία ολόκληρο τον δημιουργικό αριθμό των ειδών. Δηλαδή το καθαυτό ιδεατό ζωντανό ΟΝ [αυτόζωον] υπάρχει και πριν τον νοητικό Νου και μέσα στον νοητικό Νου και μετά τον νοητικό Νου. Γιατί απλώνεται σε κάθε νοητική βαθμίδα, είτε καθολική είτε μερική. Ο νοητικός Νους κοιτάζει προς τον εαυτό του και προς τα προηγούμενα του – γιατί δεν θα ήταν θεμιτό να κοιτάζει προς τα κατώτερα του – και, κοιτάζοντας προς εκείνα, παράγει τα πάντα και κάνει το σύμπαν, στο βαθμό που είναι σύμπαν, εικόνα του νοητού σύμπαντος. Περιέχεται, μάλιστα, από το  νοητό σύμπαν με βάση την αιτία των νοητικών θεών η οποία υπάρχει εκεί, και περιέχεται όχι σαν ένα μέρος και είδος του νοητού σύμπαντος, αλλά όπως η κατώτερη βαθμίδα περιέχεται μέσα στην προηγούμενη της. Γιατί διαφορετικά λέγεται ότι ο θεϊκός Νους περιέχει τα είδη και διαφορετικά τους επιμέρους νόες. Γιατί καθένα από αυτά είναι τα πάντα αυτοτελώς, ενώ καθένα από τα είδη είναι ενωμένο με τα άλλα είδη, δεν είναι όμως τα πάντα. Γιατί καθένα από αυτά είναι αυτό που είναι, διατηρώντας την ιδιότητα του αμιγή και διακριτή. Με την ίδια, λοιπόν, λογική διαφορετικά περιέχονται μέσα στον νοητό Νου τα νοητά που υπάρχουν μέσα σε αυτόν, και διαφορετικά οι νοητικές βαθμίδες που προήλθαν από αυτόν. Ωστόσο μπορείς να πεις ότι καθεμία από αυτές, που είναι αυτοτελής, περιέχεται και μέσα στο παντέλειο ζωντανό ΟΝ. Όλα, λοιπόν, όσα υπάρχουν μέσα στον δημιουργό, υπάρχουν και μέσα στο υπόδειγμα, και ο δημιουργός δημιουργώντας τον Κόσμο με πρότυπο εκείνο, τον δημιουργεί με πρότυπο και τον ίδιο του τον εαυτό. ειδών πλασμάτων που εντός του δημιουργού είναι νόες και νοητικές δυνάμεις που δεν επιδέχονται συμμετοχή : τα ουράνια όντα ή το στοιχείο πυρ, τα ιπτάμενα όντα ή το στοιχείο αήρ, τα υδρόβια όντα ή το στοιχείο ύδωρ και τα χθόνια όντα ή το στοιχείο γη – και, αφού συμπληρωθεί από εκεί, γίνεται νοητός Κόσμος μέσα στα νοητικά. Το υπόδειγμα ή αλλιώς το Ιδεατό ζωντανό ΟΝ [Φάνης] είναι διπλό, το ένα νοητό και το άλλο νοητικό, και όπως το ένα βρίσκεται πριν από τον δημιουργό και ταυτόχρονα πατέρα ή αλλιώς νοητικό Νου [Δίας - Ζευς], καθώς είναι πρωταρχικά αιώνιο και ενωμένο και συμπεριλαμβάνει όλα τα νοητά ζωντανά όντα, ενώ το άλλο βρίσκεται μέσα στον δημιουργό, καθώς περιέχει ενιαία ολόκληρο τον δημιουργικό αριθμό των ειδών. Δηλαδή το καθαυτό ιδεατό ζωντανό ΟΝ [αυτόζωον] υπάρχει και πριν τον νοητικό Νου και μέσα στον νοητικό Νου και μετά τον νοητικό Νου. Γιατί απλώνεται σε κάθε νοητική βαθμίδα, είτε καθολική είτε μερική. Ο νοητικός Νους κοιτάζει προς τον εαυτό του και προς τα προηγούμενα του – γιατί δεν θα ήταν θεμιτό να κοιτάζει προς τα κατώτερα του – και, κοιτάζοντας προς εκείνα, παράγει τα πάντα και κάνει το σύμπαν, στο βαθμό που είναι σύμπαν, εικόνα του νοητού σύμπαντος. Περιέχεται, μάλιστα, από το  νοητό σύμπαν με βάση την αιτία των νοητικών θεών η οποία υπάρχει εκεί, και περιέχεται όχι σαν ένα μέρος και είδος του νοητού σύμπαντος, αλλά όπως η κατώτερη βαθμίδα περιέχεται μέσα στην προηγούμενη της. Γιατί διαφορετικά λέγεται ότι ο θεϊκός Νους περιέχει τα είδη και διαφορετικά τους επιμέρους νόες. Γιατί καθένα από αυτά είναι τα πάντα αυτοτελώς, ενώ καθένα από τα είδη είναι ενωμένο με τα άλλα είδη, δεν είναι όμως τα πάντα. Γιατί καθένα από αυτά είναι αυτό που είναι, διατηρώντας την ιδιότητα του αμιγή και διακριτή. Με την ίδια, λοιπόν, λογική διαφορετικά περιέχονται μέσα στον νοητό Νου τα νοητά που υπάρχουν μέσα σε αυτόν, και διαφορετικά οι νοητικές βαθμίδες που προήλθαν από αυτόν. Ωστόσο μπορείς να πεις ότι καθεμία από αυτές, που είναι αυτοτελής, περιέχεται και μέσα στο παντέλειο ζωντανό ΟΝ. Όλα, λοιπόν, όσα υπάρχουν μέσα στον δημιουργό, υπάρχουν και μέσα στο υπόδειγμα, και ο δημιουργός δημιουργώντας τον Κόσμο με πρότυπο εκείνο, τον δημιουργεί με πρότυπο και τον ίδιο του τον εαυτό.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, θα πούμε ότι, καθώς η περιεκτικότητα είναι δυο ειδών, η μία υπό την έννοια ότι το σύνολο περιέχει τα μέρη και η άλλη υπό την έννοια ότι η αιτία περιέχει τα αιτιατικά, ο Πλάτωνας υπόθεσε την πρώτη λέγοντας ότι στο σύνολο του καθαυτού ζωντανού Όντος περιέχονται τα μέρη τα γένη και τα είδη των ζωντανών οργανισμών, που όλα τους τα έχει ονομάσει ατελή ως προς το σύνολο. Όσο για τον καθολικό νοητικό Νου ή Δία – Ζήνα, προήλθε και αυτός από εκεί σαν από αιτία του, ενώ περιέχει και αυτός με νοητικό τρόπο τα πάντα. Περιέχεται, λοιπόν, ο νοητικός Νους ή Δίας – Ζευς από το νοητό ζωντανό ΟΝ ή ορφικό Ωό υπό την έννοια της αιτίας, και δεν περιέχεται έτσι, σαν να είναι μέρος, ώστε να είναι ατελής. Για αυτό και ο «Τίμαιος» λέγει ότι : «Γιατί εκείνο περιέχει μέσα του και έχει όλα τα νοητά ζωντανά Όντα». Γιατί στην πραγματικότητα μέσα σε εκείνο βρίσκονται αυτά που περιέχονται ως μέρη και έμειναν αναπόσπαστα από την ολότητα και συμπληρώνουν εκείνη, η οποία είναι όχι το σύνολο πριν από τα μέρη αλλά το σύνολο που αποτελείται από τα μέρη. Έτσι η αγαθότητα είναι διπλή, και άλλη απόλυτη, άλλη αυτή που βρίσκεται στον δημιουργικό υπερκόσμιο Νου, και η μία είναι πηγή όλων των αγαθών, νοητών και νοητικών και υπερκόσμιων και εγκόσμιων, ενώ η άλλη, επειδή είναι κάποια αγαθότητα, είναι αιτία και πηγή κάποιων αγαθών, αλλά και έλαβε σειρά κατώτερη από άλλα αγαθά. Δηλαδή και επομένως ο δημιουργικός και ταυτόχρονα πατρικός νοητικός Νους [Δίας - Ζευς] έχει την ιδιότητα του δημιουργικού αίτιου λόγω της αγαθότητας που υπάρχει σε αυτόν. Λόγω αυτής και ο νοητικός Νους είναι δημιουργός και όχι μόνο γνώστης του Όντος, και το ΟΝ που υπάρχει σε αυτόν, το υπόδειγμα εντός του, είναι δραστικό και δημιουργεί με την ίδια την ουσία του και δεν τελειοποιεί μόνο τον νοητικό Νου. Τα πάντα δηλαδή υπάρχουν πρωταρχικά μέσα στον εαυτό του, και τα εξωτερικά, το «Εόν» του Παρμενίδη, είναι εικόνες της ολότητάς του που δημιουργεί με ολόκληρο τον εαυτό του γιατί ούτε οι Ιδέες, τα ζωντανά Όντα, έχουν λάβει υπόσταση απομονωμένες και ξεχωριστές από τον δημιουργό νοητικό Νου, αλλά ο νοητικός Νους στραμμένος στον εαυτό του ορά όλα τα είδη, για αυτό και ο Πλάτων στους «Νόμους» παρομοίαζε την ενέργεια του νοητικού Νου με την περιφορά «εντόρνου» σφαίρας. Συγκεκριμένα ο Πρόκλος λέγει ότι «οὔτε γὰρ αἱ ἰδέαι κεχωρισμέναι τοῦ νοῦ καθ΄ αὑτὰς ὑφεστήκασιν͵ ἀλλ΄ ὁ νοῦς εἰς ἑαυτὸν ἐπεστραμμένος ὁρᾷ τὰ εἴδη πάντα· διὸ ὁ Ἀθηναῖος Ξένος [legX898B] σφαίρας ἐντόρνου περιφορᾷ τοῦ νοῦ τὴν ἐνέργειαν ἀπείκασεν·»
Ο δημιουργός και ταυτόχρονα πατέρα ή αλλιώς ο νοητικός Νους είναι αίτιος του είδους, το υπόδειγμα αίτιο της ομορφιάς και το Αγαθό αίτιο της ένωσης. Το νοητό υπόδειγμα χορηγεί την ομορφιά και το είδος, το δε δημιουργικό αίτιος δηλ. ο νοητικός Νους χορηγεί το είδος και την ουσία. Το δημιουργικό αίτιο, το οποίο ορά προς το νοητό υπόδειγμα είναι πολύμορφο. Γιατί διαφορετικά δημιουργεί ορώντας προς εκείνο ο καθολικός δημιουργός, γιατί και ο καθολικός δημιουργός αποβλέπει προς το νοητό και το τέλειο ζωντανό ΟΝ, χρησιμοποιεί όμως το υπόδειγμα που έχει μέσα του, καθώς έχει με νοητικό τρόπο το νοητό, το οποίο είναι και τέτοια, όπως το νοητό, λόγω της ομοιότητας που έχει προς εκείνο, και πιο μερικό από αυτό – αυτός, είναι ενωμένος με εκείνο λόγω της κορυφαίας υπεροχής του – και διαφορετικά η δημιουργική τριάδα. Το πρώτο μέλος της δημιουργεί ενιαία, το δεύτερο γεννητικά και το τρίτο επιστρεπτικά, διαφορετικά μέσα στους ανεξάρτητους θεούς, διαφορετικά μέσα στους εγκόσμιους.
Επίσης θα πρέπει να επισημάνουμε ότι υπάρχει πλήθος νοητών ζωντανών οργανισμών, πράγμα που και ο Πλάτωνας αποδεικνύει ρωτώντας με ποιόν από τους ζωντανούς οργανισμούς συνέστησε τον Κόσμο ο δημιουργός ή νοητικός Νους. Γιατί η ιδιότητα του ζωντανού οργανισμού ξεκινά από ψηλά και από τα νοητά και προχωρά μέσα από όλες τις μεσαίες βαθμίδες και αλλού υπάρχει μόνο νοητά, αλλού μόνο νοητά αλλά με τον τρόπο που αναλογεί στα νοητά – νοητικά, και αλλού νοητικά, και στην τελευταία περίπτωση αλλού μόνο νοητά με τον τρόπο που αντιστοιχεί στα νοητικά, αλλού ζωτικά και αλλού νοητικά. Και έτσι σε κάθε Νου υπάρχει ο νοητός ζωντανός οργανισμός με τον τρόπο που τους ταιριάζει. Γιατί κάθε Νους έχει το νοητό που είναι ενωμένο μαζί του. Η φύση του ζωντανού οργανισμού απλώνεται σε όλες τις βαθμίδες του Νου.
Αυτές, βέβαια, τις διαφορές πρέπει να τις θεωρήσουμε ενωμένες μέσα στο ίδιο το πρωταρχικό ζωντανό ΟΝ και να αποδώσουμε σε αυτές πρόοδο με βάση τους αριθμούς που τους ταιριάζουν. Γιατί, όπως το πρώτο ζωντανό ΟΝ είναι μοναδικό, έτσι καθένα από τα υπόλοιπα ζωντανά όντα έχει προσδιοριστεί από διαφορετικό αριθμό, και εκεί που ο αριθμός είναι ίδιος, υπάρχουν διαφορές ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες των όντων. Γιατί πρέπει και στην περίπτωση του ζωντανού Όντος να υπάρχει το μοναδικό πριν από όσα έχουν λάβει πλήθος, επειδή αυτό είναι συγγενέστερο με το Ένα και από την στιγμή που κάθε θεϊκό πλήθος ξεκινά από τη μονάδα. Όπως ακριβώς, λοιπόν, ο δημιουργός είναι η μονάδα όλων των δημιουργικών αιτιών, παρόλο που η δημιουργική ιδιότητα υπάρχει σε πολλούς θεούς, έτσι λοιπόν και το καθαυτό ζωντανό ΟΝ είναι μονάδα όλων των ζωντανών όντων, μέσα στο οποίο βρίσκονται και τα πιο καθολικά υποδείγματα των εγκόσμιων και έχει λάβει υπόσταση εκ των προτέρων η μια αιτία του σύμπαντος Κόσμου. Το νοητό υπόδειγμα είναι ζωντανός οργανισμός, επειδή χορηγεί τη ζωή, όπως ίδει έχουμε αναφέρει, και επειδή γεννά τις αιτίες ολόκληρης της ζωογονικής σειράς και τις ίδιες τις πηγές της ζωής, και επειδή είναι γεμάτο από την πρωταρχική και νοητή ζωή. Δηλαδή το Ένα ΟΝ θα βρίσκεται υπεράνω της ζωής, η μεσαία τάξη των νοητών είναι η πρώτη, η μια και άπειρη ζωή, ενώ το καθαυτό ζωντανό ΟΝ, επειδή είναι γεμάτο από την νοητή ζωή, αποκαλείται ζωντανό ΟΝ. Γιατί, όπως είναι αιώνιο λόγω της συμπλήρωσης του από τον Αιώνα [από την αιωνιότητα], έτσι λοιπόν είναι και ζωντανό λόγω της υποδοχής της ζωής. Είναι νοητό, επειδή είναι τοποθετημένο μετά την νοητή ζωή. Έχει κληθεί, λοιπόν, ζωντανό ΟΝ όχι επειδή ζει. Άλλωστε καθετί που ζει είναι κατά τον Πλάτωνα ζωντανό Ον. Ότι τυχόν έχει ζωή, λέει ο Τίμαιος, δίκαια θα αποκαλείτο ζωντανό Ον. Για αυτό αποκαλεί ζωντανά όντα και τα φυτά και τα σπέρματα, χαρακτηρίζοντας ότι ζωντανό Ον από την ζωή. Αν, λοιπόν, ζει το νοητό υπόδειγμα ως αιώνιο – γιατί η αιωνιότητα είναι το σύνολο της ζωής, όπως αναφέρει και ο Πλωτίνος, ώστε και το αιώνιο ζει – και αν καθετί που ζει είναι ζωντανό Ον, άρα το νοητό υπόδειγμα είναι ζωντανό ΟΝ. Άρα το ζωντανό υπόδειγμα ή αλλιώς το νοητό ζωντανό ΟΝ βρίσκεται στην Τρίτη τριάδα των νοητών. Γιατί δεν βρίσκεται στην πρώτη, αφού εκείνη είναι υπεράνω της ζωής. Ούτε στην δεύτερη, αφού αυτή είναι η ζωή. Άρα βρίσκεται στην τρίτη. Γιατί δεν βρίσκεται ούτε έξω από τα νοητά, επειδή ο Πλάτωνας συνεχώς αποκαλεί το υπόδειγμα μόνο νοητό. Και παρόλο που αναγνωρίζει και τον υπερκόσμιο δημιουργικό Νου, ούτε αυτόν τον ονομάζει νοητό ούτε το υπόδειγμα ήταν νοητικό. Αλλά είναι άλλη η νοητή ολότητα και άλλη η νοητική. Επομένως, και ο δημιουργός, αν και περιέχει όλα όσα περιέχει το νοητό ζωντανό ΟΝ, ωστόσο έχει την ολότητα κατώτερη από την νοητή.
Ο Πλάτωνας, τοποθετεί πριν από ολόκληρο τον Κόσμο τις τρείς αιτίες, το Αγαθό – Ένα, τον νοητό ζωντανό ΟΝ [οργανισμό] και τον δημιουργικό Νου, από αυτές δίνει στον Κόσμο νου τέλειο, εδραιωμένο πάντα στην πράξη, ξεχωριστό από την ύλη, γεμάτο από άχραντες νοήσει, και θεϊκή ψυχή, νοητική που αναπτύσσει την ουσία του ενός Νου και χορεύει γύρω από αυτόν και ανακυκλώνει το σύμπαν, και ένωση των ουσιών και μια θεϊκότητα και αγαθότητα που συγκρατεί και ενοποιεί ολόκληρο το πλήθος μέσα στον Κόσμο, και πρόνοια που απλώνεται σε όλα και είναι ξεχωριστή από αυτά για τα οποία προνοεί και ανήκει στον εαυτό της και ξεχωρίζει τον εαυτό της από όλα όσα διοικεί.
Ο νοητικός Νους, όταν δημιουργεί, ενδυναμώνεται και από τα δύο. Δηλαδή και από το υπόδειγμα, επειδή προς αυτό δημιουργεί, και από την αγαθότητα, επειδή για αυτήν δημιουργεί. Έχουμε δηλαδή αυτά τα τρία στην σειρά, το Αγαθό, το ιδεατό ή καθαυτό ζωντανό ΟΝ [νοητό υπόδειγμα - Φάνης] και τον δημιουργό και ταυτόχρονα πατέρα νοητικό Νου ή αλλιώς Δία – Ζευς. Και αν το πούμε αλλιώς, η πρώτη αγαθότητα ή Αγαθό είναι το Ένα, που βρίσκεται υπεράνω κι από τα ίδια τα νοητά. Γιατί εκείνο είναι το υπερβατικό Αγαθό. Υπόδειγμα είναι το νοητό, το οποίο συγκροτεί ενωμένα ολόκληρο τον αριθμό των ειδών. Δηλαδή  ο δημιουργός είναι ο νοητικός Νους, ο οποίος δίνει υπόσταση στα πάντα, αυτός είναι ο Δίας – Ζευς.
Ο Πλάτων εις τον «Τίμαιο, 39.e.7» αναφέρει ότι όπως ο Νους νοεί [ορά] καλά τις ιδέες που υπάρχουν μέσα στο αιώνιο ζωντανό κόσμο [υπόδειγμα], δηλαδή τι λογής είναι και πόσες είναι, έτσι σκέφτηκε ο δημιουργός ότι έπρεπε να έχει και ο εδώ κόσμος, δηλαδή τις ίδιες ποιοτικώς και ποσοτικώς μορφές.
Δηλ. όπως θα έλεγε και ο Πλωτίνος,  ο Πλάτωνας λέει ότι ο «Νους βλέπει τις ενυπάρχουσες στο ζωντανό πλάσμα ιδέες». Έπειτα «σκέφτηκε» [διανοήθη], λέει, ο δημιουργός «αυτά που βλέπει το ζωντανό πλάσμα να τα έχει και τούτο το Σύμπαν». Δεν λέει λοιπόν ότι τα είδη [μορφές] υπάρχουν ήδη πριν από τον Νου και ότι ο Νους νοεί τα είδη [μορφές] ενώ αυτές υπάρχουν ;; Κατ’ αρχάς λοιπόν πρέπει να εξετάσουμε αν εκείνο, εννοώ το αιώνιο ζωντανό υπόδειγμα, δεν είναι Νους αλλά νοητό, και θα πούμε πάλι ότι ο Νους έχει έξω από τον εαυτό του αυτά που ορά. Συνεπώς έχει είδωλα και όχι αληθινά πράγματα, αν τα αληθινά πράγματα βρίσκονται εκεί, δηλαδή στο αιώνιο ζωντανό υπόδειγμα. Διότι όπως λέγει, και η αλήθεια είναι εκεί, όπου βρίσκεται το καθένα καθαυτό. Ωστόσο, ακόμα και να είναι άλλο το ένα και άλλο το άλλο, δεν είναι χωρισμένα μεταξύ τους, αλλά μόνο στον βαθμό που είναι διαφορετικά. Έπειτα, τίποτα στον συλλογισμό δεν εμποδίζει να είναι τα δυο ένα, διαιρεμένα με τη νόηση, μολονότι μόνο υπό την έννοια ότι ένα είναι το αντικείμενο και το άλλο το υποκείμενο της νόησης. Ο Πλάτων δηλαδή δεν λέει ότι αυτό που βλέπει είναι σε κάτι εντελώς διαφορετικό αλλά σε αυτό στο οποίο έχει το αντικείμενο της νόησης μέσα του[1]. Ή τίποτα δεν εμποδίζει ώστε το νοητό να είναι Νους, σε ακινησία, ενότητα και ηρεμία, αλλά η φύση του Νου βλέπει εκείνο τον Νου ο οποίος παραμένει στον εαυτό του είναι ενέργεια που προέρχεται από εκείνον, η οποία βλέπει αυτό  τον ακίνητο Νου. Βλέποντας τον Νου εκείνο, είναι, κατά κάποιο τρόπο, Νους εκείνου του Νου, διότι νοεί εκείνον. Εκείνος όμως ο νοών Νους καθαυτόν είναι κατά διαφορετικό τρόπο υποκείμενο και αντικείμενο της νόησης, μέσω της μίμησης. Αυτό είναι που «διανοήθηκε» να φτιάξει μέσα στον Κόσμο τούτα τα τέσσερα γένη των ζωντανών πλασμάτων τα οποία βλέπει στον νοητό Κόσμο. Ο Πλάτων βέβαια δίνει την εντύπωση ότι κάνει, κρυφά, αυτή τη διανοούμενη αρχή κάτι διαφορετικό από τα δυο εκείνα. Σε όλους όμως θα φανεί ότι τα τρία είναι ένα, το ζωντανό αιώνιο πλάσμα [υπόδειγμα] αυτό που είναι καθαυτό, ο Νους είναι η διανοούμενη αρχή. Όπως σε πολλά ζητήματα, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται διαφορετικά το «είναι τρία» διότι θέτουν διαφορετικά το πρόβλημα. Για τα δύο μεν μιλήσαμε, το τρίτο όμως τι είναι, αυτό που διανοήθηκε να κατασκευάσει, να δημιουργήσει και να διαιρέσει σε μέρη τα πράγματα που βλέπει ο Νους στο ζωντανό αιώνιο πλάσμα [υπόδειγμα] ;; Μπορεί κατά τον ένα τρόπο αυτό να είναι ο Νους που διαιρεί, αλλά κατ’ άλλον τρόπο αυτό που διαιρεί δεν είναι ο Νους. Στον βαθμό δηλαδή που τα διαιρούμενα σε μέρη πράγματα προέρχονται από αυτόν, είναι ο ίδιος αυτός που τα διαιρεί, στον βαθμό όμως  που ο ίδιος μένει αδιαίρετος και αυτά που διαιρούνται σε μέρη είναι εκείνα που προέρχονται από αυτόν – και τούτα είναι οι ψυχές -  η ψυχή είναι που κάνει τη διαίρεση σε πολλές ψυχές. Για τον λόγο αυτό ο Πλάτων λέει ότι η διαίρεση ανήκει στο τρίτο και είναι μέσα στο τρίτο, διότι διανοήθηκε, κι αυτό – η διάνοια – δεν είναι έργο του Νου αλλά της ψυχής, που έχει μια αδιαίρετη ενέργεια μέσα σε μια διαιρεμένη φύση.
Αυτό σημαίνει ότι, όπως θα έλεγε και ο Πρόκλος, Κάθε Νους ή είναι ακίνητος, οπότε είναι νοητός ως ανώτερος της κίνησης, ή κινείται, οπότε είναι νοητικός, ή και τα δυο, οπότε είναι νοητός και νοητικός ταυτόχρονα. Και ο πρώτος είναι ο Φάνης, ο δεύτερος – που κινείται και ακινητεί – ο Ουρανός, και αυτός που μόνο κινείται είναι ο Κρόνος.
Δηλαδή, ο ποιητής του Σύμπαντα Κόσμου είναι «νοητόν Νοός Νου ή νοητό νοητικού Νοός ή απλά ένας τρισυπόστατος νοητικός Νους» !
Ο Ένας δημιουργός είναι ο θεός ο οποίος σημειώνει το τέλος των νοητικών θεών και γεμίζει από τις νοητές μονάδες και από τις πηγές της ζωής και βγάζει από τον εαυτό του ολόκληρη τη δημιουργία και βάζει επικεφαλής του σύμπαντος άλλους πιο μερικούς πατέρες, ενώ ο ίδιος είναι αμετακίνητα και αιώνια εδραιωμένος στην κορυφή του Ολύμπου και βασιλεύει σε δυο Κόσμους, τον υπερουράνιο και τον ουράνιο, περιέχοντας την αρχή, τα μέσα και τα τέλη του Σύμπαντος. Γιατί ολόκληρος ο δημιουργικός κόσμος περιλαμβάνει τέσσερα αίτια: το πρώτο είναι δημιουργικό αίτιο των συνόλων με τρόπο συνολικό, το δεύτερο είναι δημιουργικό αίτιο των μερών με τρόπο συνολικό, το τρίτο είναι αίτιο των συνόλων με τρόπο διαιρεμένο και το τέταρτο είναι αίτιο των μερών με τρόπο διαιρεμένο. Και καθώς η δημιουργία είναι τετραπλή, η δημιουργική μονάδα εξάρτησε από τον εαυτό της τη συνολική πρόνοια των συνόλων, ενώ έχει εξαρτηθεί από αυτήν η δημιουργική τριάδα η οποία εποπτεύει τα μέρη με τρόπο συνολικό και διαίρεσε την δύναμη της μονάδας, όπως και στην άλλη, τη διαιρεμένη δημιουργία, η μονάδα, η οποία διευθετεί  τα σύνολα με διαιρεμένο τρόπο, είναι επικεφαλής της τριάδας που διευθετεί τα μέρη με διαιρεμένο τρόπο. Και από την τριάδα έχει εξαρτηθεί ολόκληρο το πλήθος το οποίο χορεύει γύρω από αυτήν και μοιράζεται τις δημιουργίες της και γεμίζει από αυτήν. Όπως ακριβώς, λοιπόν, πριν από τα πολλά υποδείγματα προηγείται το ένα, έτσι και πριν από τους πολλούς δημιουργούς προηγείται ο ένας δημιουργός, προκειμένου τα πάντα να αποτελούν μια σειρά : το ένα νοητό υπόδειγμα, ο ένας νοητικός δημιουργός και ο ένας και μοναδικός αισθητός Κόσμος. Αν, λοιπόν, αυτά έχουν ειπωθεί σωστά, ο δημιουργός του Σύμπαντος είναι το τέλος των νοητικών [νοερών] θεών : είναι εδραιωμένος μέσα στο νοητό, είναι γεμάτος από δύναμη με την οποία παράγει τα πάντα, και επιστρέφει τα πάντα στον εαυτό του. Για αυτό και ο Πλάτωνας στον «Τίμαιο, 29.a» τον αποκαλεί Νου και το αγαθότερο από τα αίτια και λέει ότι κοιτάζει προς το νοητό υπόδειγμα, προκειμένου με την τελευταία δήλωση να τον χωρίσει από τους πρώτους νοητούς θεούς, και με τον χαρακτηρισμό του ως Νου να τον αντιδιαστείλει από τους νοητούς – νοητικούς θεούς, και με τον χαρακτηρισμό του ως αγαθότερο από τα αίτια να τον τοποθετήσει πάνω από όλους τους άλλους δημιουργούς, υπερκόσμιους και εγκόσμιους. Γιατί ονομάζει αιτία τα δημιουργικά αίτια, όπως έλεγε και πιο πάνω: «Καθετί που γεννιέται, γεννιέται από κάποια αιτία». Και προσέθεσε : «Όταν ο δημιουργός φτιάχνει κάτι» και τα επόμενα. Είναι, λοιπόν, νοητικός θεός, υπερβατικός πάνω από όλους τους δημιουργούς. Αλλά, αν ήταν ο πρώτος ανάμεσα στους νοητικούς θεούς, μόνο «θα έμενε στην σταθερότητα του με τον δικό του τρόπο». Γιατί αυτό είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του πρώτου. Αν ήταν ο δεύτερος, θα ήταν πρωταρχικά αίτιος ζωής. Τώρα όμως αυτός, όταν γεννά την ψυχή, ενεργεί με τον κρατήρα, ενώ γεννά τον νου μόνος του. Άρα, δεν είναι άλλος από τον τρίτο νοητικό πατέρα. Γιατί το ιδιαίτερο του έργο είναι η δημιουργία του νου και όχι η κατασκευή του σώματος.  Γιατί δημιουργεί το σώμα όχι μόνος του, αλλά μαζί με την ανάγκη, δημιουργώντας το μέσω εκείνης. Ούτε ιδιαίτερό του έργο είναι η δημιουργία της ψυχής. Γιατί γεννά την ψυχή μαζί με τον κρατήρα. Μόνος του, όμως, δίνει υπόσταση στον Νου και τον τοποθετεί επικεφαλής του Σύμπαντος. Καθώς, λοιπόν, είναι δημιουργός Νους, δικαιολογημένα κατέχει τη νοητική θέση. Για αυτό και από τον Πλάτωνα αποκαλείται δημιουργός και πατέρας, και όχι μόνον πατέρας ούτε μόνο δημιουργός, ούτε, πάλι, πατέρας και δημιουργός. Γιατί ο πατέρας και δημιουργός είναι τα άκρα, εκ των οποίων ο πρώτος κατέχει την κορυφή των νοητικών και βρίσκεται πριν από την σειρά των βασιλέων – που είναι η εξής : Φάνης, Νύκτα, Ουρανός, Κρόνος, Δίας, Διόνυσος -, ενώ ο άλλος κατέχει το τέλος αυτής της σειράς, και ο πρώτος είναι η μονάδα της πατρικής θεότητας, ενώ ο άλλος έλαβε την δημιουργική δύναμη μέσα στο σύμπαν. Ανάμεσα στους δυο βρίσκεται ο πατέρας και ο δημιουργός μαζί, καθώς και ο δημιουργός και πατέρας μαζί. Γιατί αυτά τα δυο δεν είναι ίδια, αλλά στο ένα επικρατεί το πατρικό και στο άλλο το δημιουργικό. Μάλιστα, το πατρικό είναι ανώτερο από το δημιουργικό. Για αυτό και μεταξύ των δυο μεσαίων, μολονότι και οι δύο τους έχουν και τις δυο ιδιότητες, ο πρώτος είναι περισσότερο πατέρας. Γιατί είναι το τέλος του «πατρικού βυθού» κα η πηγή των νοητικών. Ο δεύτερος είναι περισσότερο δημιουργός, γιατί είναι μονάδα ολόκληρης της δημιουργίας. Για αυτό, πιστεύω, και ο πρώτος αποκαλείται Μήτις (Σοφία) και ο δεύτερος Μητιέτης (Σοφός), και ο πρώτος φαίνεται ενώ ο δεύτερος ορά, και ο πρώτος καταπίνεται, ενώ ο δεύτερος γεμίζει από την δύναμη εκείνου, και αυτό που ήταν ο πρώτος μέσα στα νοητικά. Γιατί ο πρώτος είναι το τέλος των νοητών θεών, ενώ ο δεύτερος είναι το τέλος των νοητικών. Και για τον πρώτο λέει ο Ορφέας, στο Ορφικό Απ. 97 : «Αυτά ο πατέρας δημιούργησε σε σκοτεινή σπηλιά», ενώ για τον δεύτερο λέει ο Πλάτωνας στον «Τίμαιο, 41.a» : «Έργα των οποίων εγώ είμαι δημιουργός και πατέρας», και στον «Πολιτικό, 237.b» : «Κρατώντας στην μνήμη του την υπόδειξη του δημιουργού και πατέρα», επειδή στον πρώτο επικρατεί περισσότερο το πατρικό, ενώ στον δεύτερο το δημιουργικό. Και καθένα από τα θεία ονομάζεται από την ιδιότητά του, ακόμα κι αν περιέχει τα πάντα. Έτσι, ο θεός που είναι μόνο δημιουργός είναι αίτιος των εγκόσμιων, ο δημιουργός και πατέρας αίτιος των υπερκόσμιων και των εγκόσμιων, ο πατέρας και δημιουργός αίτιος των νοητικών, των υπερκόσμιων και των εγκόσμιων. Ο Πλάτωνας, λοιπόν, αφού παρουσίασε έτσι τον δημιουργό, τον άφησε ανέκφραστο και ακατονόμαστο, με την ιδέα ότι είναι τοποθετημένος πριν από το σύμπαν «μέσα στην περιοχή του Αγαθού» όπως λέγει στον «Φίλιβο, 54.c».
Δηλαδή υπάρχει σε κάθε βαθμίδα των θεών αυτό που αναλογεί στο Ένα. Κάτι τέτοιο είναι, για παράδειγμα, η μονάδα που υπάρχει σε κάθε θεϊκό κόσμο. Ο Ορφέας, όμως, τον οποίο και ο ίδιος ο Πλάτωνας ακολούθησε σε άλλα συγγράμματα, του έδωσε και όνομα, εμπνευσμένος από ψηλά. Στον Ορφέας, λοιπόν, ο Δίας πριν από τους τρείς υιούς του Κρόνου είναι ο δημιουργός του Σύμπαντος. Έτσι, μετά την κατάποση του Φάνη, εμφανίστηκε σε αυτόν οι ιδεατές μορφές των πάντων, όπως λέει ο θεολόγος Ορφέας στο ορφικό απόσπασμα Νο. 176b : «Τότε μαζί με αυτόν μέσα στον Δία όλα και πάλι γεννήθηκαν, το λαμπρό ύψος του απέραντου αιθέρα και του ουρανού, η έδρα της άγονης θάλασσας και την ένδοξης γης, ο μέγας Ωκεανός και τα έσχατα Τάρταρα της γης, οι ποταμοί και ο απέραντος πόντος και όλα τα άλλα κι όλοι οι αθάνατοι μακάριου θεοί και θεές, όσα γεννήθηκαν και όσα επρόκειτο αργότερο να γεννηθούν, μέσα του γεννήθηκαν, κι είναι εκ φύσεως μαζεμένα στην κοιλιά του Ζηνός».Καθώς είναι γεμάτος από τις Ιδέες [ιδεατές μορφές], μέσω αυτών έχει συμπεριλάβει μέσα του το Σύμπαν, πράγμα που υποδεικνύει ο θεολόγος Ορφέας, στο απόσπασμα Νο. 168, προσθέτοντας : «ο Ζευς πρώτος έγινε, ο Ζευς είναι ο τελευταίος άρχων των κεραυνών. Ο Ζευς είναι η κεφαλή, ο Ζευς είναι το μέσον, από τον Δία δημιουργήθηκαν τα πάντα. Ο Ζευς είναι το θεμέλιο της γαίας και του έναστρου ουρανού, Ο Ζευς είναι ο βασιλιάς, ο Ζευς είναι των πάντων γεννήτορας. Είναι ένα Κράτος, ένας Θεός, ο μέγας άρχοντας των πάντων, ένα σώμα βασιλικό, εντός του οποίου όλα αυτά εδώ περιστρέφονται, το πυρ, το ύδωρ, η γη και ο αιθέρας, η νύχτα και η μέρα». Καθώς, λοιπόν, ο Ζευς περιέχει το Σύμπαν και τα πάντα με τρόπο ενιαίο και νοητικό, δίνει υπόσταση σε όλα τα εγκόσμια, στους θεούς και στα μέρη του σύμπαντος, σύμφωνα με τους εξής χρησμούς της Νύχτας. Έτσι, η Νύχτα απαντά σε αυτόν που τη ρώτησε :
« – Πως θα μπορέσουν από μένα να γίνουν τα πάντα ένα και καθένα χωριστά ;;
- Να περιλάβεις τα πάντα γύρω με απόρρητο  αιθέρα, και στην μέση βάλε τον ουρανό, την απέραντη γη, τη θάλασσα και όλα τα άστρα που ο ουρανός έχει φορέσει για στεφάνι», [Βλ. Ορφικά απ. Νο. 165 Kern.]. Και αφού του έδωσε συμβουλές για όλα τα άλλα δημιουργήματα, προσέθεσε – όπως αναφέρεται στο Ορφικό απόσπασμα. Νο. 166 – : «Όταν, λοιπόν, απλώσεις σε όλα ισχυρό δεσμό (είναι οπωσδήποτε ισχυρός και αδιάλυτος ο δεσμός που προέρχεται από την φύση, από την ψυχή και από τον νου. Γιατί και ο Πλάτωνας, στον «Τίμαιο», 38 e, λέει ότι «τα ζώα γεννήθηκαν δεμένα με έμψυχους δεσμούς»). Δεσμό που θα εξαρτήσει τη χρυσή σειρά από τον αιθέρα», καθώς «χρυσή σειρά» είναι η ομηρική ονομασία για τις θεϊκές βαθμίδες των εγκόσμιων θεών – Βλ. Όμηρος «Ιλιάς, Θ 19».
Αυτά, μάλιστα, μιμήθηκε και ο Πλάτωνας και λέει στον «Τίμαιο, 30.b» ότι ο δημιουργός, «αφού έβαλε νου στην ψυχή και ψυχή στο σώμα», δημιούργησε το Σύμπαν και έδωσε υπόσταση στου νέους θεούς, από τους οποίους έχουν διευθετηθεί τα μέρη του σύμπαντος. Αν, λοιπόν, ο Ζευς είναι αυτός που έχει την μία εξουσία, αυτός που κατάπιε τον Φάνη, αυτός στον οποίο υπάρχουν πρωταρχικά οι νοητές αιτίες του σύμπαντος, αυτός που παράγει τα πάντα σύμφωνα με τις συμβουλές της Νύχτας, αυτός που παραδίδει τις εξουσίες στους υπόλοιπους θεούς και στους τρεις υιούς του Κρόνου, τότε αυτός είναι ο ένα και καθολικός δημιουργός ολόκληρου του Κόσμου, ο οποίος έχει την πέμπτη σειρά μέσα στους βασιλιάδες, όπως έχει αποδειχτεί και αυτό θεόπνευστα από τους Ορφικούς, και ανήκει στην ίδια σειρά με τον Ουρανό και τον Φάνη και για τον λόγο αυτό είναι και δημιουργός και πατέρας, και μάλιστα καθολικά και τα δυο. Αλλά όμως ότι και ο Πλάτωνας έχει αυτές τις απόψεις για τον μέγιστο Δία, το έχει δηλώσει στον «Κρατύλο, 396.b», χαρακτηρίζοντας τον από τα ονόματα του αίτιο και χορηγό της ζωής σε όλα. Γιατί λέει ότι αυτός «λόγω του οποίου υπάρχει η ζωή στα πάντα» έχει ονομαστεί από εμάς Δίας – Ζήνας.
Το έχει δηλώσει, επίσης, στον «Γοργία, 523b», όταν τον συμπαρατάσσει με τους τρεις υιούς του Κρόνου και ταυτόχρονα τον εξαιρεί από εκείνους, προκειμένου και να υπάρχει πριν από τους τρείς και να επιδέχεται την συμμετοχή από εκείνους, και όταν επίσης τοποθετεί μαζί του τον νόμο, όπως αναφέρεται ότι σύμφωνα με τις συμβουλές της Νύχτας ο Δίας παίρνει για ομόεδρό του τον «Νόμο».
Επιπλέον, το έχει δηλώσει στους «Νόμους, Δ’ 716.a» κάνοντας ακόλουθο του την καθολική Δικαιοσύνη, όπως ακριβώς κάνει και ο θεολόγος Ορφέας στο Ορφικό απ.  Νο. 15.
Το έχει δηλώσει, ακόμα, στον «Φίληβο, 30.b», όταν αποφαίνεται ότι μέσα στον Δία προϋπάρχει «βασιλική ψυχή και βασιλικός νους» υπό την μορφή «της αιτίας».
Σύμφωνα με αυτά και τώρα θα δηλώσει, στον «Τίμαιο 30.b και 41.e», ότι ο δημιουργός έδωσε υπόσταση στον νου και στην ψυχή, και αποκάλυψε «τους νόμους της Ειμαρμένης» και όλες τις βαθμίδες των εγκόσμιων θεών, και έδωσε υπόσταση σε όλα τα ζωντανά πλάσματα, μέχρι το τελευταίο. Από τα ζωντανά αυτά πλάσματα άλλα γεννήθηκαν από αυτόν μόνο και άλλα μέσω των ουράνιων θεών.
Αλλά και στον «Πολιτικό, 237.b» αποκαλεί τον Δία δημιουργό και πατέρα του σύμπαντος (όπως ακριβώς και στον «Τίμαιο» ο ίδιος ο Πλάτωνας στον «Πολιτικό, 272.b» λέει για αυτόν : «Έργα των οποίων εγώ είμαι δημιουργός και πατέρας») και λέει ότι η τωρινή διευθέτηση του Κόσμου είναι «κάτω από την βασιλεία του Δία» και ότι ο Κόσμος, ακόμα κι αν κινείται σύμφωνα με την Ειμαρμένη, κινείται «έχοντας στον νου του τη διδαχή του δημιουργού και πατέρα». Επειδή, λοιπόν, ζει τη ζωή κάτω από την βασιλεία του Δία, έχει δημιουργό και πατέρα της ζωής του τον Δία. Αν, όμως, ο Πλάτωνας παρουσιάζει, στον «Τίμαιο 41.a-e», τον δημιουργό και να ρητορεύει, ασφαλώς και αυτό είναι χαρακτηριστικό του Δία.
Γιατί και στον «Μίνωα, 319.a» τον αποκάλεσε για τον λόγο αυτό ρήτορα, επειδή γεμίζει με κάθε λογής λόγους τους θεούς που βρίσκονται μετά από αυτόν.
Το δηλώνει, μάλιστα, και ο θεϊκός Όμηρος, στην «Ιλιάς, ραψωδία Θ΄, σ. 3», ο οποίος τον παρουσιάζει να ρητορεύει από την κορυφή του Ολύμπου : «Ακούστε με, όλοι οι θεοί και όλες οι θεές», και να στρέφει προς τον εαυτό του τις δυο σειρές των θεών. Ο ίδιος, μάλιστα, ποιητής σε όλη την ποίησή του τον εξυμνεί ως «ύπατος άρχοντα» και «πατέρα των ανδρών  και των θεών», όπως λέγει στην «Ιλιάς ραψωδία Θ΄ σ. 31», και τον τιμά με όλα τα δημιουργικά ονόματα.
Όταν λοιπόν δείξαμε ότι ολόκληρη η Ελληνική θεολογία αποδίδει στον Δία τη δημιουργία του Σύμπαντος, τι πρέπει να σκεφτούμε για το τωρινό χωρίο του Πλάτωνα, αν όχι ότι ο ίδιος ο θεός, ο βασιλιάς Ζευς, εξυμνείται από τον Πλάτωνα σαν δημιουργός και πατέρας και όχι μόνο σαν πατέρας ούτε σαν πατέρας και δημιουργός ;; Γιατί ο πατέρας ήταν μονάδα, ο πατέρας και δημιουργός ήταν τετράδα, ενώ αυτός και αυτή η βαθμίδα των θεών είναι, όπως λένε οι πυθαγόρειοι, δεκάδα: «Μέχρι να φτάσει» (βγαίνοντας ο θεϊκός αριθμός «από την άχραντη κρυψώνα της μονάδας») «στην θεϊκή τετράδα. Αυτή γέννησε τη μητέρα των πάντων, την πανδέκτρια, τη σεβάσμια, που θέτει όριο στα πάντα, την αμετάτρεπτη, την ακούραστη. Δεκάδα την αποκαλούν αγνή», όπως αναφέρεται στο ορφικό απ. Νο. 213. Άρα, μετά την πατρική μονάδα και την πατρική και ταυτόχρονα δημιουργική τετράδα έχει προκύψει η δημιουργική δεκάδα, που είναι αμετάτρεπτη, επειδή υπάρχει μαζί της μια αμετάτρεπτη θεότητα, και θέτει όριο στα πάντα, επειδή χορηγεί την τάξη στα άτακτα και τη διακόσμηση στα αδιακόσμητα, και φωτίζει με νου τις ψυχές, επειδή είναι καθολικός Νους, και με ψυχή τα σώματα, επειδή έχει και περιέχει την αιτία της ψυχής, και γεννά τα γένη της ουσίας, τόσο τα μεσαία όσο και τα τελευταία, επειδή έχει συμπεριλάβει μέσα της τη δημιουργική ουσία.
Αλά όμως και από τα όσα είναι γραμμένα στον «Πρωταγόρα» μπορεί να συμπεράνει κανείς ποια είναι η θέση του δημιουργού. Γιατί και εκεί ο Δίας χαρακτηρίζεται αίτιος ολόκληρης της πολιτικής και των λογικών αρχών που έχουν σπαρθεί στην ουσία των ψυχών.
Αυτό σημαίνει ότι ο δημιουργός εξάρτησε ολόκληρη τη δημιουργία από τον εαυτό του και συγκρατεί τα πάντα με τις αμετάτρεπτες δυνάμεις του. Γιατί, όπως ακριβώς στο ορφικό απόσπασμα. Νο. 151ο τοποθετείτε γύρω από αυτόν τη τάξη των Κουρητών, έτσι λοιπόν και ο Πλάτωνας, στον «Πρωταγόρα, 321.d και 322.b», λέει ότι υπάρχουν γύρω από αυτόν «φοβερές φρουρές», και όπως ο θεολόγος Ορφέας τον τοποθετεί στην κορυφή του Ολύμπου, έτσι και ο Πλάτωνας απέδωσε σε αυτόν «την Ακρόπολη», στην οποία είναι αιωνίως εδραιωμένος και διευθετεί τα πάντα με τις ενδιάμεσες βαθμίδες. Ας θεωρήσουμε, λοιπόν, ότι με αυτά έχει ειπωθεί ποιος είναι ο δημιουργός και ότι είναι θεϊκός Νους αίτιος ολόκληρης της δημιουργίας.
Από αυτά επίσης ας θεωρηθεί ότι έχει υπενθυμιστεί πως από τον Ορφέα και τον Πλάτωνα ο ίδιος Ζευς εξυμνείται ως δημιουργός. Αξίζει, όμως, να μην προσπεράσουμε σιωπηλά το αν θα πούμε ότι αυτός ο δημιουργός είναι πηγαίος ή αρχικός ή ανήκει σε κάποια άλλη βαθμίδα. Μου φαίνεται, λοιπόν, ότι όσα ο θεουργός ανάγει στον τρίτο από τους αρχικούς θεούς, στον Ουρανό, αυτά και τούτος ο δημιουργός δίνει στον Κόσμο και δημιουργεί τον ουρανό λυγίζοντας τον με «κυρτό σχήμα» [σε σχήμα Χ], προσκολλώντας σε αυτόν έναν μεγάλο όμιλο απλανών αστέρων, τοποθετεί από κάτω επτά ζώνες πλανητών και βάζει τη γη στην μέση και ύδωρ στους κόλπους της γης και αήρ πάνω από αυτά. Ωστόσο, επειδή, αν εξετάσουμε με ακρίβεια τα πράγματα, βρίσκουμε τον τρίτο αρχηγό του Κόσμου, τον Ουρανό, να διαιρεί το σύμπαν στα επιμέρους, τον δεύτερο αρχηγό, την Νύχτα, να το διαιρεί στα καθολικά και εξυμνείται ως δημιουργικό αίτιο της κίνησης, και τον πρώτο αρχηγό, τον Φάνη, να κατασκευάζει τα πάντα μόνο με το θέλημά του και να δίνει υπόσταση σε ολόκληρο τον Κόσμο σαν ένα ενιαίο σύνολο, και βρίσκουμε επίσης αυτόν τον δημιουργό, τον Ζευς  – Δια, τον οποίο περιγράφει ο Τίμαιος, να παράγει τα πάντα με το θέλημά του και να παρέχει στο Σύμπαν τη διαίρεση στα σύνολα και τη διαίρεση στα μέρη τα οποία συμπληρώνουν όλα τα σύνολα – γιατί όχι μόνον δημιουργεί το Σύμπαν ως σύνολο συνόλων, αλλά δημιουργεί και τα πλήθη κάθε συνόλου-, για όλους αυτούς τους λόγους θεωρούμε σωστό να τον τοποθετήσουμε υπεράνω της τριάδας των αρχικών πατέρων και να τον θεωρήσουμε μια πηγαία αιτία και μάλιστα ακριβώς εκείνον τον οποίον παρουσιάζουν οι χρησμοί να διοχετεύει τα πλήθη των Ιδεών στην Κοσμική Ψυχή και να δίνει υπόσταση στο έλλογο Σύμπαν από νου, ψυχή και σώμα και να γεννά τις ψυχές μας και να τις στέλνει στη γεννημένη πλάση, και για τον οποίο λένε αυτά που λέει και ο Πλάτωνας στον «Τίμαιο, 30b». Γιατί έβαλε «νου στην ψυχή, κι εμάς έκλεισε μέσα σε αργοκίνητο σώμα, ο πατέρας ανθρώπων και θεών».
Αυτό είναι, λοιπόν, το θαύμα που διατυμπανίζουν οι Έλληνες για εκείνον που οι ίδιοι θεωρούν δημιουργό. Αν, όμως, αυτά υποστηρίζονται ομόφωνα από τον Πλάτωνα στον «Τίμαιο» και τους Χρησμούς, τότε αυτός ο δημιουργός είναι πηγαίος, όπως θα έλεγαν όσοι ξεκινούν από τη θεόπνευστη θεολογία.
Αυτός ο δημιουργός με βάση τις Ιδέες δημιουργεί τον Σύμπαντα Κόσμο σαν ένα και σαν πολλά, διαιρεμένο σε σύνολα και σε μέρη. Αυτός ο δημιουργός εξυμνείται από τον Πλάτωνα, τον Ορφέα και τους Χρησμούς ως ο δημιουργός και πατέρας του σύμπαντος, «πατέρας ανδρών και θεών», ο οποίος γεννά τα πλήθη των θεών και στέλνει τις ψυχές στις γεννήσεις των ανδρών [ανθρώπων], όπως και αυτό το λέει ο Πλάτωνας στον «Τίμαιο, 29a». Γιατί το «αγαθότερο» μέσα στους δημιουργούς δηλώνει την κορυφαία υπεροχή μέσα στην σειρά των δημιουργών. Και το κορυφαίο κάθε σειράς είναι πηγαίο, ώστε είναι ανάγκη αυτός ο δημιουργός να είναι πηγαίος και όχι αρχικός, καθώς οι αρχές είναι παντού κατώτερες από την πηγή τους. Για αυτό και ο ίδιος καθιστά δημιουργούς τους εγκόσμιους θεούς, επειδή ο ίδιος είναι ένα είδος δημιουργικής πηγής. Καθώς, όμως, είναι πολλοί οι πηγαίοι δημιουργοί, χρειάζεται περαιτέρω μελέτη το σε ποιο σημείο της χορείας τους θα τον τοποθετήσουμε.
Από τα όσα έχουν ειπωθεί, λοιπόν, είναι φανερό σε ποια σειρά των θεών πρέπει να τον αναζητήσουμε από τα ίδια είναι και στο εξής φανερό με ποιο τρόπο «είναι κατόρθωμα να τον βρούμε και, αφού τον βρούμε, να το πούμε σε όλους», καθώς και πως είναι δημιουργός και πατέρας, τι είναι το δημιουργικό αίτιο και ότι δεν είναι σαν κι αυτό που λένε κάποιοι, δηλαδή δημιουργικό το δημιουργικό αίτιο αψύχων και πατρικό το δημιουργικό αίτιο των εμψύχων. Γιατί ο ίδιος είναι δημιουργός και πατέρας των πάντων. Λέγεται επίσης από τον Πλάτωνας, στον «Τίμαιο, 41a», και «πατέρας των έργων», όπως λέει στην δημιουργία, υπό την έννοια ότι είναι αίτιος της ένωσης και της ουσίας και χορηγός της υπόστασης και της πρόνοιας των δημιουργημάτων.
Ο Πλάτων μας λέγει ότι : …………Τούτο εδώ, λοιπόν, πρέπει πάλι να εξετάσουμε κατόπιν για τον Κόσμο, δηλαδή σύμφωνα με ποιο από τα δυο υποδείγματα τον έφτιαξε ο τεχνίτης του, σύμφωνα με αυτό που μένει ίδιο και απαράλλακτο ή σύμφωνα με το γεννημένο. ……… τόδε δ΄ οὖν πάλιν ἐπισκεπτέον περὶ αὐτοῦ͵ πρὸς πότερον τῶν παραδειγμάτων ὁ τεκταινόμενος αὐτὸν ἀπηργάζετο͵ πότερον πρὸς τὸ κατὰ ταὐτὰ καὶ ὡσαύτως ἔχον ἢ πρὸς τὸ γεγονός………….(Βλ.  Πλάτωνα «Τίμαιος», 28.c.5  -  29.a.2).
Αφού λοιπόν είπε ο Πλάτων ποιο είναι το είδος του κοσμικού συστήματος, ότι δηλαδή είναι γεννημένο ως αισθητό – γιατί δεν έχει καμία μνεία στον χρόνο, αφού δεν έχει λάβει υπόσταση ακόμα ο χρόνος -, και αφού επίσης είπε  ποιό είναι το δημιουργικό αίτιο, ότι δηλαδή είναι το δημιουργικό και πατρικό ταυτόχρονα – αυτό μάλιστα είναι νοητικό, αμέθικτο και καθολικό -, τώρα μεταβαίνει στο τρίτο ζήτημα, αναζητώντας τι λογής είναι το υπόδειγμα του Σύμπαντος, αν δηλαδή είναι γεννημένο ή αιώνιο. Γιατί κατάλαβε ότι κάθε δημιουργός είτε παίρνει το υπόδειγμα όσων δημιουργεί, είτε το γεννά ο ίδιος από τον εαυτό του. Όπως ακριβώς και από τους δημιουργούς εδώ στη γη άλλοι μπορούν να μιμηθούν με ακρίβεια εξωτερικά πράγματα και άλλοι διαθέτουν οι ίδιοι μια δύναμη ικανή να εφευρίσκει θαυμαστές μορφές και έργα απαραίτητα για τις ανάγκες της ζωής, όπως αυτός που δημιούργησε πρώτος την ναύς έπλασε το υπόδειγμά της μέσα στην φαντασία του.
Επιπλέον, ο Πλάτωνας αντιλήφθηκε και το εξής, ότι καθετί που δημιουργεί με τάξη, δίνει  σκοπό και μέτρο στο δημιούργημά του. Γιατί διαφορετικά, θα σφάλει κατά τη δημιουργία και, αν φτάσει στο τέλος, δεν θα το καταλάβει. Γιατί ίσως λείπει ή πλεονάζει κάτι, και πρέπει να αφαιρέσει ή να προσθέσει κάτι. Για  τον λόγο αυτό, λοιπόν, και τα σώματα δημιουργούν χωρίς λογική και νόηση, επειδή δηλαδή δεν κατέχουν το μέτρο και την αιτία του δημιουργήματος. Γιατί πρέπει, για παράδειγμα, ένα φάρμακο να θερμανθεί μέχρις ενός συγκεκριμένου σημείου. Αν όμως δεν υπάρχει τέχνη και νους ιατρικός, ο οποίος καθορίζει για το πυρ την ενέργειά του, τότε το πυρ δρα υπερβολικά ή ελλιπώς και καταστρέφει το σύνολο, το οποίο επρόκειτο να βοηθήσει στη γέννηση. Γιατί δεν κατέχει το είδος του πράγματος που θα γεννούσε. Άρα, καθετί που δημιουργεί, πρέπει να κατέχει το είδος του δημιουργήματος του, αν πρόκειται να δημιουργήσει με τάξη.
Αυτά, λοιπόν, γνωρίζοντας ο Πλάτωνας, αμέσως μόλις τελείωσε με τη δημιουργική αιτία, εισήγαγε και το υπόδειγμα, του σύμπαντος, όπως ακριβώς και ο Αριστοτέλης, αναιρώντας το υπόδειγμα, αναίρεσε και το δημιουργικό αίτιο. Αφού, λοιπόν, ο Πλάτωνας υπέθεσε ότι υπάρχει υπόδειγμα, ψάχνει με το χωρίο αυτό τι λογής είναι τα υπόδειγμα και, χρησιμοποιώντας τους ορισμούς που έχουν ειπωθεί πιο πάνω, βρίσκει το ζητούμενο μέσω εκείνων των τριών αξιωμάτων. Πρώτα όμως πρέπει να δείξουμε αυτό ακριβώς, ότι δηλαδή ο Κόσμος έχει γεννηθεί σύμφωνα με κάποιο υπόδειγμα, και έπειτα ποιο είναι άραγε αυτό και σε ποια βαθμίδα των όντων πρέπει να το αναζητήσουμε. Αν, λοιπόν, είναι αόριστη και άσκοπη η δημιουργία του Σύμπαντος, τότε δεν υπάρχει υποδειγματικό αίτιο του σύμπαντος. Αν, όμως, αυτό δεν επιτρέπεται ούτε να το σκεφτούμε, και αν ο δημιουργός γνωρίζει αυτά που δημιουργεί και, γνωρίζοντας τα, έτσι προάγει την κοσμογονία, υπάρχουν μέσα του οι αιτίες των δημιουργημάτων και πρέπει είτε πρωταρχικά να έχει ο ίδιος αυτές τις αιτίες είτε να κατεβαίνουν σε αυτόν από τι ανώτερες αρχές. Όποιο, όμως από τα δυο κι αν υποστηρίξουμε, το υποδειγματικό αίτιο υπάρχει πριν από τον Κόσμο. Επιπλέον, επειδή ο δημιουργός είναι Νους, αν δημιουργεί με την ίδια την ουσία του, τότε θα δημιουργεί κάτι απολύτως όμοιο με τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργεί μια εικόνα του εαυτού του. Αν, όμως, δημιουργεί συλλογιζόμενος, αυτό είναι από κάθε άποψη εντελώς ανάξιο της δημιουργικής αιτίας. Ακόμα, λοιπόν, κι αν κανείς παραδεχτεί το τελευταίο, όμως προκύπτει το εξής, ότι δηλαδή προϋπάρχει σε αυτόν το είδος του δημιουργήματος. Γιατί καθένας που συλλογίζεται, έχει συμπεριλάβει μέσα του το υπόδειγμα εκείνου για το οποίο συλλογίζεται. Αυτό, λοιπόν, αποδεικνύεται και με πολλές άλλες αποδείξεις, το ότι, δηλαδή, πρέπει το υπόδειγμα να έχει λάβει υπόσταση πριν από τον Κόσμο, και κυρίως επειδή η δημιουργική αιτία έχει λάβει υπόσταση πριν από τον Κόσμο. Γιατί είναι ανάγκη είτε ο δημιουργός, ο οποίος είναι νοητικός, να αγνοεί την τάξη του δημιουργήματος ή να τη γνωρίζει. Αλλά αν την αγνοεί, πως θα προνοήσει, πως θα τακτοποιήσει το Σύμπαν ; Αν, όμως την γνωρίζει, πως μέσα στη νόησή του δεν θα περιλάβει το δημιούργημα από την άποψη της ενιαίας υποδειγματικής αιτίας ; Μετά από αυτό πρέπει να δούμε και το εξής, τι είναι δηλαδή το υπόδειγμα και σε ποια βαθμίδα των όντων ανήκει. Γιατί καθένας από τους παλαιότερους είχε και διαφορετική άποψη. Ο Ιάμβλιχος, λοιπόν, όρισε το υπόδειγμα του Σύμπαντος ως το ίδιο το γνήσιο [όπερ] ΟΝ, το οποίο είναι αντιληπτό από την μετά Λόγου Νόηση, καθώς τοποθέτησε το Ένα πάνω από το υπόδειγμα και αποφάνθηκε ότι το γνήσιο ΟΝ συμπίπτει με το υπόδειγμα, αποκαλώντας και τα δύο αντιληπτά από την νόηση.
Από τους παλαιούς άλλοι θεώρησαν ότι ο ίδιος ο δημιουργός έχει τα υποδείγματα του σύμπαντος, όπως ο Πλωτίνος στις «Εννεάδες, 3.9.1», και άλλοι ότι δεν τα έχει ο ίδιος, αλλά ότι το υπόδειγμα βρίσκεται είτε πριν από τον δημιουργό είτε μετά από αυτόν (το πριν το δημιουργό το υποστηρίζει ο Πορφύριος και το μετά από αυτόν το υποστήριξε ο Λογγίνος), ρωτούσε αν ο δημιουργός βρίσκεται αμέσως μετά από το Ένα ή αν υπάρχουν κι άλλες νοητές βαθμίδες ανάμεσα στον δημιουργό και το Ένα. Γιατί, αν βρίσκεται ο δημιουργός μετά το Ένα, τότε είναι παράλογο να βρίσκεται ολόκληρο το πλήθος των νοητών μετά από αυτό που δεν έχει πλήθος. Γιατί η πρόοδος προς το σύνολο του αριθμού και το σύνολο του πλήθους πραγματοποιείται μέσω των αριθμών που είναι κοντά στο Ένα. Αν, όμως, υπάρχουν κι άλλες  βαθμίδες μεταξύ του Ενός και του δημιουργού, πρέπει να ερευνήσουμε αν το υπόδειγμα του σύμπαντος βρίσκεται πρώτα σε αυτόν ή μετά από αυτόν ή πριν από αυτόν. Γιατί, αν βρίσκεται πρώτα σε αυτόν, τότε θα τοποθετήσουμε μέσα σε αυτόν ολόκληρο το νοητό πλήθος. Γιατί το υπόδειγμα είναι το ωραιότερο μέσα στα νοητά. Επομένως, πάλι, θα είναι νοητός, και όχι νοητικός όπως αποδείξαμε λίγο νωρίτερα. Ωστόσο, το υπόδειγμα περιλαμβάνει μόνο τέσσερις ιδεατές μορφές, ενώ ο δημιουργός περιλαμβάνει και τις ακόμα πιο επιμερισμένες από εκείνες, αυτές του ήλιου, της σελήνης και καθενός από τα αΐδια.  Αν, όμως, βρίσκεται πριν από τον δημιουργό, τότε εκείνος το βλέπει ή δεν το βλέπει ;; Το να πούμε, λοιπόν, ότι δεν το βλέπει είναι άσχετο με τον Πλάτωνα και με την φύση των πραγμάτων. Γιατί είναι παράλογο η ψυχή μας να βλέπει εκείνο και να μιλά για εκείνο, και ο Νους και ο Καθολικός Νους να μην το βλέπει. Αν, όμως,  ο δημιουργός  ορά το νοητό, το ορά στραμμένος στον εαυτό του ή μόνο έξω από τον εαυτό του ;; Αλλά, αν το ορά μόνο έξω από τον εαυτό του, τότε ορά είδωλα του όντως Όντος και θα έχει αίσθηση αντί για νόηση. Αν όμως το ορά στραμμένος στον εαυτό του, τότε το νοητό βρίσκεται και μέσα του. Επομένως το υπόδειγμα βρίσκεται και πριν από τον δημιουργό και μέσα σε αυτόν, νοητά πριν από αυτόν και νοητικά μέσα σε αυτόν. Μου φαίνεται, όμως, ότι και τα λόγια του Πλάτωνα άλλοτε θεωρούν το υπόδειγμα διαφορετικό από τον δημιουργό και άλλοτε ίδιο με αυτόν. Όταν, δηλαδή, λέει στον «Τίμαιο, 39.e» : «Στον βαθμό, λοιπόν, που ο Νους ορά πόσες και ποιες είναι οι Ιδέες [ιδεατές μορφές] που υπάρχουν μέσα στο γνήσιο ζωντανό ΟΝ, τόσες ο Νους σκέφτηκε να έχει και τούτο το Σύμπαν», λέει ότι ο δημιουργός  ανάγεται στο καθαυτό ζωντανό ΟΝ ως διαφορετικός από το υπόδειγμα, όπως και όταν πάλι, στον «Τίμαιο, 30.c», λέει : «Αυτός που συνέστησε τον Κόσμο, με ποιο από τα ζωντανά όντα τον συνέστησε όμοιο ;; Ας μη θεωρήσουμε ότι τον συνέστησε όμοιο με κάποιο από όσα εκ φύσεως έχουν την μορφή του μέρους. Αντιθέτως, ας θεωρήσουμε ότι ο Κόσμος είναι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο όμοιο με εκείνο, του οποίου μέρη είναι οι υπόλοιποι ζωντανοί οργανισμοί τόσο ως άτομα όσο και ως γένη». Γιατί και με αυτά ξεχωρίζει τον δημιουργό από το υπόδειγμα.  Όταν, όμως, πάλι, στον «Τίμαιο, 29.e», λέει σαφώς : «Ήταν αγαθός, και στον αγαθό δεν γεννιέται ποτέ κανένας  φθόνος για τίποτα. Και, καθώς ήταν μακριά από τον φθόνο, θέλησε όλα να γίνουν όσο γίνεται πιο όμοια με τον εαυτό του»,  φαίνεται να δηλώνει την ταύτιση του δημιουργού με το υπόδειγμα. Επομένως και ο Πλάτωνας αλλού λέει ότι ταυτίζονται και αλλού ότι διαφοροποιούνται, και μάλιστα και τα δυο δικαιολογημένα. Γιατί οι  Ιδέες [ιδεατές μορφές - είδη], εννοώ οι τέσσερις μονάδες των Ιδεών [ιδεατών ειδών - μορφών ] υπάρχουν νοητά πριν από τη δημιουργία, αλλά η διαμορφωτική βαθμίδα προχωρά μέχρι τον δημιουργό και ολόκληρος ο αριθμός των Ιδεών [ιδεατών μορφών - ειδών] είναι μια από τις μονάδες που υπάρχουν μέσα σε αυτόν. Αυτά υποδεικνύει κι ο Ορφέας και είπε ότι ο νοητός θεός καταπίνεται από τον δημιουργό του Σύμπαντος. Και ο Πλάτωνας θεώρησε ότι ο δημιουργός κοιτάζει προς το υπόδειγμα, υποδεικνύοντας μέσω της όρασης την νόηση, ενώ ο θεολόγος λέει ότι ο δημιουργός περίπου πηδάει πάνω στο νοητό και το καταπίνει, όπως είπε ο μύθος. Γιατί, αν πρέπει να πούμε με τρόπο  ρητό όλα αυτά, ο Πρωτογέννητος θεός του Ορφέα, ο οποίος είναι εδραιωμένος στο τέλος των νοητών, είναι το καθαυτό ζωντανό ΟΝ του Πλάτωνα. Για αυτό και είναι αιώνιο και το ωραιότερο από τα νοητά, και είναι μέσα στα νοητά αυτό ακριβώς που είναι ο Ζευς μέσα στα νοητικά. Γιατί καθένας από τους δυο είναι το τέλος τούτων των βαθμίδων, και ο ένας είναι το πρώτο ανάμεσα στα υποδειγματικά αίτια, ενώ ο άλλος είναι η πρώτη μονάδα των δημιουργικών αιτιών. Για αυτό και ο Ζευς ενώνεται με εκείνον μέσω της Νύκτας και, αφού συμπληρωθεί από εκεί, γίνεται νοητός Κόσμος μέσα στα νοητικά. «Μόλις κατάπιε τη δύναμη του Πρωτογέννητου Ηρικεπαίου και είχε το σώμα των πάντων στη στρογγυλή γαστέρα του [κοιλιά του] και ανακάτεψε με τα μέλη του τη δύναμη και την ισχύ του θεού, τότε μαζί με αυτόν μέσα στον Δια τα πάντα πάλι γεννήθηκαν». [Βλ. Ορφικά απ. Νο. 167 Kern.]
Άρα, δικαιολογημένα – και εδώ –  ο Πλάτωνας λέει ότι ο δημιουργός δημιουργεί κοιτάζοντας προς το υπόδειγμα, προκειμένου νοώντας το υπόδειγμα να γίνει τα πάντα και έτσι να δώσει υπόσταση στον αισθητό Κόσμο. Γιατί το υπόδειγμα είναι νοητά τα πάντα, αυτός είναι νοητικά τα πάντα, και ο Κόσμος είναι αισθητά τα πάντα. Για αυτό και ο θεολόγος Ορφέας λέει: «Αφού όλα τούτα τα έκρυψε, και πάλι στο πολύχαρο φως επρόκειτο από την καρδιά του να τα βγάλει, κάνοντας έργα θεσπέσια» – Βλ. Ορφικά απ. Νο. 168 Kern. Ότι, λοιπόν, ο Κόσμος έχει γίνει με βάση κάποιο υπόδειγμα και ποιο είναι αυτό και πως βρίσκεται πάνω από τον δημιουργικό Νου και πως μέσα σε αυτόν, είναι προφανές από αυτά που είπαμε. Απορούν, όμως, κάποιοι πως ο Πλάτων ρώτησε αν ο Κόσμος έχει δημιουργηθεί με βάση το γεννημένο υπόδειγμα ή με βάση το νοητό υπόδειγμα. Γιατί δεν υπάρχει κάτι άλλο γεννημένο, για να δημιουργηθεί το Σύμπαν με βάση αυτό. Αν, λοιπόν, ο λόγος αφορούσε τον Σωκράτη ή κάποιο άλλο από τα επιμέρους όντα, θα είχε θέση η ερώτηση. Επειδή, όμως, ο προβληματισμός αφορά το Σύμπαν, ίσως να είναι αδύνατον το Σύμπαν να λάβει υπόσταση με βάση κάτι γεννημένο. Γιατί τι άλλο είναι γεννημένο εκτός από του Σύμπαν ;; Θα λύσουμε αυτή την απορία, αφού θυμηθούμε όσα έχουν ειπωθεί, ότι δηλαδή ο Πλάτωνας αποκαλεί και την ψυχή γεννημένη, εφόσον αυτή έχει μετάσχει στον χρόνο. Το χωρίο, λοιπόν, απορεί τι είναι το υπόδειγμα του σύμπαντος, αν δηλαδή είναι ψυχή ή νους ή νοητό. Γιατί τα δυο τελευταία είναι μόνο αιώνια. Για αυτό αναρωτήθηκε αν ο Κόσμος έχει γεννηθεί με βάση γεννημένο υπόδειγμα ή με βάση αιώνιο υπόδειγμα. Ας ειπωθεί, λοιπόν, ότι μερικοί πίστεψαν αυτό. Ίσως όμως, είναι δυνατόν να απαντήσουμε τελειωτικά προς την απορία και με μία άλλη μέθοδο, με την οποία θα γίνει φανερό πως δεν πρέπει να λέμε αγέννητη την ακανόνιστη μάζα που υπάρχει πριν από τον Κόσμο, όπως αγέννητη την θεωρούσαν ο Αττικός και ο Πλούταρχος. Γιατί, αν δεν υπάρχει τίποτε γεννημένο προτού να γεννηθεί ο ουρανός, θα ήταν γελοίο να αναρωτιόμαστε αν ο Κόσμος έχει γεννηθεί με βάση κάποιο υπόδειγμα που υπάρχει πάντα ή με βάση κάποιο γεννημένο. Όμως ο Πλάτωνας εδώ αναρωτιέται για κάτι τέτοιο. Άρα, υπάρχει κάτι γεννημένο και πριν από τον Κόσμο. Και επειδή δεν είναι το ΟΝ που υπάρχει πάντα [ΟΝ ΑΕΙ] ούτε η χώρα, και επειδή προτού να γεννηθεί ο ουρανός υπήρχαν τρία, το ΟΝ που υπάρχει πάντα, η χώρα και η γένεση, είναι φανερό ότι το γεννημένο υπόδειγμα ήταν εκείνο το πολυθρύλητο, η ακανόνιστη μάζα. Δεν γεννιέται, λοιπόν, μόνο το σύμπαν, αλλά και η ίδια η μάζα που κινείται ακανόνιστα και άτακτα, όπως είπαμε και προηγουμένως. Έχει, λοιπόν, ο Κόσμος αυτή την ακανόνιστη μάζα ως ύλη, και το νοητό ως ανώτερο που υπάρχει πριν από αυτόν. Εξομοιώνεται, λοιπόν, με την ύλη που υπάρχει μέσα του ή με το θεϊκότερο ως προς την ουσία ;; Γιατί καθώς βρίσκεται ανάμεσα, αναγκαστικά έχει εξομοιωθεί με ένα από τα δυο άκρα. Γιατί έχει υποτεθεί ότι ο δημιουργός παρέλαβε εκείνη τη μάζα και κοίταζε το καθαυτό ζωντανό ΟΝ. Επομένως δικαιολογημένα ο Πλάτωνας αναρωτιέται με τι ο δημιουργός εξομοιώνει το σύμπαν, με αυτό το οποίο παρέλαβα ή με αυτό το οποίο κοιτάζει ;; Λογικό συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι και το εξής, ότι, επειδή ο Κόσμος είναι ωραίος, έχει μοιάσει στο νοητό και όχι στην μάζα που κινείται ακανόνιστα και άτακτα. Γιατί αυτό που μοιάζει με εκείνη τη μάζα είναι άσχημο.
Ο Πλάτωνας σε κάποιο σημείο του «Τίμαιου» αναφέρει ότι : ………Αν, όμως πάλι, ισχύουν αυτά, είναι κάθε ανάγκη τούτος εδώ ο Κόσμος να είναι εικόνα κάποιου άλλου Κόσμου. ……….τούτων δὲ ὑπαρχόντων αὖ πᾶσα ἀνάγκη τόνδε τὸν κόσμον εἰκόνα τινὸς εἶναι. ………..(Βλ.  Πλάτων  «Τίμαιος», 29.b.1 – 2).
Στην πραγματικότητα καθεμία από αυτές τις δυο προτάσεις είναι διαφορετική από την άλλη. Γιατί είναι δυνατόν ο δημιουργός να δημιουργεί με βάση κάποιο υπόδειγμα και το δημιούργημα να μην γίνεται εικόνα του υποδείγματος, επειδή δεν κυριαρχείται από την δημιουργική αιτία. Για να μην πιστέψεις ότι αυτό ισχύει και στον Κόσμο, από τα όσα έλεγε για το ότι το Σύμπαν έχει δημιουργηθεί με βάση το νοητό υπόδειγμα, αποδείκνυε ότι ο δημιουργός κοιτάζει προς κάποιο υπόδειγμα και ότι, επειδή ήταν ο αγαθότερος, κοιτάζει το θεϊκότερο υπόδειγμα. Από τούτο εδώ το χωρίο έχει δηλώσει και ότι το Σύμπαν έχει κυριαρχηθεί από το είδος [μορφή] και έχει μιμηθεί πραγματικά το υπόδειγμα. Γιατί, αν ο Κόσμος είναι εικόνα, έχει εξομοιωθεί με το νοητό σύμπαν. Γιατί εικόνα δεν είναι το ανόμοιο, αλλά το όμοιο και το απεικονιστικό. Έχεις, λοιπόν, το αισθητό σύμπαν ως την πιο ωραία εικόνα, έχεις το νοητικό σύμπαν ως το πιο αγαθό αίτιο, έχεις και το νοητό σύμπαν ως το πιο θεϊκό υπόδειγμα, και το καθένα υπάρχει παντού, αφού το αισθητό μετέχει στον Νου και στο αληθινό ΟΝ, και το νοητικό κατέχει ενιαία τα αισθητά και με έναν κατώτερο τρόπο τα νοητά, και το νοητό έχει συμπεριλάβει εκ των προτέρων και τα νοητικά και τα αισθητά με τρόπο αρχηγικό και ενιαίο. Αλλά σε κάθε βαθμίδα υπάρχει το σύμπαν με τον ιδιαίτερο τρόπο αυτής της βαθμίδας. Και το αισθητό σύμπαν εμφανίζεται ως δημιούργημα, ενώ το νοητικό σύμπαν εμφανίζεται ως δημιουργικό αίτιο και το νοητό σύμπαν ως υποδειγματικό αίτιο. Ωστόσο και μέσα στο δημιουργικό υπάρχει το υποδειγματικό. Γιατί το δημιουργικό αίτιο κοιτάζει στον εαυτό του και ταυτίζεται με το νοητό που έχει μέσα του. Αλλά και στο υποδειγματικό αίτιο υπάρχει το δημιουργικό. Γιατί και εκείνο δημιουργεί αυτό που γεννιέται. Γιατί δεν είναι υπόδειγμα όπως το καλούπι των αγαλμάτων ή όπως είναι η εικόνα του Σωκράτη υπόδειγμα μίας άλλης εικόνας, αλλά με την ίδια την ουσία του το υποδειγματικό αίτιο κάνει όμοιά του τα κατώτερα.
Διαφέρει, όμως, το να δημιουργεί κάποιος με τρόπο υποδειγματικό και το να είναι κάποιος υπόδειγμα με τρόπο δημιουργικό. Γιατί το πρώτο σημαίνει ότι ενεργεί με την ουσία του, ενώ το δεύτερο ότι δίνει ουσία με την ενέργειά του, και το πρώτο σημαίνει ότι νοεί νοητά ενώ το δεύτερο ότι είναι νοητός με τρόπο νοητικό. Γιατί είναι χαρακτηριστικό του υποδείγματος το να δημιουργεί με την ουσία του, ενώ του δημιουργού το να δημιουργεί με την ενέργειά του. Γιατί δεν είναι το ίδιο το να δημιουργεί κάποιος με την ουσία του και το να γνωρίζει και να ενεργεί μέσω της γνώσης. Γιατί και η ψυχή με την ουσία της δημιουργεί τη ζωή, ενώ δημιουργεί την τέχνη με την γνώση, και έχει την πρώτη ιδιότητα με την ουσία της, ενώ τη δεύτερη με την ενέργειά της. Γιατί, όμως, πρέπει να καταφεύγω σε φιλοσοφικές μακρηγορίες ;; Γιατί από παλιά ο θεολόγος Ορφέας εξύμνησε τη δημιουργική αιτία μέσα στον Φάνη – Βλ. ορφικό απ. Νο. 170. Γιατί, όπως ακριβώς είπε και ο ίδιος, εκεί υπήρχε και προϋπήρχε «ο μέγας Βρόμιος και ο παντεπόπτης Ζευς», προκειμένου ο Φάνης να έχει τις πηγές, θα λέγαμε, της διπλής δημιουργίας. Εξύμνησε επίσης και την υποδειγματική αιτία μέσα στον Δία. Γιατί, όπως αναφέρεται στο  Ορφικά απ. Νο. 168.9, είναι και ο Δίας Μήτις : «και Μήτις πρώτος γεννήτορας και Έρωτας πολύχαρος», και ο ίδιος ο Διόνυσος συνεχώς ονομάζεται και Φάνης και Ηρικεπαίος. Επομένως, όλα τα αίτια μετέχουν το ένα στο άλλο και υπάρχουν το ένα μέσα στο άλλο, ώστε μιλάει κατά κάποιο σωστά και αυτός που λέει ότι ο δημιουργός περιέχει μέσα του το υπόδειγμα, όπως αποφαίνεται ο θεϊκός Ιάμβλιχος, και αυτός που χαρακτηρίζει το υπόδειγμα, όπως ο σπουδαίος Αμέλιος. Γιατί ο δεύτερος έβλεπε μέσα στο υπόδειγμα να προϋπάρχει μια δημιουργική ιδιότητα. Γιατί εκεί βρίσκεται ο πρωταρχικός Δίας και για αυτό έκανε τον Φάνη δημιουργό και ο πρώτος έβλεπε μέσα στον δημιουργό το υπόδειγμα. Για ο Μήτις είχε καταποθεί από τον δημιουργό. Για αυτό και ταύτισε το υποδειγματικό αίτιο με το δημιουργικό. Αν, όμως, ο Πλάτωνας έχει αποκαλέσει εικόνα τον Κόσμο, δεν πρέπει να απορούμε. Γιατί, μολονότι είναι ωραιότατος, είναι εικόνα της νοητής ομορφιάς και διατηρείται μέσω της ομοιότητας αυτής. Όπως ακριβώς, λοιπόν, ο Ορφέας πλάθει είδωλα του Διονύσου, τα οποία εποπτεύουν τη γένεση και υποδέχονται ολόκληρη τη μορφή του υποδείγματος τους, έτσι και ο φιλόσοφος χαρακτήρισε τον Κόσμο εικόνα του νοητού, επειδή μοιάζει στο δικό του υπόδειγμα.
Επομένως, έχουμε να κάνουμε με ένα τρισυπόστατο ΟΝ, με ένα τρισυπόστατο Θεό – νοητό πλάτος. Γιατί ο ένας δημιουργεί, λέει, με τα χέρια, ο άλλος μόνο με την προσταγή και ο άλλος μόνο με τη βούληση. Ο ένας είναι τοποθετημένος στην θέση του «χειροτέχνη», ο άλλος προϋπάρχει στην θέση του αρχιτέκτονα, και ο άλλος είναι εδραιωμένος πριν και από τους δυο στην θέση του βασιλιά. Επομένως, στον βαθμό που είναι δημιουργός ή ορθά ο νοητικός Νους, παράγει τα πάντα με τις νοήσεις του, στον βαθμό που είναι νοητός, δημιουργεί με την ίδια του την ύπαρξη και την ουσία του, και στον βαθμό που είναι θεός, δημιουργεί μόνο με την βούληση του. Αν κανείς αποσπάσει τους τρείς από τον έναν δεν θα τον αποδεχτούμε, όχι μόνον γιατί επειδή ακολουθούμε τα λεγόμενα του  Πλάτωνα αλλά και γιατί ο ίδιος είναι και αγαθός, επειδή είναι θεός, και λόγω της αγαθότητας του δημιουργεί τα πάντα με την βούληση του και είναι νοητός νοητικά – γιατί τέτοιο είναι το δημιουργικό ΟΝ – και είναι Νους κοσμογονικός.
Εν ολίγοις το μόνο που «ΕΙΝΑΙ» [«αιώνιο υπάρχει»] είναι το τρισυπόστατο όντως ΟΝ, το τρισυπόστατο ΟΝ που είναι μονάχο του ! Ένα, μόνο του και μέσα του !! Ένα νοητό σύμπαν ή ιδεατό ζωντανό ΟΝ που εμπεριέχει και εμπεριέχεται από ένα νοητικό Σύμπαν ή αλλιώς δημιουργό και ταυτόχρονα πατέρα νοητικό Νου που με την ουσία του και την ενέργειά του υποστασιοποιεί κατά είδος ένα αισθητό Σύμπαν. Η κάθε «ύπαρξη» – Ον – είδος αρχίζει να υφίσταται από τη στιγμή που ένα από τα «σπερματοζωάρια» του «Δύνασθε – ΕΙΝΑΙ» [ιδεατό ζωντανό ΟΝ - Φάνης] «γονιμοποιεί» ένα από τα “ωάρια” του νοητικού Νοός [Ζευς - Δίας]. Ουσιαστικά δηλαδή το “Είναι” διαθέτει Νόηση και διέπετε από αυτήν. Το “Είναι” σκέπτεται και ενεργεί τον ίδιο του τον εαυτό. Άλλωστε και ο Πλάτων στον «Σοφιστή» όταν αναφέρεται στο «καθ ΄ ολοκληρία ΟΝ – παντελώς ΟΝ» λέγει ότι αν είναι σεμνό και τίμιο το όντως ΟΝ, εκεί βρίσκεται ο πρωταρχικός Νους, γιατί δεν επιτρέπεται αυτό να μένει ακίνητο, σεμνό και άγιο, χωρίς να έχει νου. Αν όμως ο νους υπάρχει μέσα στο παντελώς ΟΝ, κινείται οπωσδήποτε ο νους, γιατί δεν είναι δυνατόν ούτε χωρίς κίνηση ούτε χωρίς στάση να λάβει ποτέ υπόσταση ο νους. Αν όμως ο νους κινείται και μένει σταθερός, υπάρχει τότε στο ΟΝ και ζωή και κίνηση. Τρία λοιπόν έχουν παρουσιαστεί : η ουσία, η ζωή και ο Νους. Ο δε νους, ο οποίος βρίσκεται υπεράνω της ψυχής και αποτελεί το σύνολο που συμπληρώνεται από τη ζωή και την ύπαρξη, αυτός είναι ο εγκόσμιος επιμέρους νους ή μυθολογικός Διόνυσος, διευθετεί με τρείς τρόπους τα πάντα : κατά πρώτον φωτίζοντας με τη δύναμη της νοητικής ικανότητας όλα όσα μπορούν να γνωρίσουν, κατά δεύτερον και τρίτον χορηγώντας τη συμμετοχή στη ζωή σε περισσότερα και την συμμετοχή στην ουσία σε όλα όσα υπάρχει το πρωταρχικό ΟΝ.
Δηλαδή η Ύπαρξη [=Είναι] του όντος, δηλ. η κατ’ ενέργεια ουσία κατά τον Αριστοτέλη, άλλωστε……………..γιατί όλα όσα γίνονται, γίνονται από Ον που υπάρχει εντελέχεια……………..στι γρ ξ ντελεχείᾳ ντος πάντα τγιγνόμενα…………………(Βλ. Αριστοτέλης “Περί  Ψυχής”,  431a.  3 – 4), και φυσικά η Νόηση – ή ορθά το περιεχόμενο – ήτοι το ενόραση αντικείμενο του ενέργεια «νοητικού Νοός» -, είναι ένα και το αυτό! Το ένα, η ύπαρξη,  δηλ. η εντελέχεια – ψυχή – είδος, υπάρχει μέσα στο άλλο, στο Νου – Νόηση, και δεν είναι δυνατόν να αποχωριστούν ή, όπως θα έλεγε ο Παρμενίδης με την γνωστή αρχή:……....είναι το αυτό το νοείν και το είναι…………… γρ ατ νοεν στίν τε κα εναι. ………………(Βλ.  Παρμενίδης  απ.  Νο.  3. 7).
Αλλά όμως και η ψυχή μετά από αυτά ανακαλύπτεται με αυτά. Γιατί πρέπει και η ζωή και ο Νους, τα οποία πρώτα υπήρχαν από μόνα τους [ην καθ' εαυτά], να εμφανιστούν και μέσα στην ψυχή. Γιατί κάθε ψυχή είναι σύνολο συμπληρωμένο από τη ζωή και τον νουν, αφού μετέχει και στα δύο. Έχει, λοιπόν, λάβει «υπόσταση» ο Νους και η ζωή πριν από την ψυχή, ο ένας ως κίνηση και στάση ταυτόχρονα, και η άλλη ως κίνηση και στάση. Και αυτές οι τέσσερεις ενιαίες μονάδες έχουν εξυμνηθεί από τον Πλάτωνα, η ψυχή, ο νους, η ζωή και το ΟΝ. Και όπως ακριβώς μέσα στην ψυχή υπάρχουν όλα, επειδή μετέχει σε αυτά, έτσι και στον νου υπάρχουν τα προηγούμενα του και στη ζωή το προηγούμενό της. Γιατί και η ζωή λέμε ότι υπάρχει και ότι ο νους υπάρχει και ζει, γιατί κινείται και είναι μέρος της ουσίας. Μετέχουν, λοιπόν, τα κατώτερα στις πιο συγκεντρωτικές ενώσεις. Αλλά παντού πρέπει πριν από τα όντα τα οποία επιδέχονται συμμετοχή να προϋπάρχουν τα αίτια τα οποία δεν επιδέχονται. Το ΟΝ λοιπόν πρωταρχικά δεν επιδέχεται συμμετοχή. Και η ζωή που πρώτη μετέχει στο ΟΝ, δεν επιδέχεται συμμετοχή, καθώς είναι ξεχωριστή από τον νου. Και ο συμπληρώνεται από την ουσία και τη ζωή και δεν επιδέχεται συμμετοχή από τις ψυχές και όσα τον ακολουθούν. Και ο νους έχει τεθεί επικεφαλής της ψυχής, εκπέμποντας σε αυτήν τη συμμετοχή της ζωής και του Όντος, ενώ αυτή υπάρχει πριν από τα σώματα και επιδέχεται συμμετοχή. Τελευταία λοιπόν βαθμίδα των όντων είναι αυτή στην οποία έχουν προσκολληθεί και τα σώματα , πρώτα τα ουράνια και μετά τα υποσελήνια μαζί με την προσθήκη των υλικών. Η πρόοδος λοιπόν των όντων είναι αυτή, η οποία μέσα από τη ζωή, τον νου και την ψυχή κατέληξε στην σωματική φύση. Αν είναι ανάγκη οι υπερούσιες ενιαίες μονάδες των θεών οι οποίες έλαβαν υπόσταση από την αιτία των πάντων που δεν επιδέχεται συμμετοχή, άλλες να δέχονται τη συμμετοχή των πρώτων, άλλες των ενδιάμεσων και άλλες των τελευταίων, είναι φανερό ότι άλλες θεοποιούν το μέρος των όντων που δεν επιδέχεται συμμετοχή, άλλες τη ζωή, άλλες τον νου, άλλες την ψυχή και άλλες τα σώματα φωτίζουν. Από τις υπερκόσμιες ενάδες των θεών έχει εξαρτηθεί ο νους και η ψυχική δύναμη η οποία προϋπάρχει μέσα στον νου. Από όσες μονάδες βρίσκονται υπεράνω αυτής εξαρτάται ο νους που δεν επιδέχεται συμμετοχή και είναι νοητικός, αυτός είναι μυθολογικά ο Ζευς – Δίας. Από τις ακόμα πιο πάνω μονάδες εξαρτάτε η αμέτοχη πρωταρχική ζωή και από τις κορυφαίες εξαρτάται το ίδιο το πρωταρχικό και πιο θείο από τα όντα ΟΝ. Για αυτό και ο Πλάτων στον «Παρμενίδη, 142.b» από εκεί ξεκινώντας, από το Ένα ΟΝ παράγει όλες τις βαθμίδες των θεών.
Ο Νους λοιπόν Είναι. Είναι η Αρχή. Αν θεωρήσουμε λοιπόν, και ορθά θα πράξουμε, ως Αρχή τον Νου το οτιδήποτευφίσταται από τη στιγμή που νοείτε από τον νοητικό Νου [Ζευς - Δίας]. Και βέβαια αν κάτι δεν νοείται από αυτόν δεν υφίσταται, δεν υπάρχει. Δηλαδή από τη στιγμή που κάτι – μια Ιδέα εις την ουσία – νοείται από τον υπερκόσμιο νοητικό Νου μπορεί να θεωρηθεί υπαρκτό/η ως μορφή και διάταξη ήτοι είδος ή ορθά γίνεται Εντελέχεια – ψυχή. Δια αυτό, κατά Αριστοτέλη «Περί ψυχής, 429.a 27 -  29», έχουν δίκιο αυτοί που λένε ότι η ψυχή είναι τόπος ειδών, με την διαφορά πως δεν είναι ολόκληρη αλλά μόνον η νοητική, ούτε εντελέχεια είναι τα είδη, αλλά δυνάμει. Όπερ και σημαίνει ότι η ψυχή ονομάζεται τόπος ειδών, όχι επειδή περιέχει τα είδη, αλλά διότι αυτή η ίδια γίνεται (είναι) ενέργεια, είναι η ενέργεια του Νου. Κάθε μία από αυτές, τις ψυχές – Είδος, είναι μια μορφή, μία έκφανση του “Είναι“, γιατί το κάθε ένα είναι = “υπάρχει“, είναι αυτό που είναι και έτσι συμμετέχει στο “Είναι“. Αν δεν συμμετείχε, δεν θα υπήρχε. Αν και το “Είναι” και τα πάντα, όλα τα όντα δηλαδή ως Σύμπαντα Κόσμος, μπορούν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν συνωνύμως, δεν ταυτίζονται εννοιολογικά, διότι τα πάντα εκφράζουν πολλότητα, τα πολλά, ενώ το “Είναι” εκφράζει το Ένα -  Αγαθό, δηλαδή τα πολλά ως ενότητα. Τα πολλά, τα πάντα είναι, για να εκφραστούμε με τις οντολογικές κατηγορίες του μεγίστου Αριστοτέλους, η ύλη του “Είναι” και το “Είναι” είναι το είδος των πάντων, άλλωστε κατ’ Αριστοτέλη ο νους είναι το είδος των ειδών, των όντων. Όλα είναι “Είναι” αλλά το κάθε ένα έχει το δικό του “Είναι“, άλλωστε η ψυχή, δηλαδή η ενέργεια του Νου, κατά Αριστοτέλη, είναι ο τόπος των Ειδών. Ο δε Νους όμως είναι δυνάμει νοητό, επομένως όταν νοεί ενέργεια, νοεί τον εαυτόν του. Η σχηματοποίηση, δηλαδή η νόηση μιας Ιδέας εκ του νοητικού νοός [Ζευς - Δίας], εντός του, “αποκαλύπτει” ή ορθά δημιουργεί την κάθε ύπαρξη ήτοι ψυχή – εντελέχεια – είδος. Ο νοητικός Νους [Ζευς - Δίας] είναι η μήτρα των όντων. Πριν δηλαδή υπάρξει οτιδήποτε, δεν υπάρχει αλλά “Είναι” ο νοητικός Νους [Ζευς - Δίας]. Αν υποθέσουμε ότι μπορούσαμε να ρωτήσουμε τον νοητικό Νου [Ζευς - Δίας] ποιος είσαι, αυτός θα μας απαντούσε : Είμαι αυτός που ΕIΝΑΙ.
Έτσι ο Πλούταρχος, ο Ιερέας του Δελφικού Ναού, θα μας πει ότι:……….Εμείς, πάλι, απαντώντας στο θεό λέμε “Εί-σαι” (= ΕΙ), θεωρώντας ως αληθή, αψευδή και μόνη ταιριαστή μόνο σε εκείνον προσφώνηση αυτήν που σημαίνει το Είναι. ……… «Αλλ᾽ ἔστιν ὁ θεός», αν χρειάζεται να το πούμε, και «ἔστι» όχι κατά οποιοδήποτε χρονικό μέτρο, αλλά κατά τον Αιώνα τον ακίνητο, τον άχρονο, τον αμετάβλητο, που δεν έχει πριν και μετά, ούτε μέλλον και παρελθόν, ούτε παλιότερα και νεότερα. Αλλά ο θεός, όντας ένας, πληρεί την αιωνιότητα του μέσα στο τώρα, και το μόνο που υπάρχει είναι αυτό που υπάρχει κατά τον τρόπο του θεού, δηλαδή αυτό που δεν υπήρξε ούτε θα υπάρξει και ούτε άρχισε ούτε θα τελειώσει. Ως εξής, λοιπόν, πρέπει να με σεβασμό να χαιρετίζουμε και να προσαγορεύουμε το θεό : Είσαι. Και, μα τον Δία, όπως ορισμένοι από τους παλαιούς: Είσαι Ένα. Γιατί το θείο δεν είναι πολλά, όπως ο καθένας από μας είναι ετερόκλιτο άθροισμα μύριων διαφοροποιήσεων που οφείλονται στις μεταβολές μας, ένα ανακάτεμα. Αλλά το ΟΝ πρέπει να είναι ένα, όπως και το Ένα ΟΝ, ενώ η ετερότητα, καθόσον διαφέρει από το ΟΝ, μεταπίπτει στην γέννηση του μη Όντος. Επομένως, ταιριάζει καλά στον θεό και το πρώτο και το δεύτερο όνομά του. Γιατί είναι Απόλλωνας, καθόσον αρνείται τα πολλά, και αποποιείται το πλήθος. Ιήος ως ένας και μόνος….…..(Βλ.  Πλούταρχος “Περί του ΕΙτου εν Δελφοίς”, 392.a+  393.b).
……….Συνεχίζεται……….

Συγγραφέας κειμένου : Κεφάλας Ευστάθιος [20-1-2007, ΕΛΛΑΣ]
——————————————————————————————————————————————————————————-
Πηγές
Πλάτων
  • Πολιτεία [περί δικαίου πολιτικός]
  • Τίμαιος [περί φύσεως, φυσικός]
  • Φαίδρος [περί καλού ηθικός]
  • Φαίδων [περί ψυχής, ηθικός]
  • Κριτίας
  • Νόμοι [περί νομοθεσίας]
  • Θεαίτητος [περί Επιστήμης, πειραστικός]
  • Γοργίας
  • Σοφιστής [περί του Όντος]
  • Πολιτικός
  • Φίληβος
  • Παρμενίδης [περί ιδεών]
  • Κρατύλος [περί ονομάτων ορθότητος. λογικός]
  • Ίων
  • Μίνως
  • Αλκιβιάδης και Αλκιβιάδης ΙΙ
  • Γοργίας [περί ρητορικής],
  • Πρωταγόρας [περί του διδακτού ή μη της αρετής - Σοφισταί, ενδεικτικός]
  • Κρίτων [περί του προς την πολιτεία και τους νόμους καθήκοντος]
  • Επινομίς,
  • Όροι
  • Μενέξενος [Επιτάφιος ηθικός],
  • Μένων [περί Αρετής δοκιμαστικός]
  • Ευθύφρων [περί οσίου και ευσεβούς]
  • Ευρυξίας [περί πλούτου]
  • Συμπόσιο
  • Ευθύδημος
  • Λάχης [περί ανδρείας. μαιευτικός]
Πρόκλος
  • Εις τας Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα [6 τόμοι]
  • Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας [6 τόμοι]
  • Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος [9 τόμοι]
  • Σχόλια εις τον Κρατύλο Πλάτωνος [1 τόμος]
  • Εις τον Παρμενίδη Πλάτωνος [7 τόμοι]
  • Στοιχείωσις θεολογική [1 τόμος]
  • Εις τον Πλάτωνος πρώτον Αλκιβιάδην [2 τόμοι]
  • Εις τα Πλωτίνου Εννεάδας
  • Επίσκεψις των προς τον Πλάτωνος Τίμαιον υπό Αριστοτέλους αντειρημένων
Πλωτίνος
  • Εννεάδες [6 τόμοι]

Αριστοτέλης
  • Μετά τα Φυσικά [7 βιβλία]

Πλούταρχος
  • Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς
[1] Βλ. Πλάτων «Τίμαιο» 30c.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ShareThis