Τί ἐστιν ἀλήθεια ;
O Πλάτων, στις «Επιστολές, 341.b – 345.c (Ζ’ επιστολή)», μας λέγει πως όταν κανείς βλέπει τα γραμμένα συγγράμματα κάποιου, τους νόμους λόγου χάρη του νομοθέτη, δεν σημαίνει πως αυτά είναι τα σπουδαιότερα έργα του, επειδή αυτός ο ίδιος ο συγγραφέας είναι αξιόλογος. Όχι, τα σπουδαία έργα βρίσκονται «ἐν χώρᾳ τῇ καλλίστῃ τῶν τούτου». Εν ολίγοις η αληθινή και ζωντανή γνώση υπάρχει μέσα μας, στην ψυχή μας : δηλ. η εντός μας εσωτερική αλήθεια είναι υπέρτερη από οποιαδήποτε απόπειρα έκφραση της.
Μάλιστα εξηγεί πως για έκαστο πράγμα ή ον χρειάζονται 3 προϋποθέσεις, για να αποκτηθεί η επιστήμη του. Η επιστήμη είναι το τέταρτο, ενώ στην 5η θέση πρέπει να βάλουμε αυτό που μπορεί να γίνει γνωστό και είναι αληθινό («ἀληθῶς ἐστιν ὄν»). Τούτη η γνώση, που «ἀληθῶς ἐστιν ὄν», είναι αυτή που δεν μπορεί να γίνει λόγος, «γιατί δεν εκφράζεται με λόγια σαν τα άλλα μαθήματα, αλλά σαν αποτέλεσμα της αδιάκοπης επεξεργασίας του θέματος και επικοινωνία με αυτό, όπως το πυρ ξεπηδά και άξαφνα ανάβει φως μέσα στην ψυχή και τρέφει το ίδιο τον εαυτό του - ῥητὸν γὰρ οὐδαμῶς ἐστιν ὡς ἄλλα μαθήματα, ἀλλ᾽ ἐκ πολλῆς συνουσίας γιγνομένης περὶ τὸ πρᾶγμα αὐτὸ καὶ τοῦ συζῆν ἐξαίφνης, οἷον ἀπὸ πυρὸς πηδήσαντος ἐξαφθὲν φῶς, ἐν τῇ ψυχῇ γενόμενον αὐτὸ ἑαυτὸ ἤδη τρέφει» όπως λέγει ο Πλάτων (Επιστολές, 341.c.5 – 341.d.2). Πρώτο, λοιπόν, είναι το όνομα, 2ο είναι ο λόγος (ορισμός), 3ο το Είδωλο (εικόνα = εικασία και πίστη) και 4ο η επιστήμη.
Βέβαια θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο Πλάτων στην «Πολιτεία» μας έχει εξηγήσει ότι η γνώση χωρίζεται στις εξής βαθμίδες : 1ον της δόξας, η οποία συγκεφαλαιώνει τις μερικότερες 2 κατηγορίες, αυτές της εικασίας, που αντιστοιχεί στις(εικόνες των ορατών, και της πίστεως, που αντιστοιχεί στα ίδια τα ίδια τα ορατά. 2ον της επιστήμης, η οποία αναλύεται στις μερικότερες 2 κατηγορίες, αυτές της διάνοιας, που αντιστοιχεί στα μαθηματικά όντα που ευρίσκονται μεταξύ αισθητών και νοητών όντων, και της νόησης, που αντιστοιχεί στην ύψιστη γνωστική βαθμίδα, όπου είναι δυνατή η θεώρηση της ιδέας του Αγαθού. Αυτές οι δύο κατηγορίες γνώσης αντιστοιχούν στην διττή πραγματικότητα, την αισθητή και την νοητή αντίστοιχα.
Έτσι ο Πλάτων, «Επιστολές, (Ζ’ επιστολή)», παίρνοντας ως παράδειγμα τον κύκλο, απομονώνει ένα προς ένα τα παραπάνω στοιχεία. Λέγει ότι υπάρχει λόγου χάρη ότι υπάρχει κάτι που το λέμε «κύκλο», και αυτό είναι το όνομα. Κατόπιν έρχεται ο ορισμός/λόγος, που εκφράζεται με ονόματα και ρήματα, δηλαδή «εκείνο του οποίου η περιφέρεια απέχει από το κέντρο παντού το ίδιο», θα ήταν ο ορισμός εκείνου που έχει την ονομασία «στρογγυλό», «περιφερές/ σφαιρικό» και «κύκλος». Στην θέση έρχεται το αντικείμενο που το σχεδιάζεις και το σβήνεις ή που το χρησιμοποιείς στον τόρνο και καταστρέφεται. Από τούτα ο κύκλος αυτός καθ’ αυτός, που γύρω του γίνονται όλα τούτα, δεν παθαίνει τίποτα, γιατί είναι κάτι άλλο. Τέταρτο έρχεται η επιστήμη και ο νους/νοημοσύνη και η αληθής δόξα/γνώμη γύρω από αυτά. Τούτα πρέπει να τα εκλάβουμε θεατό σύνολο «οὐκ ἐν φωναῖς οὐδ᾽ ἐν σωμάτων σχήμασιν» αλλά εντός της ψυχής, και που είναι βέβαια διαφορετικό από τη φύση του κύκλου αυτού και από τα 3 πράγματα που ειπώθηκαν. Από αυτά εγγύτατο στο 5ον είναι ο νους, χάρη στην συγγένεια και στην ομοιότητα. Τα άλλα απέχουν κατά πολύ. Το ίδιο ισχύει και για το ευθύγραμμο και για το περιφερές/σφαιρικό σχήμα και για το χρώμα και για το καλό και το ωραίο και για το δίκαιο και γενικά για οτιδήποτε που κατασκευάζεται ή γίνεται από τη φύση, λόγου χάρη για το πυρ και το ύδωρ και όλα αυτά και για κάθε ζώο και για κάθε πράξη μέσα στην ψυχή και για όλες τις ενέργειες ή τα παθήματα. Αν λοιπόν δεν συλλάβει κάποιος αυτές τις 4ης προϋποθέσεις αυτών με κάποιο τρόπο, ποτέ του δεν θα γίνει τελείως μέτοχος της επιστήμης του 5ου. Αυτά τα 4α βέβαια εκφράζουν την ποιότητα και όχι την ουσία του πράγματος, λόγω της αδυναμίας της γλώσσα να εκφράσει την ουσία των πραγμάτων. Για τούτο κανείς σώφρων δεν αποπειράται να βάλει στην ίδια μοίρα τα νοήματά του («τὰ νενοημένα ὑπ᾽ αὐτοῦ») με τα γλωσσικά σύμβολα, κάνοντας έτσι τα νοήματά του αμετάβλητα, όπως αμετάβλητα είναι τα γραφτά. Πέραν αυτού, λέγει ο Πλάτων, κάθε κύκλος που σχεδιάζεται στο μάθημα της γεωμετρίας ή κατασκευάζεται στον τόρνο είναι ολότελα αντίθετος προς το πέμπτο, την νόηση του κύκλου, γιατί σχετίζεται παντού με την ευθεία, ενώ ο κύκλος αυτός καθ’ εαυτός δεν έχει εντός του τίποτε ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο από την αντίθετή του φύση. Και τα όνομά τους ισχυριζόμαστε πως κατά κανένα τρόπο δεν είναι σταθερά, γιατί δεν εμποδίζει τίποτα αυτά που τώρα ονομάζουμε «στρογγυλά», να τα πούμε «ευθύγραμμα», και τα «ευθύγραμμα» να τα πούμε «στρογγυλά», και δεν χαλάει η σταθερότητα των πραγμάτων, αν τους αλλάξουμε την ονομασία και τους δώσουμε τις αντίθετές τους. Μάλιστα και για τον λόγο/ορισμό τους ισχύει το ίδιο πράγμα. Αφού αποτελείται από ονόματα αι ρήματα τίποτα δεν είναι απόλυτα σταθερό. Χιλιάδες λόγια θα μπορούσαν κάλλιστα να ειπωθούν για καθένα από τα 4, πως δηλ. έχουν ασάφεια. Το σπουδαιότερο μάλιστα, που μόλις τώρα είπαμε, είναι πως, ενώ υπάρχουν δύο πράγματα, η ουσία και η ποιότητα, και η ψυχή ζητάει να γνωρίσει όχι την ποιότητα αλλά την ουσία, το καθένα από τα 4 παρουσιάζει στην ψυχή με λόγους και έργα αυτό που η ψυχή δεν ζήτησε. Έτσι παρέχει πάντοτε αυτό που περιγράφεται ή παρουσιάζεται σε εύκολο έλεγχο από τις αισθήσεις, και γεμίζει τον καθένα με απορίες και ασάφειες.
Μέσα λοιπόν σε τούτα, μη όντας συνηθισμένοι να αναζητούμε το αληθές λόγω πονηρής τροφής (κακή παιδεία), αλλά ικανοποιημένοι με το είδωλο που βλέπουμε, δεν γινόμαστε μεταξύ μας καταγέλαστοι απαντώντας στις ερωτήσεις, ενώ μπορούμε να αναλύσουμε και να καταδικάσουμε τα 4α είδη της γνώσης. Αλλά στις περιπτώσεις που αναγκάζουμε κάποιον να μας δώσει το 5ο, την ουσία, ως απόκριση και εξήγηση, όποιος θέλει και δύναται να ανατρέψει τον λόγο, επικρατεί και κάνει αυτόν που προσπαθεί να εκθέσει την άποψη του προφορικά ή με γραπτά ή με ερωτήσεις κι απόκριση να φαίνεται στους πιο πολλούς ακροατές πως δεν ξέρει τίποτα από όσα προσπαθεί να γράψει ή να πει. Γιατί δεν γνωρίζουν κάποτε οι ακροατές πως δεν είναι η ψυχή του συγγραφέα ή του ομιλητή που ελέγχεται, αλλά η φύση του καθενός από τα 4α είδη της γνώσης, που είναι από την βάση της φαύλη. Αλλά είναι η μεθοδική έρευνα σε όλα τα στάδια που περνάει συνέχεια από το ένα στο άλλο, πάνω κάτω, που με δυσκολία γεννάει την επιστήμη πράγματος που από τη φύση του είναι τέλειο σε άνθρωπο τέλειο στην φύση του («ἐπιστήμην ἐνέτεκεν εὖ πεφυκότος εὖ πεφυκότι»). Μα αν η φύση του ανθρώπου είναι κακή, όπως πράγματι είναι των περισσότερων ανθρώπων η ψυχική έξη προς το μανθάνω ή αυτά που λέμε ήθη είναι ή από τη φύση τους διευθαρτά ή κακά, τότε ούτε ακόμη και ο Λυγκέας δεν θα μπορούσε να τους κάνει να δούνε. Με μία λέξη, όποιος δεν είναι σχετικός με το πράγμα, ούτε η ευκολία του στην μάθηση ούτε η μνήμη του θα τον έκαναν να αντιληφθεί την ουσία, γιατί δεν γίνεται να βρίσκεται η αρχή της αληθινής επιστήμης σε αλλότριες συνήθειες. Ώστε όσοι δεν είναι από τη φύση τους σχετικοί με το δίκαιο και με ότι είναι όμορφο, ακόμη κι αν έχουν ευκολία στη μάθηση και διαθέτουν μνήμη, ή όσοι σχετικοί αλλά δεν έχουν ευκολία στη μάθηση και δεν διαθέτουν μνήμη, δεν θα μπορέσουν ποτέ να ξεχωρίσουν την πραγματική αρετή από την πραγματική κακία. Είναι βέβαια ανάγκη να μαθαίνει κάποιος αυτά μαζί, όπως το ψεύδος μαζί με την αλήθεια της όλης ουσίας, με έρευνα πολλή και χρόνο περισσό. Εξετάζοντας και συγκρίνοντας το καθένα, δηλ. τις ονομασίες, τους ορισμούς, τις όψεις/εικόνες, τα αισθήματα, και ελέγχοντας τα με καλόβουλα επιχειρήματα και χωρίς φθόνο με τη μέθοδο των ερωτήσεων και των απαντήσεων, τότε με μόχθο θα λάμψει φρόνηση και νους γύρω από το καθένα με την πιο μεγάλη δύναμη που γίνεται σε άνθρωπο. Για αυτό κάθε σοβαρός άνθρωπος, όταν καταπιαστεί με όντως σπουδαία θέματα, προσεκτικά αποφεύγει να γράψει, μη έτσι και αφήσει τα θέματα τούτα λεία στον φθόνο και στην ανοησία των ανθρώπων. Με μία λέξη λοιπόν, πρέπει να καταλάβουμε, από όσα είπαμε, πως όταν κανείς βλέπει τα γραμμένα συγγράμματα κάποιου, τους νόμους λόγου χάρη του νομοθέτη, δεν σημαίνει πως αυτά είναι τα σπουδαιότερα έργα του, επειδή αυτός ο ίδιος ο συγγραφέας είναι αξιόλογος. Όχι, τα σπουδαία έργα βρίσκονται «ἐν χώρᾳ τῇ καλλίστῃ τῶν τούτου».
Εξ ου και ο Πλάτων λέγει ότι δικό του σύγγραμμα, που να πραγματεύεται την ουσία των πραγμάτων δεν υπάρχει και ούτε θα υπάρξει ποτέ, «γιατί δεν εκφράζεται το περιεχόμενό της με λόγια σαν τα άλλα μαθήματα, αλλά σαν αποτέλεσμα της αδιάκοπης επεξεργασίας του θέματος και επικοινωνία με αυτό, όπως το πυρ ξεπηδά και άξαφνα ανάβει φως μέσα στην ψυχή και τρέφει το ίδιο τον εαυτό του - ῥητὸν γὰρ οὐδαμῶς ἐστιν ὡς ἄλλα μαθήματα, ἀλλ᾽ ἐκ πολλῆς συνουσίας γιγνομένης περὶ τὸ πρᾶγμα αὐτὸ καὶ τοῦ συζῆν ἐξαίφνης, οἷον ἀπὸ πυρὸς πηδήσαντος ἐξαφθὲν φῶς, ἐν τῇ ψυχῇ γενόμενον αὐτὸ ἑαυτὸ ἤδη τρέφει». Λέει μάλιστα ότι αν έπρεπε να γραφτεί και να ειπωθεί με ικανοποιητικό τρόπο στους πολλούς, το πιο όμορφο που θα είχε κάνει κάποιος στην ζωή του θα ήταν το να γράψει ότι θα ωφελούσε την ανθρωπότητα και θα έφερνε στο φώς τη φύση της πραγματικότητας! Κάτι τέτοιο όμως λέγει δεν θα έκανε καλό στους ανθρώπους, παρά μονάχα σε λίγους που έχουν την δυνατότητα να βρούνε την αλήθεια μόνοι τους με μικρή βοήθεια. Όσο για τους υπόλοιπους, άλλους θα γέμιζε με αδικαιολόγητη και λανθασμένη ικανοποίηση και άλλους με φαντασμένη και κούφια ελπίδα πως έχουν τάχα μάθει κάτι σπουδαίο!.
Κεφάλας Ευστάθιος [Αμφικτύων] (28/2/2011, Ελλάς)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.