Ο ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΣ ΔΙΑΣ [ΜΕΡΟΣ 2β]


Αλλά όμως και ο Πλάτων στον «Τίμαιο» χρειάζεται ιδιαιτέρως τον δημιουργό και πατέρα σαν αυτόν που δίνει υπόσταση στα πάντα και σαν αυτόν που γεννά τον Κόσμο, ενώ η γέννηση και η παραγωγή και η πρόνοια είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των θεών, στον βαθμό  που είναι θεοί, πράγμα για το οποίο και αυτός την ιδιότητα του δημιουργού, σύμφωνα με την οποία είναι και θεός, την ονομάζει «τῆς ἀπογεννήσεως αἰτίαν τοῦ παντὸς καὶ κυριωτάτην ἀρχὴν τῆς τῶν ὅλων διακοσμήσεως». Χρειάζεται όμως και το υπόδειγμα [παράδειγμα], επειδή περιέχει τα πρώτιστα είδη, με βάση τα οποία πρόκειται και ο Κόσμος να διαμορφωθεί σε είδη. Γιατί ο Κόσμος είναι εικόνα του υποδείγματος και δημιούργημα του δημιουργού. Και ταιριάζει στο πρωταρχικό είδος να είναι υπόδειγμα, και στον δημιουργό να είναι «το πιο αγαθό αίτιο – τῷ <ἀρίστῳ τῶν αἰτίων>» με βάση την δική του αγαθότητα και την ύπαρξη της δικής του ουσίας. Γιατί η ιδιότητα να γεννούν και να δίνουν υπόσταση και να προνοούν για τα άλλα ταιριάζει στους θεούς, και όχι σε όσα είναι εξαρτημένα πρωταρχικά από αυτούς. Αλλά και αυτά λόγω των θεών έλαβαν την περιουσία [αφθονία] που είναι ικανή να γεννήσει τα κατώτερα. Αυτά υποδεικνύοντας ο Σωκράτης στην «Πολιτεία, 508.b και 509.b», είπε τον ήλιο αίτιο της γενέσεως [του γίγνεσθαι] αφού τον χαρακτήρισε «τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τῆς ὑπερουσίου τῶν ὅλων ἀρχῆς ἔκγονον» όπως ακριβώς βέβαια και στον «Τίμαιο» δεν ξεκινά προηγουμένως τη δημιουργία του σύμπαντος, παρά αφού εξυμνήσει την αγαθότητα του δημιουργού των πάντων. Γιατί με βάση την αγαθότητα δίνει υπόσταση καθένας από τους δύο, ο ένας στο σύμπαν και ο άλλης στην φύση που γεννιέται, και όχι με βάση το νου που υπάρχει μέσα σε αυτούς ή τη ζωή ή κάποιο άλλο είδος της ουσίας. Γιατί και αυτά δίνουν υπόσταση στα επόμενά τους λόγω της μέθεξης τους στο Αγαθό.
Ο νοητικός Κόσμος των θεών οριοθετείται εκ των άνω από τον βασιλέα των όλων θεϊκών γενών που έχει την πατρική υπεροχή απέναντι σε όλους τους νοητικούς τον οποίο Φάνη, κατά τους ορφικούς, «πρωτόγονον μάκαρες κάλεον κατὰ μακρὸν Ὄλυμπον», και προχωρεί μέσα από τις τρείς Νύχτες και τις Ουράνιες υποστάσεις στην Τιτανική γενιά, την πρώτη που διαχώρισε τον εαυτό της από τους πατέρες και άλλαξε τη διαιρετική προστασία των πάντων με την συνεκτική βασιλεία. Εμφανίζεται λοιπόν όλο το γένος το δημιουργικό των θεών από όλα τα προαναφερθέντα αρχικά και βασιλικά αίτια, απευθείας από τον ένα καθ’ ηγεμόνα των Τιτανικών Κόσμων, και μπροστά από τους άλλους δημιουργούς ο Ζευς, αφού κλήρωσε το ενιαίο κράτος της σύνολης δημιουργικής σειράς και αφού έφτιαξε και έσωσε υπόσταση σε όλα τα αφανή και τα εμφανή, νοητικός ο ίδιος κατά την τάξη, προάγοντας όμως τα είδη των όντων και τα γένη στον αισθητό Κόσμο, πλήρης από τους υπέρ αυτόν θεούς και προχωρώντας ο ίδιος σε όλους τους ενδοκοσμικούς που προέρχονται από αυτόν την πορεία προς το Είναι. Για αυτό και οι ορφικοί παραδίδουν ότι αυτός δημιούργησε σύμπασα την ουράνια γενιά και έφτιαξε τον ήλιο, τη σελήνη και τους άλλους αστρικούς θεούς, και επίσης δημιούργησε τα στοιχεία της υποσελήνιας περιοχής και διευθέτησε τα είδη, τα οποία προηγουμένως βρίσκονταν σε αταξία, ότι έδωσε υπόσταση σε θεϊκές γενεαλογίες, σε όλο τον Κόσμο, εξαρτημένες από εκείνον, και θέσπισε για όλους τους ενδοκοσμικούς θεούς τις κατά την αξία τους παροχές από την πρόνοια του σύμπαντος. Ο Όμηρος, επίσης, τον εξυμνεί ως «πατέρα» γενικά «θεῶν τε καὶ ἀνθρώπων καὶ ἡγεμόνα καὶ βασιλέα» και «ύπατο των ανωτέρων», λέγοντας ότι γύρω του συνάζεται όλο το πλήθος των ενδοκοσμικών θεών, μένει σε αυτόν και τελειώνεται από αυτόν. Πράγματι, όλοι έρχονται προς τον αυτόν καλεσμένοι μέσω της Θέμιδας – «Ο Ζευς την Θέμιδα κέλευσε τους θεούς σε αγορά να καλέσει από την κορυφή του πολύπτυχου Ολύμπου. Εκείνη παντού πηγαινοερχόμενη κέλευσε προς του Διός να πάνε το δώμα – Ζεὺς δὲ Θέμιστα κέλευσε θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι κρατὸς ἀπ᾽ Οὐλύμποιο πολυπτύχου. ἡ δ᾽ ἄρα πάντῃ φοιτήσασα κέλευσε Διὸς πρὸς δῶμα νέεσθαι» λέγει ο Όμηρος στον 4ο στοίχο της Υ’ ραψωδίας της Ιλιάδος. Συγκεντρώνονται λοιπόν όλοι στην μία και μόνη βούληση του Διός, κι έρχονται «Διὸς ἔνδον», όπως λέει το ποίημα, και μέσα τους χωρίζει πάλι σύμφωνα με τις δυο κατηγορίες και τους οδηγεί στην πρόνοια των κατώτερων, ενώ «μένων αὐτὸς ἐν τῷ ἑαυτοῦ κατὰ τρόπον ἤθει» όπως λέει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 42.e». «Έτσι είπε ο Κρονίδης και πόλεμο αλύγιστο έγειρε – ὣς ἔφατο Κρονίδης, πόλεμον δ᾽ ἀλίαστον ἔγειρεν» λέγει ο Όμηρος στον 31ο στοίχο της Υ’ ραψωδίας της Ιλιάδος. Εκείνος βέβαια είναι εξηρημένος [υπερβατικός] σε σχέση με όλα τα ενδοκοσμικά. Έτσι, ακόμα και οι πλέον καθολικοί και ηγεμονικοί από τους άλλους θεούς, αν και τρόπο τινά θεωρούνται ισάξιοι του Διός λόγω του ότι προήλθαν από τα ίδια αίτια, τον αποκαλούν πατέρα. Μάλιστ, ακόμα και ο Ποσειδώνας και η Ήρα με την προσαγόρευση αυτή το υμνούν. Ωστόσο η Ήρα προσπαθεί να δικαιωθεί απέναντί του ως θεά ίδια τάξεως : «γιατί και εγώ θεός είμαι, και το γένος μου ένθεν όθεν το δικό σου, και μένα πιο σεβαστή από όλους έτεκε ο αγκυλομήτης Κρόνος - καὶ γὰρ ἐγὼ θεός εἰμι, γένος δέ μοι ἔνθεν ὅθεν σοί, καί με πρεσβυτάτην τέκετο Κρόνος» λέγει ο Όμηρος στον 58ο στοίχο της Δ’ ραψ. της Ιλιάδος. Αλλά και ο Ποσειδώνας : «Γιατί τρεις από τον Κρόνο είμαστε αδελφοί, που έτεκε η Ρέα, ο Ζευς και εγώ, και τρίτος ο Άδης» στον 187ο στοίχο της Ο’ ραψωδίας. Πάρα ταύτα, και οι δύο τον αποκαλούν πατέρα. Το αίτιο, τώρα, καθότι προέλαβε τη μια και αδιαίρετη αιτία της σύνολης δημιουργίας, υπάρχει πριν από την Κρόνια τριάδα, αποτελώντας συνεκτικός και για τους τρείς πατέρες, και περιέχει πλήρως την ζωογονία της Ήρας. Εξ ου και με την εμψύχωση εκείνης, αυτός μαζί με τους άλλους έδωσε υπόσταση στο (συμ)παν και στις ψυχές. Είναι λογικό λοιπόν να λέμε ότι και ο μέγιστος δημιουργός του πλατωνικού «Τίμαιου» είναι ο Δίας. Αυτός άλλωστε δημιουργεί και τους εγκόσμιους νόες και τις ψυχές. Πραγματικά, αυτός είναι που διακοσμεί όλα τα σώματα με τα σχήματα και τους αριθμούς και τους εμβάλει τη μια ενότητα και φιλία ως ακατάλυτο δεσμό. Εξάλλου, όπως λέγει ο Ορφέας στο απ. Νο.122, έτσι συμβουλεύει η Νύχτα τον Δία περί της του παντός δημιουργίας : «Δεσμό ισχυρό στα πάντα να απλώσεις - αὐτὰρ ἐπὴν δεσμὸν κρατερὸν περὶ πᾶσι τανύσσῃς». Ο δεσμός αφορά τα εγκόσμια, ο πιο κοντινό είναι αυτός που αποτελεί μια αναλογία, ο πιο τέλειος συνδέεται με τον νου και την ψυχή. Για αυτό και ο Τίμαιος ονομάζει «δεσμό» την «διὰ τῆς ἀναλογίας κοινωνίαν τῶν στοιχείων» και την «ἀπὸ τῆς ζωῆς ἀδιάλυτον ἕνωσιν». «Τα ζωντανά πλάσματα γεννήθηκαν αφού δέθηκαν με έμψυχα δεσμά -δεσμοῖς γὰρ ἐμψύχοις δεθέντα τὰ ζῷα ἐγεννήθη» λέει ο Πλάτων (Τίμαιος, 38e). Ακόμα πιο σεβαστός δεσμός είναι αυτός που προέρχεται από την δημιουργική βούληση. «Γιατί με την δική μου βούληση διαθέτετε δεσμό πολύ μεγαλύτερο και στερεότερο από εκείνους - βουλήσεως μείζονος ἔτι καὶ κυριωτέρου δεσμοῦ λαχόντες ἐκείνων». Αυτή λοιπόν η έννοια (σύλληψη) του μέγιστου Διός, «σαν από σταθερό πιασμένοι παλαμάρι – ἀσφαλοῦς ἐχόμενοι πείσματος», ότι είναι δημιουργός και πατέρας του σύμπαντος αυτού, ότι είναι νούς αμέθεκτος και τέλειος και ότι πληροί τα πάντα με όλα τα άλλα αγαθά και κυρίως με την ζωή, ας τη θεωρήσουμε όπως ο Σωκράτης ότι αποκαλύπτει μέσα από τα ονόματα τη μυστική αλήθεια για τον θεό αυτό.
Αφού λοιπόν πήραμε την αρχή της θεωρίας του Πλάτωνα ψηλά από την πατρική αρχή, ας μιλήσουμε για αυτήν και κυρίως ας εξηγήσουμε περι του μεγάλου Διός και του Δία της τριάδας των δημιουργών.
Ο δημιουργός λοιπόν και πατέρας αυτού εδώ του σύμπαντος, ο οποίος έλαβε την τρίτη σειρά μεταξύ των νοητικών βασιλιάδων, παρήγαγε τα πάντα καθολικά, ανεβάζοντας τα πάντα προς την μία ενιαία μορφή του Κόσμου και στην μία τελειότητα του σύμπαντος. Έτσι λοιπόν τακτοποιούσε τα μέρη και ολοκλήρωνε το σύνολο, φροντίζοντας ώστε και όλα τα αθάνατα και όλα τα θνητά να γεννιούνται με σκοπό την οικονομία του σύμπαντος. Αυτό λοιπόν έχει εμφανιστεί ο δημιουργός στον «Τίμαιο, 41.c» να λέει στους «νέους θεούς» : «Για να υπάρχουν τα θνητά και για να είναι αυτό εδώ το σύμπαν πραγματικό σύμπαν, στραφείτε εσείς ανάλογα με την φύση σας στην δημιουργία των ζωντανών όντων -Ιν᾽ οὖν θνητά τε ᾖ τό τε πᾶν ὄντως ἅπαν ᾖ, τρέπεσθε κατὰ φύσιν ὑμεῖς ἐπὶ τὴν τῶν ζῴων δημιουργίαν». Επειδή όμως παντού είναι ανάγκη μετά τη μονάδα να γεννιέται το συγγενικό με την μονάδα πλήθος και πριν από την πλήρη διαίρεση να λαμβάνει υπόσταση ο αριθμός που παρουσιάζει ενότητα (γιατί ότι έχει πολλαπλασιαστεί πλήρως δεν είναι συγγενικό με αυτό που παραμένει σταθερό, ούτε αυτό που είναι διαιρεμένο με όλους τους τρόπους είναι δυνατόν να μένει συνδεδεμένο με το αδιαίρετο), ο δημιουργός των πάντων παράγει από τον εαυτό του και από τον πατέρα ένα συγγενικό με τη μονάδα των πατέρων αριθμό, ενώ οι τρείς που έλαβαν υπόσταση από τον ένα δημιουργό και παρέλαβαν πρώτοι το της δημιουργία κράτος, παράγουν από τον εαυτό τους άλλους δεύτερους και τρίτους δημιουργούς, έως ότου μέσω της καθόδου που προχωρά σταδιακά, απλώσουν όλον τον αριθμό των δημιουργών μέσα της και τον φέρνει στο φως η εμφάνιση του πλήθους η οποία πραγματοποιείται με τάξη. Και έτσι λοιπόν, αφού προέκυψαν οι τρείς ηγεμονικοί πατέρες των πάντων, διαχωρίζουν τις δικές τους δημιουργίες με βάση τα πρώτα, τα ενδιάμεσα και τα τελευταία όρια της δημιουργίας, και είναι μεν όλοι καθολικοί, αλλά είναι και κατά τρόπο καθολικό δημιουργοί και πατέρες των μερών, χωρίς να αλλάζουν το είδος της δημιουργίας λόγω της συγγένειάς τους με την μονάδα, αλλά και λόγω της κατώτερης θέσης τους στην πρόοδο των θεώ δεν απλώνουν την ενέργεια τους αδιαίρετα στα πάντα. Και ο ένας δημιουργός έχει τοποθετηθεί πριν από την τριάδα των δημιουργών και έχει συμπεριλάβει μέσα του κατά τρόπο ενιαίο τις δημιουργίες των πάντων, ενώ αυτοί οι τρείς δημιουργικοί πατέρες πολλαπλασιάζουν το ενιαίο κράτος [εξουσία] του πρώτιστοι δημιουργού και διαιρούν την αδιαίρετη δημιουργία και προωθούν στα κατώτερα τη σταθερή ενέργεια του πατέρα. Και η εξηρημένη [υπερβατική] μονάδα περιλαμβάνει μέσα της το τέλειο μέτρο της τριάδας με την μορφή της κορυφαίας ένωσης, ενώ η τριάδα αποκαλύπτει από τον εαυτό της την αδιαίρετη δύναμη της μονάδας.
Αυτούς λοιπόν τους τρείς πατέρες τους εξυμνεί ο Πλάτων και σε άλλους διαλόγους, ιδιαίτερα στον «Γοργία», όπου επικαλείται την ένθεη ποίηση για την θεωρία σχετικά με αυτούς τους θεούς. Και ανάγει ολόκληρη την πρόοδό τους στον πατέρα των νοητικών θεών, τον Κρόνο, κι από εκεί τους παρουσιάζει να εμφανίζονται για πρώτη φορά. Ακόμη εξαιρεί τον δημιουργικό Νου από την τριαδική τους διαίρεση και τον βάζει στην ίδια σειρά με τον πατέρα και λέει ότι η νοητική αρχή προΐσταται [κυβερνά] δεύτερη μετά από τον Κρόνο, αποκαλώντας τους τρείς δημιουργούς παιδιά του Κρόνου και υποδεικνύοντας ότι έλαβαν την πρόοδό τους [προέλευσή] από τον  Δία. Γιατί ο Ζευς είναι διττός [διπλός] σύμφωνα με τον Πλάτωνα και ολόκληρη την θεολογία των Ελλήνων, καθώς ο ένας «συνελίσσων» [επαναφέρει] το πέρας [τέλος] της νοητικής τριάδας στην αρχή, και άλλος έλαβε την κορυφή των ηγεμονικών θεών. Και ο ένας είναι ο δημιουργός των πάντων κατά τρόπο καθολικό [τῶν ὅλων δημιουργός ολικώς], ενώ ο άλλος έλαβε την κορυφή της διαιρεμένης δημιουργίας. Και ο ένας είναι  τοποθετημένος πριν από τους τρείς πατέρες, ενώ ο άλλος είναι ένας, και μάλιστα ο πρώτος, από τους τρείς πατέρες και συγγενικός με αυτούς.
Για αυτό και διέφυγε των περισσοτέρων που ασχολούνται με αυτά ότι ο πρώτος Ζευς, ο δημιουργός του σύμπαντος, δεν ήταν ο ίδιος με τον πρώτο από τους τρείς νοητικούς πατέρες ή ότι ο Κρόνο, ο ηγεμόνας των νοητικών βασιλέων, δεν είναι ο ίδιος με τον δημιουργικό Νου. Γιατί εξαρτώντας άμεσα την τριάδα των ηγεμονικών πατέρων από τη βασιλεία του Κρόνου, άλλοι ανάγουν ολόκληρη την δημιουργία στον ίδιο τον Κρόνο, ενώ άλλοι τον κορυφαίο της ηγεμονικής  τριάδας τον θεωρούν αίτιο [υπεύθυνο] για την απογέννηση των πάντων - αυτές οι δύο απόψεις είναι του Ιάμβλιχου και του Θεόδωρου από την Ασίνη αντίστοιχα, και σύμφωνα με αυτές δεν υπάρχει Νους ως ιδιαίτερη βαθμίδα, οπότε η δημιουργία τοποθετείται είτε στην ανώτερη του δημιουργού (=Δίας) βαθμίδα, δηλαδή στον Κρόνο, είτε στην κατώτερη του δημιουργού, στους ηγεμονικούς – εξομοιωτικούς θεούς. Βέβαια, δεν αληθεύει ή μόνο η πρώτη άποψη ή μόνο η δεύτερη άποψη, αντιθέτως η αλήθεια είναι ότι συμβαίνει μια τρίτη αποτελούμενη από τις δυο αυτές. Ο πρώτος, λοιπόν Δίας – Ζευς, «ν ἑαυτῷ μένων - μένοντας στον εαυτό του» και επιστρέφοντας στον εαυτό του καθετί που δημιουργείται [και παν το προέλθον εις αυτόν επιστρέφων], είναι εξηρημένος [υπερβατικός υπεράνω] της δημιουργικής ενέργειας. Ο άλλος Ζευς – Δίας, επειδή είναι διαιρεμένος μαζί με τους καθολικούς πατέρες, δεν είναι δυνατόν να είναι αδιαίρετος «ὑποστάτης» [δημιουργός] των πάντων [των όλων]. Γιατί πρέπει ο καθολικός και παντελής [τέλειος] δημιουργός του Κόσμου να μη συγκαταλέγεται μαζί με τους άλλους δημιουργούς, μήτε να είναι αδιαχώριστος από τη σταθερή και πλήρως εδραιωμένη στον εαυτό της αιτία[1] (γιατί το να αποκαλύπτει και να παράγει τα πάντα είναι το αντίθετο με τον ανακαλεί αυτό που προέκυψε και να το παρουσιάζει και πάλι αδιαχώριστο από τον ίδιο, όπως και να βρίσκεται κοντά στα πάντα είναι αντίθετο με το να ενεργεί ξεχωριστά) και με κανένα τρόπο δεν πρέπει να μειώνει τη δημιουργική του δύναμη. Πως, λοιπόν, αυτός που επιστρέφει τα παιδιά του στον εαυτό του και κλείνει μέσα του τα δικά του δημιουργήματα μπορεί να έχει την ίδια δύναμη με τον δημιουργό που φέρνει στο φώς τα πάντα και τα οδηγεί σε πλήθος[2] ;; Πως αυτός ο οποίος έλαβε κλήρο [μερίδιο] στο σύμπαν μαζί με τους υπόλοιπους δημιουργούς, είναι και κατά τρόπο ενιαίο και ο δημιουργός του σύμπαντος ;;
Λέμε λοιπόν πως ο πρώτος ανάμεσά τους είναι αίτιος της ουσίας και του «είναι» των εγκόσμιων δημιουργημάτων, και ο δεύτερος «ὑποστάτης» [δημιουργός] της κίνησης της ζωής και της γέννησης των αισθητών, και ο τρίτος υπεύθυνος της διαιρεμένης δημιουργίας των ειδών [εἰδοποιΐα] και της διαιρεμένης «περιγραφῆς» [οριοθέτησης] και της κυκλικής επιστροφής των πάντων στην μία αρχή. Και αυτά τα καθορίζουμε, θεωρώντας ότι η δημιουργία καθενός από τους τρείς απλώνεται σε ολόκληρο τον Κόσμο, αλλά και διαπιστώνοντας τον τρόπο της δημιουργίας καθενός ιδιαιτέρως, τον ένα δημιουργικό της ουσίας, τον άλλο της ζωής και τον τρίτο νοητικό, και λέμε τον ένα υπεύθυνο της ύπαρξης, τον άλλο της κινήσεως και τον άλλο της επιστροφής, έτσι ώστε ο «σύμπας κόσμος», καθώς λαμβάνει μέρος στον ΟΝ [στην ουσία], να παράγεται από πρώτο πατέρα, και, καθώς λαμβάνει υπόσταση μέσω της κίνησης και είναι γεννημένος, να λαμβάνει την υπόστασή του από τον δεύτερο, και, καθώς είναι από κάθε άποψη διαιρεμένος και μετά την κάθε είδους διαίρεση επιστρέφει στην δική του αρχή, να λαμβάνει υπόσταση και από τον τρίτο πατέρα.
Αφού λοιπόν, αυτά προσδιορίστηκαν, ας δούμε πως ο δημιουργός και «πατὴρ τοῦδε τοῦ παντὸς», όπως λέει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 28.c», δίνει αμερίστος [με τρόπο αδιαίρετο] υπόσταση στον Κόσμο και του χαρίζει το ουσία και του χορηγεί το «Είναι» [ύπαρξη]. Και αυτό το κάνει πλάθοντας τα σώματα, γεννώντας τις ψυχές εν μέσω της αμέριστης και της μεριστής ουσίας, όπως λέει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 35.a», και δίνοντας υπόσταση στους νόες εκ των πρώτων γενών κατά τρόπο αγέννητο και αδιαίρετο. Επιπλέον, εκτός από αυτά, διανέμει τις κινήσεις στις ψυχές και στα σώματα, διαφορετικές στο καθένα, και διαιρεί το καθένα με ποικίλους τρόπους σύμφωνα με τους αρμονικούς Λόγους [με τις αναλογίες της αρμονίας], και συνδέει τις αναλογίες και τις επιστρέφει στον εαυτό του και στην δική του βούληση. Πως, λοιπόν, αυτόν τον δημιουργό θα τον ταυτίσουμε με τον ένα από τους τρείς πατέρες ;; Γιατί όσα εκείνοι λέγεται πως δίνουν με τρόπο διαιρεμένο στο σύμπαν, στα ίδια ο δημιουργός δίνει υπόσταση αφ’ εαυτού [από τον εαυτό του], με τρόπο αδιαίρετο. Και δεν δημιουργεί άλλα πρωταρχικά και άλλα «κατὰ συμβεβηκὸς» [συμπτωματικά], αλλά με τη ίδιο του το «είναι» [ύπαρξη] γεννά την ουσία και χορηγεί τις κινήσεις και προωθεί τις διαιρέσεις των εγκόσμιων ειδών και, μετά από την πρόοδο των πάντων, επιστρέφει τα πάντα στον εαυτό του, «μένων ἐν τῷ ἑαυτοῦ κατὰ τρόπον ἤθει» [μένοντας στον εαυτό του κατά τον συνηθισμένο του τρόπο] όπως λέγει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 42.e».
Δεύτερον, λοιπόν, λέμε πως οι τρείς δημιουργοί είναι ξεχωριστοί μεταξύ τους, επειδή ο πρώτος περιέχει τους υπόλοιπους πατρικώς [με τον τρόπο του πατέρα] και είναι ο πατέρας όλης αυτής της τριάδας, ενώ ο δεύτερος είναι δύναμη και έχει συμμετοχή στα δύο άκρα κατά την της δυνάμεως ιδιότητα [σύμφωνα με την ιδιότητα της δυνάμεως, μιας και σε όλες τις θεϊκές τάξεις η ενδιάμεση βαθμίδα έχει τον ρόλο της δύναμης που γεννά], και ο τρίτος είναι νους και έχει μέσα του την πατρική ιδιότητα και τη νοητική δύναμη. Και, για να μιλήσουμε συνοπτικά, ο πρώτος είναι πατέρας των άλλων, ο δεύτερος είναι δύναμη των άλλην δυο, και ο τρίτος είναι ο νους των άλλων δύο. Πως, λοιπόν, ο δημιουργός του σύμπαντος μπορεί να ταυτιστεί με έναν από τους πατέρες ;; Γιατί εκείνος, όπως λέει ο Πλάτων στον «Πολιτικό, 272.e», είναι πατέρας του σύμπαντος Κόσμου και έλαβε την πατρική δύναμη και νουν θείο επιστρέφοντα τα πάντα «εἰς τὴν ἑαυτοῦ περιωπὴν» [στο δικό του παρατηρητήριο].
Τις διαιρεμένες, λοιπόν, ιδιότητες των τριών πατέρων θα τις βρούμε στον δημιουργό να προϋπάρχουν κατά τρόπο αδιαίρετο και μονοειδώς. Και όπως ακριβώς η δημιουργική τριάδα μετέχει στην ενότητα του λόγω της απερίγραπτης υπεροχής της μονάδας, έτσι και η μονάδα έχει συμπεριλάβει εκ των προτέρων και κατά τρόπο απόκρυφο μέσα της την τριάδα με την μορφή της αιτίας. Και δεν πρέπει αυτά να τα συγχέουμε μεταξύ τους, αλλά να διακρίνουμε τη μονάδα από την τριάδα και να εξαρτάμε την τριάδα από την μονάδα. Και να μην κάνουμε τους τρείς πατέρες άρχοντες ολόκληρης της δημιουργίας ούτε και τον πρώτο ανάμεσα τους να τον ταυτίζουμε με τον ένα δημιουργό. Γιατί το αίτιο το οποίο βρίσκεται μαζί με τα κατώτερα, διαφέρει εντελώς από το εξηρημένο [υπερβατικό], όπως και εκείνο που δημιουργεί τα πάντα περιέχοντάς τα[3] διαφέρει από εκείνο που υπάρχει εξίσου στα πάντα και απέχει εξίσου από αυτά.
Παντού, εξάλλου, το πλήθος εξαρτάται από τη συγγενική του μονάδα και, όπως ακριβώς πριν από όλες τις θεϊκές τάξεις προηγείται το Ένα, έτσι και κάθε τάξη των θεών λαμβάνει την πρόοδο της από τη μονάδα. Γιατί και κάθε θεός έλαβε μια ένωση ανώτερη από το πλήθος που ο ίδιος εμπεριέχει. Κι αν ολόκληρο το γένος των θεών και κάθε θεός χωριστά προοδεύουν με τον ίδιο τρόπο, τότε είναι ανάγκη και καθεμία από τις διαιρεμένες τάξεις των θεών να έχει τον ίδιο τρόπο υπόστασης.
Τρίτον, λοιπόν, ας πούμε ότι ο Πλάτων και σύσσωμη η αρχαία των Ελληνική θεολογία υποστηρίζει πως αυτοί οι τρείς δημιουργοί διαμοίρασαν την ενοειδή βασιλεία του πατέρα Κρόνου. Και ότι, σε κάθε περίπτωση, ο ένας διακοσμεί τα πρώτα, ο άλλος τα ενδιάμεσα και ο τρίτος τα έσχατα των όλων [τα έσχατα μέρη του σύμπαντος]. Και ότι ο καθένας τους δεν έλαβε αυτήν την σειρά μόνο στην δημιουργία, αλλά και στην πρόνοια τω επιμέρους ψυχών. Γιατί όσες δεν έχουν κατέβει ακόμη στην γένεση υπάγονται στον πρώτο, όσες συμπληρώνουν την γένεσιν υπάγονται στον δεύτερο, ενώ όσες μετά τον ερχομό τους στην γένεσιν χρειάζονται κάθαρση, υπάγονται στον τρίτο. Ο πρώτος, όμως, δημιουργός, όπως έχει γραφτεί στον «Τίμαιο» από τον Πλάτωνα, δημιουργεί τον σύμπαντα Κόσμο [δηλαδή ο πρώτος Δίας, ο δημιουργός νους, ο τρίτος μεταξύ των νοητικών θεών]. Γιατί αυτός, όπως λέει στον «Τίμαιο, 36.c», δίνει υπόσταση στην περιφορά του «Ταύτου» και διακοσμεί την περιφορά του «Θατέρου»  καθώς και όλα όσα βρίσκονται στην υποσελήνια περιοχή μέχρι την γη, την οποία [την γη], όπως λέει στον «Τίμαιο, 40.c», όρισε ως φύλακα της νύχτας και της ημέρας, καθώς στέκεται ακίνητη στον πόλο που διαπερνά το σύμπαν. Και (συμπ)πληρώνει [πληροί] όλα τα μέρη του σύμπαντος με τον δικό τους πλήθος και τους δίνει τη γέννηση, και σε όσα περιφέρονται φανερά και σε όσα φανερώνονται στον βαθμό που θέλουν όπως λέγει στον «Τίμαιο, 41.a». Επιπλέον, πάλι, αφορίζει [ορίζει] το σύνολο της περιφοράς και τις επιμέρους, καθώς και τα μέτρα της εις γένεσιν καθόδου τους και τις αμοιβές της εδώ ζωής και τις αποκαταστάσεις στο «σύννομον ἄστρον» [στα ομοειδή άστρα] όπως λέγει στον «Τίμαιο, 42.a» ο Πλάτων, ενώ λέγεται πως αποκαλύπτει σε αυτές όλους τους «εἱμαρμένους νόμους» και τους παρουσιάζει τη φύση του σύμπαντος όπως λέγει στον «Τίμαιο, 41.e». Δεν είναι, λοιπόν, ένας από αυτούς τους τρείς πατέρες και δεν συμπαρατάσσεται μαζί τους αλλά είναι απολύτως εξηρημένος [υπερβατικός] πάνω από την τριάδα των δημιουργών και άπλωσε από πάνω τους τη δική του πατρική επίβλεψη, χωριστά πάνω από τον καθένα και από κοινού πάνω από όλους. Και οι ενέργειες εκείνων είναι διαιρεμένες γύρω του και έχουν χωριστεί σε πιο επιμέρους όρια, ενώ η δική του δημιουργία είναι απερίγραπτη και μια και καθολική και αδιαίρετη.
Ότι λοιπόν, η δημιουργική μονάδα, ως εξηρημένη [υπερβατική υπεράνω] της τριάδας των ηγεμονικών πατέρων, γεννά τα πάντα διαιωνίως με βάση την αδιαίρετη αιτία, ας θεωρήσουμε φανερό από τα προαναφερόμενά. Αν, μάλιστα, όπως δείξαμε και με τους πι πάνω συλλογισμούς, ο ένας και καθολικός δημιουργός του μονογενούς Κόσμου[4] είναι, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ο Ζευς, και όπως εμείς λέμε και υποδεικνύει ο Σωκράτης στον «Γοργία, 523.a», και αφού ο πρώτος δημιουργός ανάμεσα σε αυτούς που μοίρασαν τη βασιλεία του Κρόνου αποκαλείται επίσης Ζευς, τότε, όλως φυσικώς, διττός [διπλός] είναι ο Ζευς, ένας ο νοητικός θεός υπεράνω των τριών πατέρων [προ των τριών πατέρων], και ο άλλος η ηγεμονικός και αφομοιωτικός [εξομοιωτικός] και αρχηγικός θεός, τοποθετημένος στην κορυφή των τριών δημιουργών.
Μοίρασαν, λοιπόν, λέει ο Σωκράτης στον «Γοργία, 523.a», την εξουσία του πατέρα ο Ζευς, ο Ποσειδώνας και ο Πλούτωνας, λαμβάνοντας υπόσταση από τον έναν, τον μεγάλο βασιλιά, ως τρείς ηγεμόνες των πάντων και προάγονται την μια ενιαία πηγή της δημιουργικής σειράς σε ολοκληρωμένη αρχηγική τριάδα. Αυτήν την τριάδα υποδεικνύοντας και ο Πλάτων, έχει ονομάσει «αρχή» την πρόνοια του ενός που έχει μοιραστεί ανάμεσα στους τρείς, απονέμοντας την ιδιότητα του πρώτιστου και του μονοειδούς στους ανώτερους τους θεούς. Και οι τρείς, λοιπόν, αυτοί πατέρες έχουν λάβει την ίδια προσωνυμία και εξυμνούνται με τον ίδιο τρόπο από τους φοιβόληπτους ποιητές. Και ο ένας λέγεται απλώς Ζευς, ο άλλος «ἐνάλιος Ζεύς» και ο άλλος «χθόνιος Ζεύς». Πρωταρχικά, λοιπόν, μέσα στην τριάδα, την πατρική αξία και την επωνυμία του μεγάλου Διός την έχει ο ηγεμόνας των τριών. Λόγω της κορυφαίας ένωσης που έλαβε με τον πηγαίο δημιουργό που βρίσκεται υπεράνω των τριών δημιουργών, έλαβε και κοινό όνομα με τον καθολικό Δία. Για αυτό τον λόγο και στον «Κρατύλο, 369.b» ο Πλάτων, αποκαλύπτοντάς μας μέσω των ονομάτων την απόρρητη μυσταγωγία για τους θεούς, άλλοτε βάζει τον Δία δίπλα στον Κρόνο και άλλοτε δίπλα στους άλλους δημιουργούς, χωρίς να κρίνει άξιο να κάνει δύο φορές λόγο για τα ίδια πράγματα, αλλά θεωρώντας καλό, μέσα στα νοήματα που σχετίζονται με τον «παντελή» [τέλειο] δημιουργό, να μας παρουσιάσει κα τη διδασκαλία για τον πρώτο μεταξύ των τριών δημιουργών, χρησιμοποιώντας την αλήθεια των ονομάτων. Γιατί δεν ήταν δυνατόν αυτός που διανοείται πως η θεώρηση των πραγμάτων ακολουθεί τις ονομασίες τους, να σκεφτεί κάπως αλλιώς, από τη στιγμή μάλιστα που ο πατέρας της τριάδας αυτής είναι ενωμένος αδιαίρετα με τον καθολικό δημιουργό [Δία].
Ίσως, όμως, θα πίστευε κανείς ότι πως ο μύθος στον «Γοργία, 523.a» παρουσιάζει την προέλευση των τριών υιών του Κρόνου κατευθείαν και όχι με την μεσολάβηση, όπως είπαμε, της δημιουργικής μονάδας. Γιατί ο μύθος λέει πως οι τρείς τους μοίρασαν την αρχή [εξουσία] του Κρόνου και όχι του καθολικού πατέρα και δημιουργού Διός. Για να μην ακολουθούμε, λοιπόν, πέρα του μέτρου τα μυθικά δημιουργήματα και έτσι, χωρίς να το καταλάβουμε, αντιληφτούμε εσφαλμένα την σκέψη του Πλάτωνα και την αλήθεια των πραγμάτων, πρέπει να προσδιορίσουμε από την αρχή πως και ο καθολικός δημιουργός [μεγάλος Δίας] και η τριάδα τούτη των ηγεμονικών πατέρων προκύπτει από τον Κρόνο, τον πατέρα των νοητικών θεών. Ο καθολικός, όμως, δημιουργός [μεγάλος Δίας] προκύπτει από τον καθολικό πατέρα και μετέχει αδιαίρετα [αμέριστα] σε αυτόν (γιατί ο καθολικός δημιουργός, με το να είναι μοναδικός και καθολικός και ο ένας πατέρας των πρώτων, των ενδιάμεσων και των τελευταίων όντων, μένει στην καθολικότητα της δυνάμεως του καθολικού πατέρα και μιμείται την ενότητα και έλλειψη πλήθους του πατέρα), ενώ οι τρείς μετέχουν κατά τρόπο διαιρεμένο στην αιτία εκείνου που τους απογέννησε και προκύπτουν χωρισμένοι ο ένας από τον άλλον, μοιράζοντας και την ενιαία πρόνοια εκείνου. Και ο Κρόνος είναι ένας μεγάλος θεός, εδραιώνοντας μέσα του το πλήθος και περιλαμβάνοντάς το μυστικά μέσα στα δικά του όρια. Ο Ζευς μιμείται την πατρική μονάδα και οδηγεί την ενότητα της στην πρόνοια των πάντων. Οι τρείς υιού του Κρόνου αποκαλύπτουν το πλήθος που υπάρχει εκεί, μέσα στα πλήρη όρια της τριάδας. Για αυτό λέγεται ότι μοιράζουν την αρχή [εξουσία] του πατέρα Κρόνου, την οποία είχε αδιαίρετη ο Ζευς. Επομένως ο πατέρας είναι εκείνος που προέκυψε και βιάζεται να βάλει σε τάξη το σύμπαν και κοιλοπονά για να γεννήσει τα πάντα. Οι τρείς μοιράζονται την πρόνοια του Κρόνου, αλλά μπορούμε να πούμε επίσης και την πρόνοια του Διός. Γιατί προέρχονται και από τους δύο, από τον Κρόνο «κατά τὀ ἀφ᾽ οὗ» [ως την αφετηρία από την οποία προέρχονται], και από τον Δία «κατά τὀ ὐφ᾽ οὗ» [ως το ποιητικό αίτιο από το οποίο προκύπτουν]. Γιατί ο Ζευς τους φέρνει στο φως, αλλά προέρχονται από τα άδυτα του Κρόνου.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα όσα λέγει ο Πλάτων στον «Παρμενίδη, 145.b», μέσα στην τάξη του Κρόνου υπάρχουν και ολότητα και τα μέρη, και εκεί έχει λάβει υπόσταση κατά τρόπο καθολικό το «ἐν ἂλλω» [μέσα σε άλλο], και διαιρεμένο σε μέρη το «ἐν αὑτῶ» [μέσα στον εαυτό του]. Και ο προ των τριών Ζευς [που βρίσκεται πάνω από τους τρείς δημιουργούς] έχει προκύψει από την καθολικότητα του πατέρα Κρόνου, ενώ οι τρείς δημιουργοί έχουν προκύψει από τα μέρη του πατέρα Κρόνου. Για αυτό, βασιλεύει ο Ζευς έχοντας μέσα του «νουν βασιλικό», όπως λέει ο Σωκράτης στον «Φίληβο, 30.d», ενώ οι τρείς διοικούν, έχοντας λάβει διαιρεμένο σε μέρη το σύμπαν.
Για αυτό, λοιπόν, ο Πλάτων στον «Πολιτικό» εξυμνεί αυτούς τους δύο νοητικούς βασιλιάδες, τον ένα ως αίτιο της αφανούς [αόρατης] ζωής του σύμπαντος και της μίας από τις δύο ανακυκλήσεις του, και τον άλλον ως αυτόν που δίνει υπόσταση στην εμφανή διακόσμηση [ορατή πλευρά του Κόσμου] και της παρούσα περίοδό της. Και αποδίδει ο Πλάτων την αιτία και των δύο στον Δία, αλλά στην μία περίπτωση ως αυτόν που από την βασιλεία του Κρόνου ηγεμονεύει όλα όσα βρίσκονται στο σύμπαν, και στην άλλη περίπτωση ως αυτόν που εξάρτησε από τον εαυτό του την πρόνοια των κατωτέρων όντων. Γιατί είναι ενωμένος με τον πατέρα του μέσω των νοητικών «δεσμών», τους οποίους μνημονεύει ο Πλάτων στον «Κρατύλο, 404.c», και ως καθολικός ανάγεται στον καθολικό και με το δικό του φώς ταυτίζεται με το φως του πατέρα και διοικεί μια δεύτερη κατώτερη βασιλεία. Για αυτό και στο ορφικό απόσπασμα Νο. 137 λέγεται πως αφορίζει [περιορίζει] την πρόνοια του πατέρα.
Ο Πλάτων στους «Νόμους, 715.e» επί την μία δημιουργική βασιλεία μας ανατείνει και στον νόμο που βρίσκεται εκεί στην καθολική δίκη [δικαιοσύνη], και λέει, σύμφωνα με τον αρχαίο Λόγο, πως ο θεός «ἀρχήν τε καὶ μέσα καὶ τελευτὴν [τέλος] τῶν ὄντων πάντων ἔχειν» και τα πάντα σε ευθεία κατεύθυνση «παραινεῖν» [ολοκληρώνει] σύμφωνα με την φύση. Για αυτό, λοιπόν, δεν κρίνουμε ορθό με αυτά τα λόγια του Πλάτωνα να εννοήσουμε τον πρώτιστο θεό ούτε κανέναν άλλο από τους νοητούς ή νοητικούς πατέρες, αλλά τον καθολικό δημιουργό. Σε όσους μπορούν έστω και μέτρια ή και ελάχιστα να καταλάβουν τούτα τα λόγια, είναι αρκετή η φράση «αυτός ολοκληρώνει σε ευθεία κατεύθυνση – εὐθεῖαν παραινεῖν αὐτὸν», και η φράση «περιφέρεται σύμφωνα με την φύση -περιπορεύεσθαι κατὰ φύσιν», όπως αρκεί και το ότι η Δίκη [Δικαιοσύνη] είναι ακόλουθος αυτού του θεού, η οποία γίνεται τιμωρός του θεϊκού νόμου. Γιατί ο πρωταρχικός θεός και όλοι όσοι βρίσκονται άνωθεν [πάνω από] της τελεσιουργού [τελειοποιητικής] τάξεως που βρίσκεται στην τρίτη βαθμίδα των νοητών – νοητικών θεών [εκεί εμφανίζεται για πρώτη φορά το «σχήμα»], βρίσκονται πάνω από την ευθεία και την κυκλική κατεύθυνση [περιφερή], όπως αναφέρει και ο συλλογισμός του Πλάτωνα στον «Παρμενίδη, 137.a», ενώ βρίσκονται υπεράνω και από κάθε κίνηση. Αυτός που πρώτος προκύπτει μετά την κίνηση, μετά από το «ἑστάναι» και το «κινεῖσθαι», είναι ο καθολικός και τέλειος δημιουργός, ο Ζευς. Σε αυτόν λοιπόν ταιριάζει το «ολοκληρώνει σε ευθεία κατεύθυνση – εὐθεῖαν παραινεῖν», και το «να περιφέρεται - περιπορεύεσθαι» και το να τον ακολουθεί η Δίκη [Δικαιοσύνη]. Γιατί αυτό που ακολουθεί κάτι που κινείται. Οι θεοί, όμως, που είναι κατώτεροι από τον δημιουργό, δεν έχουν την ενιαία κυριαρχία των πάντων, όπως την έχει εκείνος, ούτε έχουν συμπεριλάβει εκ των προτέρων μέσα τους τις αρχές, τα μέσα και τα τέλη των όντων. Και όλοι διοικούν τα επιμέρους κατά τρόπο καθολικό, όπως αυτοί οι τρείς πατέρες, άλλοι διοικούν τα καθολικά κατά τρόπο επιμέρους [τέτοιοι είναι οι υπερκόσμιοι - εγκόσμιοι θεοί, οι απόλυτοι ή ανεξάρτητοι αλλιώς], όπως αυτοί που με τρόπο διαιρεμένο διοχετεύουν στα πάντα τους «οχετούς» [αγωγούς] της ζωής, ενώ άλλοι κυβερνούν τα μέρη κατά τρόπο επιμέρους, όπως οι έσχατοι και «περικόσμιοι» [εγκόσμιο] δημιουργοί. Μόνο, λοιπόν, ο ένας και αμέριστος [αδιαίρετος] δημιουργός των πάντων έχει συμπεριλάβει μέσα του την αρχή, τα μέσα και το τέλος όλων των όντων και κυριαρχεί εξίσου σε όλα τα κατώτερα κατά μια αιτία, ενώ τον ακολουθεί η Δίκη, η οποία καθορίζει την αξία των πάντων και αφορίζει [περιορίζει] καθένα στα δικά του όρια.
Και αυτά ο Πλάτων τα έχει δηλώσει με τα λόγια που έχουμε προαναφέρει, ενώ στο απόσπασμα Νο. 158, ο Ορφέας τα αποδίδει ξεκάθαρα στον καθολικό δημιουργό. Γιατί λέει πως η καθολική Δίκη [Δικαιοσύνη] ακολουθεί αυτόν ο οποίος βασιλεύει στο σύμπαν και ξεκινά να το βάζει σε τάξη [το διακοσμεί] : «Αυτόν η αυστηρή Δίκη ακολουθούσε, η υπερασπίστρια των πάντων – τῷ δὲ Δίκη πολύποινος ἐφέσπετο πᾶσιν ἀρωγός».
Εκτός από αυτά, όμως, ο θεολόγος λέει σχετικά με το ότι περιλαμβάνει τις αρχές τα μέσα και τα τέλη των πάντων : «Ο Ζευς η αρχή, ο Ζευς η μέση, ο Ζευς γέννησε τα πάντα – Ζεὺς ἀρχή, Ζεὺς μέσσα, Διὸς δ᾽ ἐκ πάντα τέτυκται».
Ο Πλάτων, λοιπόν, είχε στον νου του ολόκληρη την Ελληνική θεολογία και ιδιαίτερα την Ορφική μυσταγωγία, όταν είπε ότι «ο παλαιός λόγος λέει ότι ο θεός έχει την αρχή το μέσο και το τέλος όλων των όντων, και ολοκληρώνει τα πάντα σε ευθεία κατεύθυνση και περιφέρεται σύμφωνα με την φύση ὁ παλαιὸς λόγος, <ἀρχήν τε καὶ τελευτὴν καὶ μέσα τῶν ὄντων ἁπάντων ἔχων>, εὐθείαι περαίνει κατὰ φύσιν περιπορευόμενος» και έχει ως ακόλουθο του τη Δίκη [Δικαιοσύνη] μέσω της οποίας επιστρέφει στην πατρική του επιστασία [επίβλεψη] καθετί που απομακρύνεται από αυτήν και πετυχαίνει το τέλος που του ταιριάζει. Με τα παραπάνω, λοιπόν, έχουμε αποδείξει πως και στους «Νόμους» ο Πλάτων έχει κατά νου τον καθολικό δημιουργό. Ουσιαστικά, δηλαδή, θεωρεί τον ένα δημιουργό ξεχωριστό από τους τρείς. Γιατί αν ο ένας από τους τρείς έχει την αρχή όλων των εγκόσμιων, αν ο άλλος έχει τα μέσα τους και αν ο τρίτος συγκεντρώνει από παντού τα πέρατά τους, τότε αυτός ο οποίος κυριαρχεί κατά τρόπο ενιαίο στα πάντα είναι ανάγκη να βρίσκεται υπεράνω των διαιρεμένων αιτιών. Σε αυτόν αποδίδουν και τη δύναμη που δημιούργησε την τριάδα των πατέρων. Γιατί αν περιέχει την αρχή, τα μέσα και το τέλος των πάντων, με την αρχηγική αιτία γεννά τον διακοσμούντα δημιουργό [αυτόν που βάζει σε τάξη τα πρώτα όντα], με την κατοχή των μέσων τον συμπληρούντα τους μέσους όρους της δημιουργίας, και με το τέλος γεννά αυτό που εφαρμόζει την δική του δημιουργία στα κατώτερα όντα. Σχεδόν, λοιπόν, το φωνάζει ξεκάθαρα ο Πλάτων στους «Νόμους» ότι η μοιρασιά των τριών υιών του Κρόνου και τα μέτρα της πρόνοιά τους και γενικά ολόκληρη η πρόοδό τους είναι εξαρτημένη από τον μεγάλο Δία, καθώς και ότι εκείνος είναι αυτός που από ψηλά αφορίζει [καθορίζει] σε αυτούς τα μερίδια και τους συμπεριλαμβάνει όλους κατά τρόπο ενιαίο.
Αλλά το ότι «ολοκληρώνει τα πάντα σε ευθεία κατεύθυνση και το ότι περιφέρεται σύμφωνα με την φύση – εὐθεία περαίνει κατὰ φύσιν περιπορευόμενος» δηλώνουν το μεν πρώτο την προέλευση των πάντων από εκείνον (γιατί η ευθεία είναι το σύμβολο της προέλευσης), το δε δεύτερο την επιστροφή των πάντων σε εκείνον (γιατί ο ίδιος μένει στον εαυτό του και κατά τρόπο νοητικό είναι στραμμένος στον εαυτό του και συγκεντρώνει τα πάντα στη δική«περιωπή» [παρατηρητήριο]). Αν λοιπόν για πρώτη φορά «το ευθύ και το περιφερές» [η ευθεία και η κυκλική κατεύθυνση] εμφανίζεται στους τελειοποιητικούς θεούς οι οποίοι βρίσκονται στην τρίτη βαθμίδα των νοητών – νοητικών θεών, ο καθολικός δημιουργός πληρείται από αυτούς, ενώ από τις δικές του δυνάμεις πληρούνται όλα τα κατώτερά του. Και όπως ακριβώς, κατά [με βάση] την τριπλή αιτία των πάντων, δίνει μαζί με τον πατέρα του τον Κρόνο υπόσταση στην τριάδα των δημιουργών, έτσι και με βάση αυτές τις διττές δυνάμεις [δυο δυνάμεις] διττούς γεννά θεούς [δύο ειδών θεών] : κατά το ευθύ [με βάση την ευθεία]  που βρίσκεται σε αυτόν γεννά τους θεούς που βάζουν σε τάξη τον αισθητό Κόσμο, ενώ κατά το περιφερές [με βάση την κυκλική κατεύθυνση] γεννά αυτούς που επαναφέρουν τα πάντα σε αυτόν. Επειδή, όμως, προήλθε από την καθολική δημιουργία και μετέχει στην τελειοποιητική τριάδα, συνδέει αυτήν την ευθεία και κυκλική κατεύθυνση με την κίνηση. Γιατί και το ότι «ολοκληρώνει τα πάντα σε ευθεία κατεύθυνση» και το ότι «περιφέρεται» αποτελούν προσδιορισμούς κίνησης : το πρώτο μιας κίνησης που οδηγεί στα πάντα και τακτοποιεί τα πάντα με τα πέρατα, τα είδη και τους ορισμούς, και το δεύτερο της κίνησης που επιστρέφει στον εαυτό της και ανακαλεί τα πάντα στον εαυτό της.
Και πάλι, λοιπόν, ο Πλάτων έχει αποδειχτεί πως τοποθετεί την αιτία της τριάδας στον καθολικό δημιουργό, επειδή παραμένει ολόκληρος στον εαυτό του. Ο Πλάτων, επίσης, αποδίδει στους τρείς τη διαίρεση σύμφωνα με την τάξη που ο ένας δημιουργός όρισε. Επειδή και ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 30.a» αποδίδει στον δημιουργό πατρική αιτία, γεννητική δύναμη και βασιλικό νου, υποστηρίζει την ίδια θεολογική υφήγηση με τα όσα λέει στον «Πολιτικό» σχετικά με τον δημιουργό. Γιατί το πατρικό στοιχείο παντού είναι η αρχή, η δύναμη ανήκει στο μέσο και ο νους ολοκληρώνει το τέλος της τριάδας : «ἡ μὲν γὰρ δύναμις σὺν ἐκείνῳ, νοῦς δ᾽ ἀπ᾽ ἐκείνου» σύμφωνα με τον Χρησμό. Έτσι λοιπόν, και ανάμεσα στους δημιουργούς που προέρχονται από αυτόν, ο ένας είναι ο πατέρας ολόκληρης της τριάδας, ο άλλος είναι δύναμη και ο τρίτος είναι νους. Και ο ένας έχει λάβει την αρχή ολόκληρης της δημιουργίας, ο άλλος συμπληρώνει το μέσον της γέννησης των πάντων και ο άλλος ορίζει το τέλος.
Βέβαια δεν θα παραβλέψουμε να επισημάνουμε πως ο Πλάτων στον «Πολιτικό» ακριβολογώντας τα άκρα μεταξύ των τριών τα χαρακτήρισε με λέξεις ενικού αριθμού μιλώντας για αρχή και τέλος, ενώ το ενδιάμεσο μεταξύ των άκρων και στην περίπτωση των αιτίων το χαρακτήρισε με λέξη πληθυντικού αριθμού, καθώς το έχει πει «μέσα». Γιατί και δύναμη, επειδή ανήκει στη σειρά του απείρου ή ορθά είναι μια μορφή απείρου, είναι υπαίτια του πλήθους και της διαίρεσης των καθολικών. Για αυτό και ανάμεσα στους τρείς δημιουργούς, ο ένας είναι αίτιος της μονίμου καταστάσεως για τα εγκόσμια όντα, ο δεύτερος της γένεσης που προχωρά σε όλα [της επί παν προϊούσης γενέσεως] και ο τρίτος την ανακύκλησης που επιστρέφει στην αρχή.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στην αναφορά στον πρώτο δημιουργό, από τον οποίο λέγεται πως μοίρασαν την εξουσία του πατέρα ο Ζευς, ο Ποσειδώνας και ο Πλούτωνας. Γιατί πριν από αυτούς, ο δημιουργός παρέλαβε αδιαιρέτως και μονοειδώς [κατά τρόπο αδιαίρετο και ενιαίο] την του πατρός βασιλεία [εξουσία]. Γιατί στον πατέρα βρίσκεται η αρχή από την οποία έλαβαν την προέλευσή τους και οι δύο, η μονάδα δηλαδή του δημιουργού και η τριάδα των δημιουργών, ενώ από εκεί έλαβαν και την επικράτεια [επικυριαρχία] τους στα κατώτερα. Η μονάδα, όμως, την έλαβε αμερίστως [κατά τρόπο αδιαίρετο], ενώ η τριάδα μεριστώς [κατά τρόπο διαιρεμένο]. Η πρώτη μοναδικώς [κατά τρόπο ενιαίο], η δεύτερη τριαδικώς [κατά τρόπο τριαδικό].
Για να μην λοιπόν, παραπλανηθεί λοιπόν κανείς, πως κατά τον ίδιο τρόπο προέρχονται από τον πατέρα αυτοί, δηλαδή οι τρείς και ο ένας βασιλέας, ο υπεράνω των τριών,  ο Σωκράτης λέει, με την μορφή μύθου, πως αυτοί μοίρασαν την αρχή του πατέρα και, για αυτό, χρειάστηκαν νόμους κατώτερους και βαθμίδα κατώτερη, η οποία να ταιριάζει στα επιμέρους. Γιατί ο νόμος της εποχής του Κρόνου και ο νόμος του Διός, που μόλις έλαβε την εξουσία όπως λέγει ο Πλάτων στον «Γοργία, 523.a-b», δεν φαινόταν πως ταιριάζει καθόλου στην πρόνοια των θεών που έχουν λάβει ένα επιμέρους και ποικιλόμορφο είδος ζωής. Άλλωστε, ποιος δεν βλέπει πως δίνει στον καθολικό Δία και στον Κρόνο την εξηρημένη υπεροχή, και συνδέει τον ένα νόμο και με τις δυο βασιλείες τους, ενώ την αρχή για τους μοιρασμένους την ορίζει την ορίζει ως διαφορετικό πολίτευμα και ως πιο ποικίλους νόμους, κατάλληλους με αυτά που δέχονται την πρόνοιά τους. Και λέει ότι ο Πλούτων και οι επιμελητές – βλ. στον «Γοργία, 523.a-b» – εμφανίστηκαν ενώπιον του Διός για να ζητήσουν κατώτερη νομοθεσία [περί της δευτέρας νομοθεσίας]. Κι εκείνος αφορίζει [ορίζει] άλλους δικαστές και νόμους κατάλληλους για τις επιμέρους ζωές. Και πάλι, λοιπόν, ο Ζευς ο οποίος τα καθορίζει αυτά και απογεννά [δημιουργεί] τους τρείς δικαστές, δεν είναι ο ίδιος με τον Δία που βρίσκεται υπεράνω των τριών. Γιατί εκείνος βρισκόταν με τον πατέρα Κρόνο μέσα στον προηγούμενο νόμο και στην απλότητα της θεϊκής ζωής, ενώ ο Δίας που βρίσκεται μαζί με τον Πλούτωνα οδηγεί σε τάξη και όρια και καθοδηγεί τους κατώτερους νόμους.
Ο θεϊκός νόμος, λοιπόν, και η Δίκη [Δικαιοσύνη], η τιμωρός του θεϊκού νόμου, βρίσκεται στους νοητικούς βασιλιάδες, τον Κρόνο και τον Ζευς, όπως λέγει ο Πλάτων στους «Νόμους, 716.a». Άλλοι, όμως, νόμοι, πιο ποικιλόμορφοι [ποικιλώτεροι], υπάρχουν στους τρείς υιούς του Κρόνου, καθώς και δικαστές αντίστοιχοι στους νόμους αυτούς, όπως έχει γραφτεί στον «Γοργία, 523.a-b». Και στους νοητικούς βασιλιάδες υπάρχουν τα πάντα αμερίστως [κατά τρόπο αδιαίρετο] και μερικό. Και ανάμεσα σε όσα υπάρχουν πρωταρχικά στους νοητικούς βασιλιάδες, ο νόμος ανήκει περισσότερο στον Κρόνο, ενώ η Δίκη [Δικαιοσύνη] ακολουθεί τον μέγιστο Ζευς. Αλλά και στην περίπτωση των κατώτερων βασιλιάδων, και πάλι οι νόμοι βρίσκονται στην εξουσία του πρώτου μεταξύ των υιών του Κρόνου, ενώ οι δικαστές συμπληρώνουν την εξουσία του τρίτου και ο Πλούτων λαμβάνει μέρος στην διάκριση των νόμων από τον δεύτερο Δία, όπως ακριβώς και καθολικός (πρώτος) Δίας περιλαμβάνει από τον Κρόνο τον ένα νόμο ο οποίος θα γίνει οργανωτής της καθολικής δημιουργίας του Δία.
Γενικά ο Δίας ο οποίος συμπαρατάσσεται με τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα είναι ο κορυφαίος μεταξύ της αρχηγικής τριάδας, ενώ ο Δίας που συμπαρατάσσεται με τον Κρόνο και τη βασίλισσα Ρέα είναι ο τρίτος της νοητικής τριάδας. Για αυτό και ο Πλάτων στον «Κρατύλο, 396.b» από τον Δία ανεβαίνει στον Κρόνο και συνδέει τις δυο βασιλείες, ενώ στον «Κρατύλο, 402.b» από τον Δία μεταβαίνει στον Ποσειδώνα και στον Πλούτωνα και παρουσιάζει τη μια αυτή τριάδα των ηγεμονικών θεών. Έτσι, λοιπόν, στον «Γοργία, 523.a» συνδέει μεταξύ τους τον διάκοσμο [Κόσμο] του Κρόνου και του Δία, όταν λέει πως ο νόμος και των δύο είναι ο ίδιος, ενώ βάζει τον κατώτερο και επιμέρους Δία στην ίδια σειρά με τον Πλούτωνα κατά τη φαινομενική επανόρθωση του προηγουμένου νόμου και τον καθορισμό των κατώτερων νόμων.
Οι τρείς, λοιπόν, ηγεμόνες και άρχοντες των πάντων, έχουν προκύψει [προβέβληται] από τους νοητικούς πατέρες και έχουν χωριστεί σύμφωνα με εκείνους, ενώ εμφανίζονται σε όλες τις επιμέρους τάξεις των θεών. Γιατί, μεταξύ των ηγεμόνων, έλαβε την πρώτη σειρά και είναι ανάλογοι με τους νοητούς – νοητικούς πατέρες σε σχέση με ολόκληρη τη σειρά των αφομοιωτικών [εξομοιωτικών] θεών. Αλλά και μεταξύ των απόλυτων [ανεξάρτητων] θεών, αφού δημιούργησαν μια δεύτερη πρόοδο, ασκούν την εξουσία μέσα στο σύμπαν. Και μαζί με τους εγκόσμιους θεούς (συμ)πληρώνουν [πληρούν] τον εμφανή διάκοσμο [τον Κόσμο των ορατών θεών], μοιράζοντας, κατά έναν τρόπο, την ουσία στον ουρανό, και κατά έναν άλλο τρόπο διανέμοντας το σύνολο των μεριδίων στον υποσελήνιο χώρο, ενεργώντας παντού σαν πατέρες και δημιουργοί και εξαπλώνοντας την μία δημιουργία και προσαρμόζοντας τη στα επιμέρους όντα. Ο λαχνός και η διανομή τους [το μερίδιο] πρώτα – πρώτα, αν θέλεις, σε ολόκληρο το σύμπαν είναι το εξής : ο ένας δημιουργεί τις ουσίες, ο δεύτερος τις ζωές και τις γενέσεις [τα όντα γεννιούνται], και ο τρίτος εποπτεύει τις διαιρέσεις σε είδη. Και ο ένας εδραιώνει στον ένα δημιουργό όλα όσα προέρχονται από εκεί, ο άλλος ανακαλεί στην πρόοδο, και ο τελευταίος επιστρέφει τα πάντα σε αυτόν. Δεύτερον, ως προς τα μέρη του σύμπαντος, τα μερίδια τους είναι τα εξής : ο πρώτος κατακοσμεί [ταξινομεί] την του «Ταύτου» και την απλανή περιφορά [όπως λέγεται στον «Τίμαιο, 36.b-c»], ο ενδιάμεσος κατευθύνει τους πλανήτες και κάνει αποτελεσματικές και γόνιμες τις πολύμορφες κινήσεις τους, ενώ ο τελευταίος εποπτεύει τον υποσελήνιο τόπο και τελειοποιεί νοητικά τον χθόνιο Κόσμο. Τρίτον, πάλι, εν «τῷ γενητῳ», ας παρατηρήσουμε αυτές τις τρείς δημιουργικές σειρές, αφού και ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 41.α» μνημονεύει τους υιούς του Κρόνου, οι οποίοι βρίσκονται εδώ : ο Δίας, λοιπόν, κατέχει την κορυφή των όντων που γεννιούνται και κυβερνά της σφαίρα του πυρός και το «ευαγέστατο μέρος του αέρος» [αιθέρας], ο Ποσειδώνας κινεί με όλους τους τρόπους τα ενδιάμεσα και πολυμετάβολα στοιχεία και είναι έφορος [επόπτης] κάθε υγρής ουσίας η οποία παρατηρείται στον αήρ και στο ύδωρ, ενώ ο Πλούτων ασκεί την πρόνοια του στην γη και στα μέσα στην γη, και για αυτό αποκαλείται «Χθόνιος Ζεύς». Τέταρτον, όσον αφορά ολόκληρη τη γη, ο Ζευς έλαβε την κορυφή και όλα τα μέρη που είναι μερίδια των ευδαιμόνων ψυχών, όπως λέει ο Σωκράτης στον «Φαίδωνα, 81.a», καθώς πολιτεύονται υπό του Διός [διοικούνται από τον Δία] έξω της γενέσεως [του Κόσμου του γίγνεσθαι]. Ο Ποσειδώνας κατέχει τα «κοίλα και τα ύπαντρα [σπηλαιώδη]» της μέρη, στα οποία προκαλείται η γένεσις και η κίνηση και η πρόκληση των σεισμών, και για αυτό τον αποκαλούν «κοσμοσείστη - σεισίχθονα» θεό. Και ο Πλούτωνας κατέχει τα υπό γην, τα ποικίλα ρεύματα και τα ίδια τα Τάρταρα και γενικά τα «δικαιωτήρια» [δικαστήρια] των ψυχών όπως λέει ο Πλάτων στον «Φαίδρο,249.a».
Για αυτό λένε πως, ανάμεσα στις ίδιες τις ψυχές, όσες δεν κατέβουν «εἰς γένεσιν» [στον Κόσμο του γίγνεσθαι], αλλά παραμένουν «ν τῷ νοητῷ» [στον νοητό Κόσμο], ανήκουν στη δικαιοδοσία του Διός, όσες «ἐν γενέσει» πολιτεύονται [ζουν ή αλλιώς πολιτεύονται στον Κόσμο του γίγνεσθαι] ανήκουν στην δικαιοδοσία του Ποσειδώνα, και όσες, μετά την γένεσιν [μετά τον Κόσμο του γίγνεσθαι], καθαίρονται ή κολάζονται [«τιμωρούνται»] και περιπλανιούνται «υπό τη γης κατά τη χιλιετή πορεία» [ν τῇ ὑπὸ γῆς πορείᾳ - εἶναι δὲ τὴν πορείαν χιλιέτη -], όπως λέγει ο Πλάτων στην «Πολιτεία, 615.a», ανήκουν στην δικαιοδοσία του Άδη.
Ο Πρόκλος βέβαια αναφέρει ότι ο «Τίμαιος» (το πλατωνικό έργο) συμβολίζει τον καθολικό δημιουργό – Νου του ορατού σύμπαντος, τον Δία, ο οποίος βρίσκεται στην βαθμίδα των νοητικών θεών. Ο καθολικός νους βρίσκεται αμέσως πάνω από την πρώτη τριάδα των δημιουργικών θεών (Δίας – Ποσειδώνας – Πλούτωνας), οι οποίοι βρίσκονται στην κορυφή της βαθμίδας των υπερκόσμιων θεών και συμβολίζεται μέσα στο πλατωνικό διάλογο από τον Σωκράτη Κριτία και Ερμογένη αντιστοίχως με τους Δία, Ποσειδώνα και Πλούτωνα.
Σωκράτης  = Δίας – Ζευς   = Νους / Κριτίας  = Ποσειδώνας = Ψυχή του Κόσμου /
Ερμογένης = Πλούτωνας  = Φύση.
Στον «Φαίδρο, 241.e, 247.a και 248.a – b», λοιπόν, «ἐνθουσιάζων» [εμπνευσμένος από το θείο] ο Σωκράτης και απλώνοντας τον νου του εις την όλη των θείων Κόσμων συνέχεια [σε ολόκληρη την συνέχεια των θεϊκών τάξεων], και όχι μόνον εποπτεύοντας τις εγκόσμιες αυτών προόδους, αλλά και τα απερίγραπτα και τα μακάρια θεάματα και τις πορείες τους στον Κόσμο [τας «μακαρίας θέας τε καὶ διεξόδους» όπως λέγει ο Πλάτων στον «Φαίδρο, 246.e»], διαιρεί στα τρία όλες τις εγκόσμιες υποστάσεις που είναι ξεχωριστές από αυτά που διοικούνται, και αποκαλεί θεϊκές τις πρώτες, δαιμόνιες τις ενδιάμεσες και τις τελευταίες τις συμπληρώνει από τις δικές μας ψυχές. Και εξαρτά τις επιμέρους ψυχές από τις δαιμόνιες (για αυτό άλλωστε και, στον «Φαίδρο, 248.c», τις αποκαλεί «συνακολούθους – συνοπαδοὺς»), και αυτές τις καθολικές θεϊκές ηγεμονικές, τις δαιμονικές αγέλες και τις χορείες των επιμέρους ψυχών τις αναπέμπει [ανάγει] στην απόλυτη [ανεξάρτητη] βαθμίδα, και λέει πως η τριαδική στρατιά των εγκόσμιων θεών αναβιβάζεται από αυτήν προς τους νοητικούς και τους νοητούς θεούς και συνάπτεται με τις πρωταρχικές αιτίες.
Όλους, λοιπόν, τους απόλυτους [ανεξάρτητους] θεούς οι οποίοι έχουν ασύλληπτο πλήθος και αναρίθμητο από την ανθρώπινη σκέψη, στον «Φαίδρο» τους προσδιορίζει με το μέτρο της δωδεκάδας. Παρόλο που όσοι από τους θεολόγους έχουν γράψει κάτι για τους θεούς αυτούς δεν έχουν μπορέσει να προσδιορίσουν ολόκληρο τον αριθμό τους, όπως έχουν κάνει για το πλήθος των αρχηγικών – ηγεμονικών – εξομοιωτικών θεών ή το πλήθος των νοητικών θεών ή το πλήθος των νοητών θεών, εντούτοις ο Πλάτων θεώρησε πως ο αριθμός της δωδεκάδας ταιριάζει στους απόλυτους [ανεξάρτητους] θεούς και έχει συμπεριλάβει με αυτό το μέτρο όλες τις προόδους τους. Γιατί όλα τα γένη τους και τις ιδιότητες τους τις ανάγει σε αυτή τη δωδεκάδα και τα προσδιορίζει με βάση αυτήν.
Χωρίζοντας, πάλι, τη δωδεκάδα σε δυο μονάδες και μια δεκάδα, όλα τα εξαρτά από τις δύο μονάδες, και παρουσιάζει καθεμία από αυτές να ενεργεί με βάση τη δική της ύπαρξη προς την επόμενη της. Και τη μια την αποκαλεί Δια και την άλλη την ονομάζει Εστία. Αναφέρει και άλλες ηγεμονίες, πιο επιμέρους, οι οποίες συμπληρώνουν τη δεκάδα που έχει αναφερθεί, όπως τον Απόλλωνα, τον Άρη και την Αφροδίτη, εξαρτώντας από την ηγεμονία της Αφροδίτης τω ερωτικό, και από την ηγεμονία του Άρη το διαιρετικό. Γιατί τα πιο καθολικά και πρωταρχικά γένη της ζωής προέρχονται από εκεί, γένη σύμφωνα με τα οποία και οι «νεοτελεῖς» [νεογέννητες] ψυχές λέει, παράβλεπε στον «Φαίδρο, 248.d-e», πως, μόλις εγκαθίστανται [εἰσοικιζομένας] στον Κόσμο, εμφανίζουν καθεμία και διαφορετικό είδος ζωής. Και όπως ακριβώς ο Πλάτων στον «Τίμαιο» κάνει τη διαίρεση των ψυχών άλλοτε υπερκόσμια και άλλοτε εγκόσμια (γιατί μοιράζει ψυχές ισάριθμες με τα άστρα και σπέρνει άλλες στην γη,  άλλες στην σελήνη και άλλες στα υπόλοιπα όργανα του χρόνου – και διανέμει ψυχάς ἰσαρίθμους τοῖς ἄστροις και ἔσπειρε τοὺς μὲν εἰς γῆν, τοὺς δὲ εἰς ἥλιον, τοὺς δὲ εἰς σελήνην), έτσι λοιπόν και ο Σωκράτης, τοποθετεί από πάνω τους διττούς άρχοντες [δυο άρχοντες και ηγεμόνες] : τους εγκόσμιους θεούς αμέσως πιο πάνω τους, και τους απόλυτους ή ανεξάρτητους ακόμη πιο πάνω και από τους εγκόσμιους.
Όπως λέγαμε, λοιπόν, οι δώδεκα θεοί κάθε εγκόσμιο γένος, είτε θεών είτε δαιμόνων, το ανυψώνουν [ανελίσσουν] προς τη θέαση των νοητών και οδηγούν τα πάντα στην φύση των νοητών και τελειοποιούν τη δική τους ανεξάρτητη ενέργεια, και έχουν συμπεριλάβει μέσα τους όλα τα υπερκόσμια γένη. Ώστε το γένος των ανεξάρτητων θεών, είτε είναι πατρικό, είτε ζωογονικό είτε άχραντο και φρουρητικό, συμπεριλαμβάνεται σε αυτόν τον αριθμό, στην δωδεκάδα. Και τον αριθμό αυτό δεν πρέπει να τον εκλάβουμε σαν να υπάρχει σε δώδεκα μονάδες (γιατί δεν είναι τέτοιος ο αριθμός στην περίπτωση των θεών), αλλά ,ε μια ιδιαιτερότητα της ύπαρξης. Γιατί, όπως η δυάδα μεταξύ των θεών είναι επικεφαλής της δύναμης της γονιμότητας και η τριάδα είναι επικεφαλής της πρωταρχικής τελειότητας, έτσι και η δωδεκάδα είναι σύμβολο της τέλειας προόδου. Καθώς, λοιπόν, αυτοί εδώ οι θεοί κλείνουν το τέλος των αφανών και εξηρημένων δυνάμεων του Κόσμου και βρίσκονται πάνω από τους ουράνιους θεούς, και για τους δύο λόγους τους ταιριάζει η δωδεκάδα, και επειδή ολοκληρώνουν πλήρως την πρόοδο των υπερκόσμιων θεών, και επειδή είναι επικεφαλής των ουράνιων θεών. Γιατί και σε αυτούς χορηγούν από τον εαυτό τους τη διαίρεση στα δώδεκα και τους φυλούν ιδιαίτερα μέσα σε αυτόν τον αριθμό.
Η δωδεκάδα, λοιπόν, των αρχηγικών θεών, των λεγόμενων εξομοιωτικών, ήταν απλώς υπερκόσμια, ενώ η ουράνια δωδεκάδα είναι φανερό πως είναι μόνο εγκόσμια. Η δωδεκάδα των απόλυτων – ανεξάρτητων ηγεμόνων συγκρατεί την (επι)κοινωνία των άκρων με συνδέει αυτήν που την ακολουθεί με την προηγούμενη της. Για αυτό και οι ανεξάρτητοι θεοί είναι τελειοποιητικοί και ανάγωγοι [ανυψωτικοί] των εγκόσμιων, ενώ οι ίδιοι είναι εξαρτημένοι άμεσα από τους αρχηγικούς θεούς και από εκείνους έχουν προκύψει και καθορίζουν την αδιάσπαστη σύνδεση μεταξύ των δύο δωδεκάδων. Και για να μην περιαυτολογούμε αλλά για να αποκαλύψουμε, όσο μπορούμε, την υφήγηση του Πλάτωνα προς όσους είναι φιλοθεάμονες της Αλήθειας, ας εξετάσουμε από μόνοι μας σε ποιο σημείο της χορείας των θεών πρέπει να τοποθετήσουμε τους ηγεμόνες αυτούς, τους οποίους ο Σωκράτης στον «Φαίδρο», και τον μέγα τους άρχοντα, ο οποίος, στον «Φαίδρο, 246.e», λέγεται ότι «διευθύνει άρμα πτερωτό -ἐλαύνων πτηνὸν ἅρμα» μαζί με ποιους θεούς πρέπει να τον τοποθετήσουμε. Γιατί είναι ανάγκη να του αποδώσουμε είτε την νοητική βαθμίδα είτε την αφομοιωτική [εξομοιωτική] είτε την απόλυτη [ανεξάρτητη] είτε την εγκόσμια. Γιατί αυτές είναι οι υποβαθμίσεις οι οποίες προέρχονται από την πρόοδο του μεγάλου Δία.
Αν, λοιπόν, ο άρχοντάς τους είναι ο νοητικός Ζευς, ο οποίος λέγεται και είναι δημιουργός του σύμπαντος, και σε αυτό συναινεί και ο Πλάτων προκύπτουν δυο ερωτήματα : πως οδηγεί τη δωδεκάδα που έχει αναφερθεί και πως έχει μοιράσει την ηγεμονία με την Εστία ;; Γιατί η δημιουργική μονάδα κλείνει το νοητικό πλάτος και είναι εξηρημένη [υπερβατική υπεράνω] των άλλων αριθμών και περιέχει όλες τις προόδους των θεών και είναι ασύντακτη προς τις άλλες [ανεξάρτητη από όλες]. Γιατί, όπως λέει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 30.d» : «δεν ήταν θεμιτό ούτε είναι - θέμις γὰρ οὔτε ἦν οὔτε ἐστὶ» τα αιτιατά να έχουν την υπόστασή τους μοιρασμένη μαζί με τα δικά τους αίτια. Δεν πρέπει, λοιπόν, να θεωρούμε δώδεκα τους ηγεμόνες των πάντων, αλλά έναν, τον των «αἰτίων ἄριστον», όπως λέγει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 29.a». Ο δημιουργικός Ζευς [δημιουργός], όμως, είναι εξηρημένος [υπερβατικός υπεράνω] του σύμπαντος, καθώς ο ίδιος δίνει υπόσταση στον ορατό – φαινόμενο Κόσμο, ενώ ο πρώτος ανάμεσα στους δώδεκα λέγεται από τον Σωκράτη πως «ἐν οὐρανῷ το πτηνὸν ἅρμα ἐλαύνων» [οδηγεί το ιπτάμενο άρμα του στον ουρανό]. Πως λοιπόν, αυτό το οποίο συμπλέκεται [συνδέεται] με τον Κόσμο και  αγγίζει τους θεούς που βρίσκονται στον ουρανό θα το ταυτίσουμε με αυτό που είναι εξηρημένο [υπερβατικό υπεράνω] όλων και με «αυτό που μένει στον εαυτό του, όπως πρέπει – μένων ἐν τῷ αὑτοῦ κατὰ τρόπον ἤθει», όπως λέει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 42.e» ;;
Επιπλέον, ο Ζευς της ανεξάρτητης [απόλυτης] εγκόσμιας – υπερκόσμιας βαθμίδας, έδωσε υπόσταση πρώτα στον φιλοσοφικό βίο [ «Φαίδρος, 248.d - e»], και οι ψυχές που ζουν [διαζῶσαι] αυτόν τον βίο λέγονται του Διός [Δίιοι], κι άλλος θεός στην μαντική κι άλλος στην ερωτική κι άλλος στην ποιητική. Ο δημιουργός, όμως, απάντων, δηλ. του σύμπαντος,  έχει μέσα του τα παραδείγματα – υποδείγματα όλων των βίων και, όπως ακριβώς η ουσία των ψυχών, έτσι και όλες τις διάφορες παραλλαγές της ζωής ενοειδώς [κατά τρόπο ενιαίο] τις έχει συμπεριλάβει. Δεν είναι λοιπόν κατά τρόπο διαιρεμένο [μεμερισμένως] ο υπαίτιος των βίων [ζωών] που βρίσκονται μέσα στις ψυχές, αλλά με βάση την ενιαία δημιουργική αιτία έδωσε εκ των προτέρων υπόσταση σε όλες τις περιόδους τους, σε όλη την ποικιλία της ζωής και σε όλα τα μέτρα των βίων. Και, όπως ακριβώς ο εγκόσμιος Ήλιος δεν είναι αίτιος για κάποια όντα και ο δημιουργικός Ήλιος για κάποια άλλα, αλλά σε όσα ο ένας δίνει υπόσταση, ακόμα περισσότερο ο πιο πάνω είναι δημιουργός και πρωταίτιος, έτσι λοιπόν και στην περίπτωση των βίων των ψυχών δεν πρέπει σε εκείνον να αναγάγουμε την αιτία κατά τρόπο διαιρεμένο. Γιατί η αιτία είναι αδιαίρετη και κοινή για όλους και ενιαία έχει τοποθετηθεί πρώτη η μονάδα του δημιουργού, ενώ οι διαιρέσεις των βίων και τα διάφορα υποδείγματα – παραδείγματα των εγκόσμιων όντων ταιριάζουν στους θεούς που βρίσκονται μετά τον δημιουργό.
Αν μάλιστα κανείς αξιώσει να αρνηθούμε αυτή την θεώρηση και να πούμε εγκόσμιο αυτόν τον Δία και τους άλλους ηγεμόνες, τότε που πρέπει να τοποθετήσουμε τους θεούς που τον ακολουθούν ;; Αυτόν, λέει ο Πλάτων στον «Φαίδρο, 246.e – 247.a», τον «ακολουθεί στρατιά θεών και δαιμόνων ταξινομημένη κατά τα έντεκα μέρη - τῷ δ᾽ ἕπεται στρατιὰ θεῶν τε καὶ δαιμόνων, κατὰ ἕνδεκα μέρη κεκοσμημένη». Γιατί στο σύμπαν υπάρχουν πιο περιληπτικές και πιο επιμέρους τάξεις θεών, και άλλες έχουν το ρόλο των ηγετών και άλλες των ακολούθων. Αλλά το μέγεθος της ηγεμονίας, το οποίο περιγράφει ο Σωκράτης, δεν δηλώνει την υπεροχή των εγκόσμιων θεών, η οποία είναι συμπαραταγμένη μαζί μας, αλλά την εξηρημένη [υπερβατική]. Γιατί μεταξύ των ασωμάτων ουσιών, ο χαρακτηρισμός του «μέγα» τέτοια ιδιότητα προσδίδει σε αυτά που δίνεται. Και όπως ακριβώς ο Έρωτας, ο ποίος δεν αποκαλείται απλώς «δαίμων» από την Διοτίμα [βλ. «Συμπόσιο, 202.d.13»], αλλά «Δαίμων μέγας», αποδεικνύεται πως είναι απλωμένος υπεράνω όλων των δαιμόνων και πως είναι θεός, και ότι τοποθετημένος στο γένος των δαιμόνων, έτσι και ο Ζευς, ο οποίος εξυμνείται ως «μέγας ἡγεμὼν», έλαβε αυτήν την επωνυμία όχι επειδή καθοδηγεί εγκόσμιους θεούς ως εγκόσμιος θεός, αλλά ως υπερβατικός υπεράνω από αυτούς και υψωμένος πάνω από την εγκόσμια βαθμίδα [ὼς εκβεβηκώς απ' αυτών και ὑπερανέχων της εγκοσμίου τάξεως]. Αν, όμως, ο Δίας είναι εξηρημένος [υπερβατικός υπεράνω] των εγκοσμίων θεών, είναι ανάγκη και οι άλλοι ηγεμόνες να έχουν την ουσία τους ανώτερη από αυτούς που ακολουθούν τον Δία. Γιατί όλοι έχουν λάβει το ηγεμονικό αξίωμα. Αν όμως οι μεν ηγεμόνες τοποθετηθούν στην βαθμίδα των εγκοσμίων θεών, ενώ ο Ζευς ηγεμονεύει μόνος του επέκεινα αυτών, πάλι μεταφέρουμε την καθολική ηγεμονία από τη δωδεκάδα στην μονάδα του Διός. Πρέπει όμως να απονείμουμε το ηγεμονικό κράτος [την ηγεμονική δύναμη] σε όλους, και να φυλάξουμε για τον Δία το πρωτείο ανάμεσά τους. Απομένει, λοιπόν, η περίπτωση είτε αυτή η ηγεμονία των θεών να ανήκει στους αφομοιωτικούς [εξομοιωτικούς] θεούς ή σε αυτούς που έλαβαν την ανεξάρτητη ηγεμονία μέσα στο σύμπαν, όπως ακριβώς εμείς λέμε. Αλλά, αν τον θεωρήσουμε μέρος των αφομοιωτικών [εξομοιωτικών] θεών, θα είναι ηγέτης της δημιουργικής τριάδας και ότι της αναφερόμενης τώρα δωδεκάδας. Υπάρχει, λοιπόν, και ανάμεσα σε εκείνους Ζευς, τον οποίο υποδείξαμε πιο πάνω ως πρώτο ανάμεσα στους υιούς του Κρόνου. Αλλά εκείνος, καθώς το σύμπαν είναι διαιρεμένο στα τρία – γιατί το μοίρασαν, όπως λέει ο Πλάτων στον «Γοργία, 523.a», ολόκληρη τη βασιλεία του Κρόνου και ο ένας δίνει υπόσταση στα πρώτα, ο δεύτερος στα ενδιάμεσα και ο τρίτος στα τελευταία - , καθώς λοιπόν, η διαίρεση των εγκόσμιων θεών έγινε στα τρία, ο πρώτος από αυτούς θα ονομάζεται «ηγεμόνας» όσων έχουν διαιρεθεί με βάση την τριάδα, και το πλήθιος που είναι άμεσα συνδεδεμένο μαζί του, θα μπορούσε να είναι το πρώτο άμεσα συνδεδεμένο μαζί του, θα μπορούσε να είναι το πρώτο ανάμεσα στην τριαδική διαίρεση μέσα στο σύμπαν. Ο ηγεμόνας, όμως, των δώδεκα, οδηγεί τη στρατιά η οποία είναι διανεμημένη στα τρία, ενώ ο άλλος στο σύμπαν που είναι διαιρεμένο στα δώδεκα, και όσον αφορά τη δύναμη της έκτασης του καθενός, ο ένας αφορίζει [ορίζει] την ηγεμονία του με την τριάδα και ο άλλος με την ενδεκάδα. Πολύ λοιπόν απέχει καθένας τους από το να έχει λάβει την ίδια σειρά.
Ο «δημιουργός», λοιπόν,  και «σωτῆρας» Ζευς δεν είναι ο συμπαραταγμένος με τον σύνολο των όντων, ενώ ο αφομοιωτικός [εξομοιωτικός] είναι επικεφαλής της τριαδικής διαιρέσεως του σύμπαντος, και ο εγκόσμιος ανήκει στους θεούς που ακολουθούν και όχι στους εξηρημένους [υπερβατικούς] ηγεμόνες. Ο Δίας, εξάλλου, ο οποίος υμνήθηκε από τον Σωκράτη στον «Φαίδρο», έχει συμπαραταχθεί με τους άλλους ηγεμόνες και είναι επικεφαλής αυτών που είναι ταξινομημένοι σε έντεκα μέρη και όχι αυτών που είναι χωρισμένοι στα τρία, και είναι εξηρημένος [υπερβατικός] από τους εγκόσμιους θεούς, λόγω του μεγέθους της ηγεμονικής του υπεροχής. Από όλες, λοιπόν, τις βαθμίδες που έχουν αναφερθεί είναι διαφορετικός και μέσα σε καμία από αυτές δεν παρουσιάζει την ιδιότητα αυτή που ο Πλάτων αναφέρει. Απομένει λοιπόν να τον συγκαταλέξουμε στους ανεξάρτητους [απόλυτους] θεούς, για να είναι κοντά στους εγκόσμιους θεούς (και για αυτό λέγεται πως είναι στον ουρανό), αλλά και εξηρημένος [υπερβατικός] υπεράνω τους (και για αυτό ως «μέγας» εξυμνείται). Γιατί σε πολλές περιπτώσεις τα μέσα αποκαλύπτονται σε εμάς από τα άκρα, αν παρατηρηθούν να υπάρχουν αναμεμειγμένα. Επειδή, λοιπόν, λέγεται πως στον ουρανό οδηγεί το «πτερωτό άρμα του – πτηνὸν ἅρμα ἐλαύνειν» και ονομάζεται «μέγας», για αυτό είναι συμπαραταγμένος με τους ουράνιους θεούς, αλλά και εξηρημένος από αυτούς. Αυτός λοιπόν που είναι συμπαραταγμένος με τους εγκόσμιους θεούς (των οποίων την κορυφαία αξία την έλαβε ο ουρανός) και, συνάμα, εξηρημένος [υπερβατικός] πάνω από αυτούς, ανήκει στους ανεξάρτητους [απόλυτους] θεούς, αν βέβαια σωστά προσδιορίσαμε πως άλλοι θεοί είναι εξηρημένοι [υπερβατικοί υπεράνω]  του σύμπαντος – αυτοί είναι οι υπερκόσμιοι εξομοιωτικοί θεοί, άλλοι συμπληρώνουν το σύμπαν – αυτοί είναι οι εγκόσμιοι θεοί, ενώ άλλοι έλαβαν την πρόνοια που συμπαρατάσσεται με τα κατώτερα, αλλά και την εξηρημένη [υπερβατική] υπεροχή, αυτοί είναι οι υπερκόσμιοι – εγκόσμιοι ανεξάρτητοι [απόλυτοι] θεοί.
Απόλυτος [ανεξάρτητος], λοιπόν, και υπερουράνιος είναι αυτός ο μέγας ηγεμόνας μέσα στον ουρανό, ο Ζευς, και ολόκληρη η δωδεκάδα λάμπει για πρώτη φορά σε τούτη τη βαθμίδα των θεών. Γιατί είναι ένα τέλειος και θεϊκός αριθμός αυτός τον οποίο συμπληρώνουν οι δώδεκα ηγεμόνες. Επομένως, είναι ανάγκη ολόκληρος ο αριθμός τους να τοποθετηθεί στην ίδια βαθμίδα των θεών, και όχι κατά τρόπο διαιρεμένο να πούμε άλλους από τους ηγεμόνες θεούς εγκόσμιους και άλλους υπερκόσμιους. Αν, όμως, ο πρώτος από αυτούς είναι υπερκόσμιος, τότε και όλοι οι υπόλοιποι κατά τον ίδιο τρόπο εδραίωσαν τους εαυτούς τους πάνω από τα εγκόσμια, και καθένας είναι επικεφαλής του δικού του πλήθους. Και γύρω από τον εαυτό του έχει μεγάλο πλήθος δαιμόνων, μεγάλο και θεών, ενώ, στην τελευταία σειρά όσων τους ακολουθούν, καθοδηγούν και τις επιμέρους ψυχές. Γιατί και αυτές είναι διαιρεμένες μαζί με τους δαίμονες και τους θεούς και μετέχουν στην απόλυτη [ανεξάρτητη] ηγεμονία των θεών, στον βαθμό που είναι σε αυτές δυνατόν. Γιατί, όπως λέει ο Σωκράτης στον «Φαίδρο, 247.a. 6», «ακολουθεί πάντα αυτός που θέλει και μπορεί πεται ὁ ἀεὶ ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος».
Αλλά με όλα αυτά υπενθυμίζουμε ότι οι δώδεκα ηγεμόνες του σύμπαντος, τους οποίους εξύμνησε ο Σωκράτης στον πλατωνικό «Φαίδρο», ανήκουν στους ανεξάρτητους [απόλυτους] θεούς. Μετά από αυτά, όμως, ας πούμε από πού φτάνει σε αυτούς τούτος ο αριθμός. Είναι, λοιπόν, ανάγκη αυτού να λαμβάνουν την υπόστασή τους από τους προηγούμενούς τους. Γιατί και οι αφομοιωτικοί [εξομοιωτικοί] θεοί είχαν την προέλευσή τους από τους νοητικούς πατέρες, ενώ και οι νοητικοί πατέρες έλαβαν, βέβαια, υπόσταση από τους νοητούς – νοητικούς, όπως και οι νοητοί – νοητικοί την έλαβαν από τους πρώτους νοητούς. Επειδή, όμως, πάνω από τους ανεξάρτητους [απόλυτους] θεούς βρίσκεται η βαθμίδα των αφομοιωτικών [εξομοιωτικών] αρχών, υπάρχει και η τριάδα των νοητικών βασιλιάδων και, ακόμη περισσότερο, η μονάδα του δημιουργού, η οποία εδραίωσε στον εαυτό της το τέλειο μέτρο της τριαδικής διαίρεσης των πάντων, θα εξετάσουμε, λοιπόν, τη δημιουργία των ανεξάρτητων [απόλυτων] θεών με βάση αυτά τα δύο αίτια, με το μέτρο, δηλαδή, του δημιουργού και με τα γένη των αφομοιωτικών [εξομοιωτικών] θεών. Γιατί από αυτά τα δύο αίτια προέρχονται οι διάφορες βαθμίδες των ανεξάρτητων [απόλυτων] θεών. Αλλά, αν ξαναθυμηθούμε όσα έχουμε πει πιο πάνω, στα τέσσερα έχουμε διαιρέσει τις βαθμίδες των αφομοιωτικών [εξομοιωτικών] θεών. Και άλλες από αυτές τις λέγαμε πατρικές, άλλες γόνιμες, άλλες ανάγωγες και άλλες φρουρητικές. Καθώς, λοιπόν, η μονάδα του δημιουργού διαιρεί τα δημιουργήματα σε πρώτα, ενδιάμεσα και τελευταία, όπως και ο νοητός πατέρας που υπάρχει πριν από αυτήν, και καθώς οι θεοί μετά από αυτή τη μονάδα διοχετεύουν τετραδικά τις πηγές τους στα κατώτερα τους, εμφανίστηκε σε εμάς αυτή η δωδεκάδα των ανεξάρτητων [απόλυτων] θεών, η οποία από ψηλά προέρχεται με βάση την τριάδα, και πιο κάτω πολλαπλασιάζεται με την τετράδα. Για αυτό και, ανάμεσα στους ηγεμόνες που την απαρτίζουν, άλλοι έλαβαν τη δημιουργική και πατρική ιδιότητα κατά τρόπο τριαδικό, άλλοι έλαβαν τη γεννητική και ζωοποιό ιδιότητα με τον ίδιο τρόπο. Γιατί όλες οι ιδιότητες φτάνουν σε αυτούς από το πλήθος των αφομοιωτικών [εξομοιωτικών] θεών, ενώ η διαίρεση σε πρώτα, σε ενδιάμεσα και σε τελευταία φτάνει από την αιτία του δημιουργού.
Και αφού είπαμε αυτά για τον αριθμό, από πού και πως γεννήθηκε στους ανεξάρτητους [απόλυτους] θεούς. Καθώς, λοιπόν, όπως και προηγουμένως είπαμε, είναι δώδεκα οι ηγεμόνες όλων των εγκόσμιων θεών, όλων τν δαιμόνων, επιπλέων και όλων των επιμέρους ψυχών που μπορούν να ανυψωθούν προς το νοητό, ανάμεσα, πάλι, σε αυτή τη δωδεκάδα ο μέγιστος Ζευς και η Εστία έλαβαν την πιο ηγεμονική βαθμίδα, και μαζί με αυτούς συμπαρατάσσεται και η ηγεμονία των υπολοίπων θεών που έχουν κατώτερη αξία. Και ο Ζευς, ο οποίος δεν είναι ούτε Νους του σύμπαντος, όπως λέει ο Πορφύριος και ο Πλωτίνος [Εννεάδες ΙΙΙ, 5 (50) 8. 6-20], ούτε ο νους του ήλιου ούτε γενικά κάποιος από τους εγκόσμιους νόες ή των ψυχών, αλλά απλωμένος υπεράνω όλων και υπάρχοντας πρώτος μέσα στους ανεξάρτητους [απόλυτους] θεούς, ανάγει [αναβιβάζει] και τη χορεία των θεών που τον ακολουθούν και την χορεία των ανώτερων από εμάς γενών και μεταδίδει την πατρική αγαθότητα προς το πλήθος το οποί είναι στραμμένο προς αυτόν, ενώ είναι επικεφαλής και όλων των άλλων αριθμών που βρίσκονται κάτω από τους δώδεκα θεούς. Η Εστία, πάλι, κυβερνά το δικό της πλήθος, χωρίς να έχει τη βαθμίδα της πρώτης ψυχής και χωρίς να είναι -  όπως υποστηρίζει ο  Πλωτίνος [Εννεάδες IV, 4 (28) 27. 15-17] – η ονομαζόμενη Γη μέσα στο σύμπαν, έχοντας λάβει ανάμεσα στους υπερουράνιους την ηγεμονική δύναμη πάνω από αυτά. Μεταδίδει, μάλιστα, τη δική της ιδιότητα και στους αριθμούς των άλλων ηγεμόνων, όπως κάνει και ο Ζευς. Γιατί οι θεοί που είναι εξαρτημένοι από τη δεκάδα, μετέχουν και στις δυο αυτές μονάδες. Αλλά ο Ζευς, ο οποίος είναι αίτιος της κίνησης για όλους, είναι επικεφαλής της πορείας τους προς το νοητό, ενώ η Εστία εκπέμπει στα πάντα τη σταθερή και ακλόνητη δύναμη. Ο Ζευς, λοιπόν, παραμένων μέσα στον εαυτό του, κατά αυτόν τον τρόπο ανάγεται στην νοητή κορυφή, και η Εστία, λόγω της ακλόνητης και άχραντης παραμονής στον εαυτό της, συνδέεται με τα πρώτα αίτια. Αλλά η εμφάνιση της διαφοροποιημένης ιδιότητας δημιουργεί και τη διαφορά της ηγεμονίας. Γιατί καθώς, οι επιστροφές μέσα στα θεία είναι δύο ειδών (γιατί όλα είναι στραμμένα και προς τον εαυτό τους και προς τις αρχές τους) το διπλό είδος της επιστροφής υπήρχε αδιαίρετο μέσα στον βασιλιά Κρόνο (για αυτό αποδείχτηκε στον «Παρμενίδη, 145.b – e» ως «μέσα στον εαυτό του και μέσα σε άλλο - ἐν αὑτῷ καὶ ἐν ἄλλῳ» και το ένα αφορούσε την επιστροφή προς το ανώτερο ενώ το άλλο την επιστροφή προς τον εαυτό του), ενώ στους κατώτερους και πιο επιμέρους θεούς αυτά τα δύο είδη εμφανίζονται διαιρεμένα. Και Εστία παρέχει στους εγκόσμιους την άχραντη εδραίωση στον εαυτό τους, ενώ ο Ζευς παρέχει την κίνηση που οδηγεί στα πρώτα. Γιατί η Εστία ανήκει και στην άχραντη σειρά, ενώ ο Ζευς στην πατρική. Είναι, μάλιστα, διαιρεμένοι σύμφωνα με το «μέσα στον εαυτό του και μέσα σε άλλο - ἐν αὑτῷ καὶ ἐν ἄλλῳ», δηλαδή με βάση την άχραντη και την πατρική ιδιότητα.
Πρέπει, λοιπόν, να πούμε πως ολόκληρη η ιδιότητα της μονιμότητας, της σταθερότητας και της αμεταβλησίας κατεβαίνει σε όλα τα εγκόσμια από την υπερουράνια Εστία. Και πως εξαιτίας της μένουν ακίνητοι όλοι οι πόλοι και οι άξονες γύρω από τους οποίους ανελίσσουν [περιστρέφουν] τους εαυτούς του οι ανακυκλώσεις [περιστροφές] των επτά συν μια σφαιρών. Και πως τα ίδια τα σύνολα των περιφορών είναι εδραιωμένα σταθερά και η γη μένει ακλόνητη στη μέση και τα κέντρα έχουν την αδιασάλευτη σταθερότητα. Από την άλλη, λοιπόν, πρέπει να πούμε πως όλες οι κινήσεις και οι ενέργειες τόσο των ανεξάρτητων θεών όσο και των κατώτερων προς τα πρώτα κατεβαίνουν από τον Ζευς στα πάντα. Γιατί και οι νοητικές τάξεις λόγω της ανυψωτικής πορείας του Διός είναι ενωμένες όχι μόνο με τα νοητά που είναι συνδεδεμένα μαζί τους, αλλά και με αυτά που είναι εξηρημένα [υπερβατικά υπεράνω τους]. Και οι θεϊκές ψυχές ανεβαίνουν μέχρι τα πρωταρχικά αίτια ακολουθώντας τον μεγάλο Δία. Και οι ακόλουθοι των ψυχών αυτών ανεβαίνουν μαζί με τους θεούς εξαρτημένοι από την πατρική επιστασία [εποπτεία] του Διός. Όσον αφορά, πάλι, όλους τους υπόλοιπους ηγεμόνες, καθένας είναι επικεφαλής της δικής του σειράς και δίνει από τον εαυτό του την ιδιότητα σε ολόκληρο το πλήθος που τον ακολουθεί, μέχρι και τα τελευταία, άλλος στην αποκαλυπτική, άλλος τη γόνιμη και άλλος την ιδιότητα της αμεταβλησίας, έχοντας λάβει και αυτοί την υπερκόσμια βαθμίδα και ανασύροντας έναν μεγάλο στρατό από επιμέρους θεούς.
Για αυτό και ο Σωκράτης, στον «Φαίδρο, 247.a», τους ονομάζει αυτούς «άρχοντες» και ταυτόχρονα λέει πως «έχουν μπει στη σειρά» και ενεργούν στα κατώτερα σύμφωνα με τη σειρά στην οποία τοποθετήθηκαν : «από τους υπόλοιπους, όσοι θεοί, μέσα στον αριθμό δώδεκα, έχουν τοποθετηθεί στην θέση του άρχοντα, είναι επικεφαλής σύμφωνα με τη σειρά στην οποία καθένας τους τοποθετήθηκε - τῶν δὲ ἄλλων ὅσοι ἐν τῷ τῶν δώδεκα ἀριθμῷ τεταγμένοι θεοὶ ἄρχοντες ἡγοῦνται κατὰ τάξιν ἣν ἕκαστος ἐτάχθη». Ταιριάζει, λοιπόν, η αρχηγική και ηγεμονική ιδιότητα μόνο στους υπερκόσμιους θεούς, ενώ η τοποθέτηση στη σειρά και η ίδια η σειρά ταιριάζουν στους εγκόσμιους (γιατί αυτοί είναι εκείνοι που έχουν λάβει μέρος στην σειρά και έχουν λάβει τη σειρά μέσω τη συμμετοχής τους), ενώ και τα δύο ταιριάζουν στους ανεξάρτητους θεούς. Γιατί είναι και άρχοντες και ηγεμόνες, επειδή είναι αμέσως μετά τους ηγεμονικούς και αρχηγικούς θεούς, αλλά είναι και τοποθετημένοι στη σειρά και λαμβάνοντας μέρος τη σειρά, καθώς είναι αμέσως  πάνω από τους εγκόσμιους θεούς. Και, καθώς είναι εδραιωμένοι μεταξύ των δυο, συνδέουν όλες τις προόδους τους με βάση ένα νοητικό σύνδεσμο. Επιπλέον, επειδή έλαβαν την ηγεμονική σειρά μέσα στον ουρανό, έρχονται σε επαφή, βέβαια, με τους εγκόσμιους θεούς. Και επειδή παραμένουν στον εαυτό τους και ανυψώνονται προς το νοητό, έλαβαν μια υπεροχή ξεχωριστή από το σύμπαν και είναι εξηρημένοι [υπερβατικοί] υπεράνω όσων μετέχουν σε αυτούς.
Υ.Γ.

Για περισσότερη ανάλυση και κατανόηση της νοητής – νοητικής και νοητικής βαθμίδας δες την εργασία «Η άνοδος της ψυχής στον Πρώτο Θεό [2α+2β+2γ]».

Συγγραφέας κειμένου : Κεφάλας Ευστάθιος [9-3-2007, ΕΛΛΑΣ]

[1] Ο δημιουργός, δηλαδή, δεν πρέπει ούτε να είναι “πολύ” διαιρεμένος, όπως οι τρείς ηγεμόνες, ούτε όμως να διατηρείται στην απόλυτη σταθερότητα, ώστε να αναστέλλεται η δημιουργική του δύναμη, κάτι που κάνει ο Κρόνος, ο οποίος, σύμφωνα με τον μύθο, κατάπινε τα δημιουργήματά του.
[2] Ο πρώτος είναι ο Κρόνος και ο δεύτερος, ο δημιουργός, είναι ο Δίας.
[3] Το αίτιο που δημιουργεί με το να περιέχει μέσα του τα κατώτερα του είναι το ανώτερο εξηρημένο αίτιο, σε αντίθεση με το κατώτερο αίτιο που συμπαρατάσσεται με τα κατώτερα και βρίσκεται μαζί τους. Αυτή η διαφορά διακρίνει τον εξηρημένο νοητικό δημιουργό Δία και τον κατώτερο ηγεμονικό Δία.
[4] Το σύμπαν και ο Κόσμος χαρακτηρίζεται από τον Πλάτωνα ως μονογενής επειδή δημιουργήθηκε με βάση ένα ενιαίο πρότυπο.
————————————————————————————————————————————————
Πηγές
Πλάτων
  • Πολιτεία [περί δικαίου πολιτικός]
  • Τίμαιος [περί φύσεως, φυσικός]
  • Φαίδρος [περί καλού ηθικός]
  • Φαίδων [περί ψυχής, ηθικός]
  • Κριτίας
  • Νόμοι [περί νομοθεσίας]
  • Γοργίας
  • Σοφιστής [περί του Όντος]
  • Πολιτικός
  • Φίληβος
  • Παρμενίδης [περί ιδεών]
  • Κρατύλος [περί ονομάτων ορθότητος. λογικός]
  • Ίων
  • Μίνως
  • Αλκιβιάδης και Αλκιβιάδης ΙΙ
  • Πρωταγόρας [περί του διδακτού ή μη της αρετής - Σοφισταί, ενδεικτικός]
  • Κρίτων [περί του προς την πολιτεία και τους νόμους καθήκοντος]
  • Επινομίς
Πρόκλος
  • Εις τας Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα [6 τόμοι]
  • Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας [6 τόμοι]
  • Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος [9 τόμοι]
  • Σχόλια εις τον Κρατύλο Πλάτωνος [1 τόμος]
  • Εις τον Παρμενίδη Πλάτωνος [7 τόμοι]
  • Στοιχείωσις θεολογική [1 τόμος]
  • Εις τον Πλάτωνος πρώτον Αλκιβιάδην [2 τόμοι]
  • Υπόμνημα εις τα Ησιόδου Έργα και Ημέρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ShareThis